1/11/07

«Συνταγματικά ανεπίτρεπτη η καταγραφή ήχου και εικόνας από την ΕΛ.ΑΣ.»

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

«Συνταγματικά ανεπίτρεπτη η καταγραφή ήχου και εικόνας από την ΕΛ.ΑΣ.»

Του ΚΩΣΤΑ ΧΡΥΣΟΓΟΝΟΥ*

Η γνωμοδότηση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου σχετικά με τη δυνατότητα της καταγραφής εικόνας και ήχου από την Αστυνομία κατά τη διάρκεια συναθροίσεων, με σκοπό τη βεβαίωση της διάπραξης εγκλημάτων από τους συμμετέχοντες σε αυτές και τον εντοπισμό των δραστών, θέτει μια σειρά ζητημάτων ουσίας αλλά και διαδικασίας.

Κατά πρώτο λόγο θα μπορούσε να διερωτηθεί κανείς για τη χρονική συγκυρία της γνωμοδότησης, αφού το σχετικό ερώτημα του αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ. υποβλήθηκε το 2006. Ισως, λοιπόν, να ήταν προτιμότερο αφού μεσολάβησε, ούτως ή άλλως, μεγάλο χρονικό διάστημα, να είχε δείξει λίγη ακόμη υπομονή ο εισαγγελέας, έως ότου δημοσιευθεί η αναμενόμενη και σχετική με το όλο θέμα απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ (ύστερα από την άσκηση από τον υπουργό Δημόσιας Τάξης αίτησης ακυρώσεως κατά της απαγορευτικής για τη χρήση καμερών απόφασης της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα) ώστε να μπορέσει να τη λάβει υπ' όψιν του. Εκτός, βέβαια, αν ο εισαγγελέας γνωμοδότησε τώρα ακριβώς για να αποφύγει να λάβει υπ' όψιν του την κρίση του ΣτΕ...

Επί της ουσίας, θα μπορούσε καταρχήν να συμφωνήσει κανείς με το συμπέρασμα της γνωμοδότησης ότι είναι επιτρεπτή η καταγραφή εικόνας και ήχου από την Αστυνομία για τον παραπάνω σκοπό. Μερικές φορές, ωστόσο, επιβεβαιώνεται το ρητό ότι «ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες» και φοβάμαι ότι στη συγκεριμένη περίπτωση κάποιες διατυπώσεις του σκεπτικού της γνωμοδότησης έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Ετσι π.χ. είναι ανέρειστη η κρίση ότι η διάταξη του άρθρου 9Α του Συντάγματος για την προστασία των προσωπικών δεδομένων «δεν εκτείνεται στο πεδίο της ποινικής διαδικασίας και στο πλαίσιο απονομής της ποινικής δικαιοσύνης». Τα δικαστήρια και μεταξύ αυτών τα ποινικά, συγκαταλέγονται στα όργανα του κράτους, τα οποία ρητά υποχρεώνονται, από το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, να σέβονται όλα ανεξαιρέτως τα συνταγματικά δικαιώματα, μεταξύ αυτών και το δικαίωμα του άρθρου 9Α. Εωλη είναι επίσης και η κρίση του εισαγγελέα του Α.Π. ότι «δεν δύναται να τεθεί θέμα παραβιασεως της διατάξεως του άρθρου 9Α του Συντάγματος εκ της χρήσεως καμερών για την αποτύπωση της έκνομης δραστηριότητας ατόμων συμμετεχόντων σε διαδηλώσεις». Αντιθέτως, τίθεται θέμα, εάν οι κάμερες αυτές φτάνουν σε τέτοιο αριθμό και σε τέτοια διάρκεια λειτουργίας, ώστε να καταλήγουμε στο σημείο να τίθεται ο πολίτης υπό διαρκή αστυνομική επιτήρηση, κατά το οργουελικό πρότυπο του «Μεγάλου Αδελφού».

Συνεπώς, η αστυνομική καταγραφή ήχου και εικόνας από δημόσιους χώρους πρέπει, εν όψει και των συνταγματικών διατάξεων των άρθρων 5 παρ. 1 (ελεύθερη ανάπτυξη προσωπικότητας, 11 (δικαίωμα συνάθροισης) και 25 παρ. 1 εδάφιο δ (αρχή αναλογικότητας ), να είναι αυστηρά περιορισμένη χρονικά και τοπικά και να μην υπερβαίνει το απολύτως αναγκαίο μέτρο για έναν θεμιτό σκοπό διακρίβωσης τέλεσης αξιόποινων πράξεων, ο οποίος να μην μπορεί να επιτευχθεί κατά άλλο τρόπο. Θα μπορούσε, μάλιστα, να υποστηριχτεί ότι όλα αυτά προϋποθέτουν το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο, με σχετικό νόμο ή κανονιστική πράξη για τη ρύθμιση των λεπτομερειών χρήσης των καμερών, και ότι προς το παρόν και έως τη θέσπισή του, η καταγραφή ήχου και εικόνας από την Αστυνομία είναι συνταγματικά ανεπίτρεπτη.

*Καθηγ. Συνταγματικού Δικαίου Παν. Θεσσαλονίκης


ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 01/11/2007

ΑΝΤΙΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Στους μεταγενέστερους - Μπ. ΜΠΡΕΧΤ