26/4/08

Κριτική στη θρησκεία και στην πολιτική


Η ΥΛΙΚΗ ΒΑΣΗ – ΤΑΞΙΚΑ ΑΙΤΙΑ

«Ο άνθρωπος δεν είναι μια αφηρημένη ουσία, κουρνιασμένη έξω από τον κόσμο», έγραφε ο Μαρξ. «Ο άνθρωπος είναι ο κόσμος του ανθρώπου, το κράτος, η κοινωνία. Το κράτος αυτό, η κοινωνία αυτή είναι που παράγουν τη θρησκεία, μια αντεστραμμένη συνείδηση του κόσμου, γιατί αυτά τα ίδια είναι ένας κόσμος αντεστραμμένος. Η θρησκεία είναι η καθολική θεωρία του κόσμου τούτου, η εγκυκλοπαιδική του συνόψιση, η εκλαϊκευμένη λογική του, το πνευματικό του αποκορύφωμα, ο ενθουσιασμός του, το καθολικό θεμέλιο της παραμυθίας του και της δικαίωσής του. Είναι η φαντασμαγορική πραγμάτωση της ανθρώπινης ουσίας, γιατί η ανθρώπινη ουσία δεν έχει πραγματωθεί αληθινά. Η θρησκεία είναι ο στεναγμός του καταπιεσμένου πλάσματος, η θαλπωρή ενός άκαρδου κόσμου, το πνεύμα ενός κόσμου απ’ όπου το πνεύμα έχει λείψει. Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού. Πάλη ενάντια στη θρησκεία σημαίνει πάλη ενάντια στον κόσμο, που πνευματικό του άρωμα είναι η θρησκεία».

Βάση της θρησκευτικής υπερβατικής αποξένωσης είναι η πραγματική αποξένωση του ανθρώπου μέσα στην ιστορικά διαμορφωμένη κοινωνική πραγματικότητα. Κοινωνική πραγματικότητα η οποία μάλιστα φαντάζει πως έτσι είναι και έτσι θα ‘ναι πάντα και στην οποία η ανθρώπινη ουσία ασφυκτιά, αδυνατώντας να την αλλάξει και γι’ αυτό σχηματίζει τη φανταστική πραγματικότητα του θείου στην οποία δραπετεύει, κουρνιάζει για να πραγματώσει κάποτε το ιδανικό της δικαίωσης, της τιμωρίας – κάθαρσης και της ικανοποίησης όλων των ανθρώπινων βαθύτερων αναγκών.

Έτσι όμως μεταφέρεται η πραγματοποίηση των ανθρώπινων ιδανικών έξω από τα όρια αυτού του κόσμου, ο οποίος κατ’ ανάγκη δεν μπορεί παρά να χαρακτηρισθεί σαν μεταβατικός, μάταιος, προθάλαμος για το μετά. Και ο άνθρωπος διπλασιάζεται, διχοτομείται. Από τη μια παραμένει στη γη και από την άλλη η ίδια η γήινη βάση του απομακρύνει τον εξιδανικευμένο εαυτό της και τον μεταφέρει στον επέκεινα κόσμο, όπου για μεγάλα τμήματα του λαού βρίσκεται τελικά η επιθυμητή και αναγκαία λύση των πραγματικών κοινωνικών αντιθέσεων.

Κριτική επομένως της θρησκείας και κριτική της εγκόσμιας βάσης της, είναι δύο διαδικασίες πο9υ συνδέονται άρρηκτα μεταξύ τους. «Η κριτική της θρησκείας οδηγεί στη διαμάχη ότι ο άνθρωπος είναι το υπέρτατο ον για τον άνθρωπο, δηλαδή στην κατηγορική επιταγή της ανατροπής όλων των σχέσεων που κάνουν τον άνθρωπο ένα ον ταπεινωμένο, υποδουλωμένο». Έτσι, «η κριτική του ουρανού μετατρέπεται σε κριτική της γης, η κριτική της θρησκείας σε κριτική του δικαίου, η κριτική της θρησκείας σε κριτική της πολιτικής». Γι’ αυτό το ξέσπασμα της θρησκείας, σαν απατηλής ευτυχίας του ανθρώπου σημαίνει την απαίτηση των κοινωνικών όρων που διευκολύνουν την ασυμπτωτική του πορεία προς την πραγματική ευτυχία.

Η θρησκεία, ούσα μορφή κοινωνικής συνείδησης, ενταγμένη στις κοινωνικές δομές, είναι ενταγμένη στη πάλη των τάξεων. Και ακριβώς αυτό ερμηνεύει το άνοιγμα της βεντάλιας σ’ ό,τι αφορά την κοινωνική συμπεριφορά των θρησκευόμενων και του κλήρου. Υπεραντιδραστική συμπεριφορά από τη μια, αλλά και με το όπλο στο χέρι στο πλευρό των επαναστατών στη Νικαράγουα, στην Αφρική, στο Μεξικό, δίπλα στον Άρη Βελουχιώτη ο παπά – Ανυπόμονος, ορισμένοι επίσκοποι, παπάδες και λαός. Αυτό ακριβώς επαληθεύει στην πράξη την πολιτική θέση πως δεν είναι όρος ένταξης ή μη στο αριστερό κίνημα, οι αθεϊστικές ή όχι αντιλήψεις των αγωνιστών.

Ωστόσο, η ανάπτυξη της υλιστικής θεωρίας συνεπάγεται για την Αριστερά την ουσιαστική ενασχόληση με το θρησκευτικό ζήτημα. Πολύ περισσότερο που θρησκείες και εκκλησίες έπαιζαν και παίζουν εμφανή και ιδιαίτερο πολιτικό ρόλο.

ΠΡΙΝ 26/04/2008

ΑΝΤΙΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Στους μεταγενέστερους - Μπ. ΜΠΡΕΧΤ