Ούτε Νέα Δημοκρατία αλλά ούτε ΠΑΣΟΚ «ψηφίζουν» σε αυτές τις εκλογές οι ξένοι επενδυτές και οι αναλυτές που παρακολουθούν την Ελλάδα.
«Η Νέα Δημοκρατία υπήρξε μια απογοήτευση, όμως απογοητευτικό ήταν και το ΠΑΣΟΚ όταν βρισκόταν στην εξουσία», δήλωσε χαρακτηριστικά ο οικονομολόγος της Fitch Ratings, Chris Pryce, μιλώντας στην εφημερίδα Ισοτιμία. «Η ιστορία έχει δείξει ότι οι οικονομικές πολιτικές των δύο μεγάλων κομμάτων δεν είναι πολύ διαφορετικές», παρατηρεί ο Λάμπρος Παπαδόπουλος, αναλυτής της Citi.
Αυτοδυναμία
Αυτό που χρειάζονται τόσο το χρηματιστήριο όσο και η οικονομία είναι μια κυβέρνηση με ισχυρή αυτοδυναμία, που θα μπορέσει να περάσει τα δυσάρεστα μέτρα που κρίνονται απαραίτητα, συμφωνούν οι οίκοι του εξωτερικού.
Όμως, ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, η Ελλάδα ενδέχεται να μην αποφύγει την υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας. Τόσο η Standard & Poor’s όσο και η Fitch θα παρακολουθούν με το δάχτυλο στη σκανδάλη, με τον Pryce να ξεκαθαρίζει, μάλιστα, ότι η νέα κυβέρνηση δεν θα απολαύσει την καθιερωμένη «περίοδο χάριτος». Ο αναλυτής έχει απειλήσει την Ελλάδα με υποβάθμιση από το Μάιο, και τώρα διαμηνύει ότι σκοπεύει να πάρει την απόφασή του σε διάστημα 12 μηνών από τις εκλογές.
«Το πιο ευνοϊκό εκλογικό αποτέλεσμα θα ήταν είτε το ΠΑΣΟΚ είτε η Νέα Δημοκρατία να κερδίσει μια διατηρήσιμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, επαρκή για να προωθήσει τα ενδεχομένως δυσάρεστα μέτρα», εξηγεί στην Ισοτιμία ο Alastair Newton, πολιτικός αναλυτής της Nomura. «Οι διαφορές ανάμεσα σε μια αυτοδύναμη κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ και σε μια αυτοδύναμη κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας δεν θα ήταν σημαντικές σε θέματα οικονομικής πολιτικής», επισημαίνει.
Έπειτα και από την παραδοχή εκ μέρους του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαθανασίου ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα άγγιξε φέτος το 6% του ΑΕΠ, ο κ. Newton χαρακτηρίζει ως επείγουσα την ανάγκη μείωσης του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους. Παράλληλα, θα περιμένει από τη νέα κυβέρνηση να προχωρήσει σε αποκρατικοποιήσεις, να αντιμετωπίσει την ανεργία καθώς και να πατάξει τα φαινόμενα διαφθοράς και αναποτελεσματικότητας στο δημόσιο τομέα.
«Πιο δύσκολες, για οποιοδήποτε κόμμα, θα είναι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και το ασφαλιστικό», παραδέχεται ο πολιτικός αναλυτής, προβλέποντας σημαντικές αντιδράσεις.
«Κανένα από τα δύο κόμματα δεν φαίνεται διατεθειμένο να προχωρήσει σε αλλαγές του ασφαλιστικού συστήματος», συμφωνεί ο Chris Pryce, της Fitch Ratings. Ο αναλυτής εμφανίζεται ιδιαίτερα σκληρός και στο θέμα της διαφθοράς, ένα φαινόμενο που όπως επισημαίνει είναι «ενδημικό» στην ελληνική οικονομία. «Είναι αξιοπρόσεκτο ότι κανένας δεν πήγε στη φυλακή για όλα αυτά τα σκάνδαλα. Αυτή η κατάσταση κρατά την Ελλάδα πίσω», δηλώνει.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Fitch Ratings τοποθετεί την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας στη βαθμίδα Α, όμως έχει χαρακτηρίσει τις προοπτικές της αξιολόγησης αρνητικές, κάτι που σημαίνει ότι η υποβάθμιση ενδέχεται να έρθει και μάλιστα σύντομα.
Όλα ανοιχτά
Αντίθετα, η Standard & Poor’s προτιμά να αφήσει όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά. Μιλώντας στην Ισοτιμία, ο Marko Mrsnik, αναλυτής του οίκου και υπεύθυνος για την Ελλάδα, δεν θέλησε να σχολιάσει τα οικονομικά προγράμματα των δύο μεγάλων κομμάτων. Ωστόσο, τόνισε ότι η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας θα μπορούσε ακόμα και να αναβαθμιστεί, εάν η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την άσχημη δημοσιονομική εικόνα, το ασφαλιστικό πρόβλημα και τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
«Εάν αντιμετωπίσουν το θέμα των δημόσιων οικονομικών με τρόπο που να οδηγεί σε μια ευδιάκριτη και αξιόπιστη τάση προσαρμογής του προϋπολογισμού και μείωσης του χρέους, αυτό θα μπορούσε να στηρίξει ή και να ενισχύσει την αξιολόγηση», εξήγησε ο αναλυτής. «Περαιτέρω στήριγμα θα παρείχε η εφαρμογή μέτρων που στοχεύουν στον περιορισμό των μελλοντικών αυξήσεων στις δαπάνες για το ασφαλιστικό, καθώς και η λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της αδύναμης ανταγωνιστικότητας της οικονομίας».
Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας θα αποτελέσει, σύμφωνα με τον κ. Mrsnik, μία από τις βασικές προκλήσεις της επόμενης κυβέρνησης. «Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας και η μείωση της γραφειοκρατίας θα αποτελούσαν κατά τη γνώμη μου τα δύο σημαντικότερα μέτρα για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων», προσθέτει ο κ. Newton.
Τα στοιχεία του World Economic Forum αποτυπώνουν τη διαρκή επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, καθώς στην τελευταία μελέτη του οργανισμού που παρουσιάστηκε πριν από λίγες ημέρες, η Ελλάδα βρέθηκε στην 71η θέση ανάμεσα σε 133 χώρες.
Η συνεχής διολίσθηση της χώρας στην παγκόσμια κατάταξη την τοποθετεί πλέον χαμηλότερα από χώρες όπως η Ουρουγουάη και η Μποτσουάνα. Έτσι, σύμφωνα με τον Mrsnik της S&P, το δίπτυχο δημόσια οικονομικά - ανταγωνιστικότητα είναι εκείνο που θα κρίνει την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας στο επόμενο διάστημα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο οίκος αξιολογεί την ελληνική οικονομία στο Α-, δηλαδή στη χαμηλότερη βαθμίδα ανάμεσα στις χώρες-μέλη της Ευρωζώνης.
Η S&P θεωρεί ότι οι προοπτικές της αξιολόγησης είναι σταθερές, όμως ο κ. Mrsnik δηλώνει ότι η στρατηγική της νέας κυβέρνησης σε ό,τι αφορά την οικονομία και τα δημόσια οικονομικά θα μπορούσε να οδηγήσει είτε στην αναβάθμιση είτε στην υποβάθμιση της χώρας. Ιδιαίτερη ανησυχία για τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας εκφράζουν και οι οικονομολόγοι της Morgan Stanley. Η δημοσιονομική αβεβαιότητα που μοιραία φέρνουν οι εκλογές, βρίσκει τη χώρα εν μέσω ύφεσης, με το ΑΕΠ να μειώνεται φέτος, για πρώτη φορά εδώ και 16 χρόνια. Οι προβλέψεις του οίκου μιλούν για συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας κατά 0,2% φέτος και ανάκαμψη από το 2010, με τους ρυθμούς ανάπτυξης να αγγίζουν το 1,5%.
Ωστόσο, όπως σπεύδει να τονίσει η Morgan Stanley, η πτώση του ΑΕΠ δεν θα είναι τόσο δραματική ώστε να εξαιρέσει την Ελλάδα από τον όρο του Συμφώνου Σταθερότητας για έλλειμμα χαμηλότερο από το 3% του ΑΕΠ.
Ο αρμόδιος επίτροπος Joaquin Almunia επισήμανε αυτή την εβδομάδα ότι «όλοι οι πολιτικοί ηγέτες και τα κόμματα στην Ελλάδα γνωρίζουν πλήρως την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας», τονίζοντας ότι δεν θα δοθεί αναβολή στις διαδικασίες για το έλλειμμα εξαιτίας των εκλογών. Μάλιστα, ο επενδυτικός οίκος θα παρακολουθεί το επόμενο διάστημα πολύ στενά τις πρώτες κινήσεις της νέας κυβέρνησης, καθώς σκοπεύει να εκδώσει μια αναλυτική έκθεση για την ελληνική οικονομία -την πρώτη ύστερα από αρκετό καιρό- όταν θα έχει συλλέξει επαρκή στοιχεία.
Η μεγάλη πρόκληση μετά την 4η Οκτωβρίου
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Barclays Capital, Laurence Boone, Fabio Fois και Huw Worthington, η επόμενη ελληνική κυβέρνηση θα παραλάβει μια οικονομία που επλήγη λιγότερο από ό,τι άλλες ευρωπαϊκές από την κρίση. Οι εκτιμήσεις τους μιλούν για συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 0,3% φέτος, με ήπια ανάκαμψη το 2010 (οπότε αναμένεται ανάπτυξη 0,5%), όμως ο οίκος δεν μπορεί παρά να συμφωνήσει ότι η μεγαλύτερη πρόκληση της νέας κυβέρνησης θα είναι η άσχημη εικόνα των δημόσιων οικονομικών. Εξάλλου, οι σχετικές προβλέψεις της Barclays Capital δεν είναι ενθαρρυντικές, αφού κάνουν λόγο για έλλειμμα στο 6,8% του ΑΕΠ το 2009 και στο 8,1% το 2010, εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα. Το χρέος θα ξεπεράσει το 100% του ΑΕΠ φέτος, φτάνοντας στο 107% το 2010.
Το κακό σενάριο για το Χ.Α.
ΣΕ Ο,ΤΙ αφορά το χρηματιστήριο της Αθήνας, ο Λάμπρος Παπαδόπουλος της Citi εκτιμά ότι οι κίνδυνοι από τις πολιτικές εξελίξεις είναι περιορισμένοι, κυρίως γιατί οι πολιτικές των δύο βασικών κομμάτων δεν διαφέρουν ιδιαίτερα. Εξάλλου, το ρίσκο της Ελλάδας είναι ήδη αυξημένο εξαιτίας των σημαντικών μακροοικονομικών ανισορροπιών, τις οποίες θα πρέπει να αντιμετωπίσει όποιο κόμμα και εάν βρεθεί στην κυβέρνηση, επισημαίνει ο αναλυτής.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Citi, το χειρότερο πιθανό σενάριο για το χρηματιστήριο της Αθήνας θα είναι εάν δεν προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση και κάποιο από τα βασικά κόμματα οδηγηθεί σε συνασπισμό με ένα από τα μικρότερα. «Μια αυτοδύναμη κυβέρνηση θα ήταν σε καλύτερη θέση για να αντιμετωπίσει την πρώτη ύφεση της ελληνικής οικονομίας από το 1992», εξηγεί ο αναλυτής. Εναλλακτικά, στην περίπτωση που το ΠΑΣΟΚ επικρατήσει και κερδίσει την αυτοδυναμία, η Citi εκτιμά ότι τόσο οι νέοι υπουργοί όσο και οι διοικήσεις στις επιχειρήσεις που ελέγχονται από το Δημόσιο θα τοποθετηθούν γρήγορα.
«Η όποια περίοδος χάριτος θα είναι σύντομη, καθώς θα πρέπει να συνταχθεί ο προϋπολογισμός του 2010 και να μειωθεί το έλλειμμα», τονίζεται.
Αντίθετα, εφόσον η Νέα Δημοκρατία επιτύχει αυτοδυναμία, το σημερινό καθεστώς και οι οικονομικές πολιτικές εκτιμάται ότι θα συνεχισθούν. Θα υπάρξουν βέβαια αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, αλλά το θεσμικό πλαίσιο και οι διοικήσεις στις εταιρείες που ελέγχονται από το Δημόσιο δεν θα μεταβληθούν, θεωρεί η Citi.
Σε ό,τι αφορά τις επιμέρους μετοχές, ο οίκος ισχυρίζεται ότι μια πιθανή επικράτηση του ΠΑΣΟΚ θα φέρει διοικητικές αλλαγές στον ΟΠΑΠ, τη ΔΕΗ και τον ΟΤΕ. Ο ΟΠΑΠ θα ωφεληθεί από την αναβολή ή και την ακύρωση των φορολογικών μέτρων που ο οίκος χαρακτηρίζει παράλογα. Επιπλέον, η αγορά ενδέχεται να προβληματισθεί γύρω από το θεσμικό πλαίσιο για τη ΔΕΗ, όμως η Citi τονίζει πως οι προηγούμενες κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ ήταν φιλικές προς την επιχείρηση. Ανησυχίες ενδέχεται να σημειωθούν στην αγορά και για αλλαγές στην Εθνική Τράπεζα.
http://www.nooz.gr/page.ashx?pid=9&aid=319049&cid=15