ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ – ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΗΣ ΠΕ ΤΟΥ ΝΑΡ
Το Γραφείο της Πολιτικής Επιτροπής του ΝΑΡ κατέληξε πρόσφατα σε απόφαση για το μέτωπο της παιδείας, από την οποία δημοσιεύουμε βασικά αποσπάσματα:
Το βασικό στοιχείο που σφραγίζει τις εξελίξεις και διακρίνει τους σημερινούς συσχετισμούς, παράλληλα με τις πρωτόγνωρες δυσκολίες που γεννά η ίδια η πολιτική των κυβερνώντων στην ανάπτυξη του εκπαιδευτικού και εργατικού κινήματος, είναι κυρίως η αντιφατική και πολυτασική πολιτική απονομιμοποίηση, από ευρύτερες μάζες εργαζομένων και νεολαίας της αντιεκπαιδευτικής και αντεργατικής πολιτικής που προωθούν κυβέρνηση και ΕΕ, με την ουσιαστική συναίνεση του ΠΑΣΟΚ. Και αναζητούν δρόμους διεξόδου έως και νικηφόρους συλλογικούς αγώνες περιμένοντας το λόγο και την πράξη της Αριστεράς στο νέο μετεκλογικό τοπίο. Η ρωγμή στο δικομματισμό και σε ένα βαθμό στην ουσία της πολιτικής του, όπως αποκαλύπτονται και στα αποτελέσματα της εκλογικής μάχης, δημιουργεί μια νέα δυναμική. Γύρω από τη συγκράτηση ή την επέκταση αυτής της δυναμικής, θα διεξαχθεί σκληρότατη μάχη με αβέβαιη έκβαση. Το βάθος, η έκταση και η διάρκεια της αντιλαϊκής επίθεσης είναι απότοκος των αναγκών του καπιταλισμού στη νέα εποχή. Οι ίδιες οι ανάγκες του ελληνικού κεφαλαίου επιβάλλουν την όξυνση της επίθεσης. Η κυβέρνηση καλείται να δώσει διαπιστευτήρια ότι, με την πολιτική της, είναι σε θέση να εκπληρώσει τις ανάγκες αυτές. Η πολιτική της χωρίς τέλος και έλεος λιτότητας, η επίθεση στη σύνταξη, στην ασφάλιση της μερικής απασχόλησης και της ελαστικής εργασίας με τους 15.000 περίπου ωρομίσθιους – πλασματικούς αναπληρωτές που εφαρμόζεται και στην παιδεία, συνοδεύονται τόσο από τον αυταρχισμό, όσο και από την προσπάθεια διαλόγου σαν στρατηγικό στοιχείο απονεύρωσης του κινήματος.
Το ίδιο το εκλογικό αποτέλεσμα, οι ενδοκαπιταλιστικές αντιθέσεις που μπορεί να εκδηλώνονται και στη διακυβέρνηση και κυρίως το πρόσφατο παρελθόν του κινήματος που καταδείχνει τις δυνατότητες του, οδηγούν την κυβέρνηση σε μια σειρά ελιγμούς. Ελιγμούς όχι για να περάσει ηπιότερα μέτρα, αλλά για να βρει, όσο της επιτραπεί, ανώδυνους τρόπους περάσματός τους.
Στην εκπαίδευση με τις προγραμματικές δηλώσεις, τις δηλώσεις τόσο του πρωθυπουργού όσο και του υπουργού Παιδείας, η κυβέρνηση επιμένει στην προώθηση της επιχειρηματοποίησης – ιδιωτικοποίησής της. Ισχυρή επιβεβαίωση αυτής της πολιτικής και ακύρωση των προεκλογικών υποσχέσεων της κυβέρνησης, αποτελεί το προσχέδιο προϋπολογισμού για το 2008, στο οποίο όχι μόνο δεν αυξάνεται η χρηματοδότηση της παιδείας στο 5% του ΑΕΠ, αλλά μειώνεται προκλητικά στο 3%!
Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση προωθείται η εκχώρηση στα διάφορα κέντρα ελευθέρων σχολών (ΚΕΣ), στο κολέγια και σε παραρτήματα ιδρυμάτων του εξωτερικού, του δικαιώματος να πωλούν πτυχία ισότιμα με αυτά των δημοσίων πανεπιστημίων. Πρόκειται στην ουσία για έμμεση, έμπρακτη κατάργηση του άρθρου 16 και λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ. Η εφαρμογή των οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (48/1989 και 36/2005) με τις οποίες αναγνωρίζονται πτυχία τριετούς διάρκειας ως επαγγελματικά ισότιμα με τα τετραετούς και πενταετούς των ελληνικών πανεπιστημίων και πολυτεχνείων. Ταυτόχρονα, η προωθούμενη πολιτική στην έρευνα την υποτάσσει στην επιχειρηματική δραστηριότητα και στερεί από τα πανεπιστήμια τη δυνατότητα αυτοτελούς ανάπτυξής της. Επιβάλλει στις μεταπτυχιακές σπουδές την εμπορευματοποίηση και την ιδιωτικοποίηση, την εμπέδωση του συστήματος Μπολόνια για τρεις κύκλους σπουδών.
Στην πρωτοβάθμια και μέση εκπαίδευση η κυβερνητική επίθεση εκδηλώνεται άμεσα σε δύο επίπεδα:
Πρώτο, την παγίωση της ταξικής εκπαιδευτικής της πολιτικής στην τεχνική εκπαίδευση με τη στροφή του μαθητικού δυναμικού στην πρόωρη κατάρτιση, μέσα από ένα τετραπλό, ουσιαστικά, δίκτυο επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης μετά το γυμνάσιο (ΕΠΑΛ, ΕΠΑΣ, ΕΠΑΣ Μεταγυμνασιακά ΙΕΚ, σχολές μαθητείας του ΟΑΕΔ).
Δεύτερο, στη σύγχρονη αντιδραστική αλλαγή των σχολικών βιβλίων με βάση τη μετατροπή τους, σε άθροισμα χρήσιμων πληροφοριών για το μελλοντικό απασχολήσιμο, το αντιπαιδαγωγικό «κατέβασμα» ύλης σε μικρότερες ηλικίες, τις νεοσυντηρητικές αντιλήψεις για την ιστορία που την «ξαναγράφει» επί το αντιδραστικότερο (π.χ. Γ’ Λυκείου). Προετοιμάζει – συγκροτεί μάλιστα τους μηχανισμούς αξιολόγησης – συμμόρφωσης (σχολικούς συμβούλους, διευθυντές).
Οι εξελίξεις στο περιεχόμενο των μαθημάτων προκαλούν μια γενικότερη, μη προσανατολισμένη, εξαιτίας και της αναιμικής, αποσπασματικής παρέμβασης όλης της Αριστεράς και του ΝΑΡ, γενικευμένη δυσφορία σε εκπαιδευτικούς, γονείς, μαθητές. Οφείλουμε να οργανώσουμε με συγκεκριμένα μέτρα την αναγκαία παρέμβαση.
Η πολιτική αυτή δεν αφήνει περιθώρια και δεν επιτρέπει αυταπάτες περί διαλόγου. Καμιά αναμονή, κανένας διάλογος! Συντονισμένος αγώνας, μέτωπο παιδείας – εργασίας – δημοκρατίας για να υποστεί ρωγμές, να ηττηθεί, να ανατραπεί η αντιλαϊκή λαίλαπα.
ΠΡΙΝ 18/11/2007