21/2/10

Η ΕΕ ΘΕΛΕΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΛΑΣΤΙΧΟ

Η επίθεση στα εργατικά δικαιώματα δεν έχει μόνο εισπρακτικούς στόχους. Αποσκοπεί σε μια συνολική χειροτέρευση της θέσης της εργατικής τάξης και των εργασιακών σχέσεων, με μοντέλο τον ελαστικά εργαζόμενο.
Η ΕΕ θέλει να το επιβάλει σε όλη την Ευρώπη, όπως φαίνεται και από την υπό συζήτηση στρατηγική "ΕΕ 2020".

Η μελλοντική στρατηγική "Ευρωπαϊκή Ένωση 2020" αφορά στη δεκαετία 2010-2020. Στο έγγραφο "Διαβούλευση για τη μελλοντική Στρατηγική ΕΕ 2020" της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, διευκρινίζεται χαρακτηριστικά ότι αυτή "(...) προορίζεται να διαδεχθεί την τρέχουσα Στρατηγική της Λισαβόνας", ότι "οικοδομεί πάνω στα επιτεύγματα της (...) και την ανανεώνει ώστε να ανταποκριθεί στις νέες προκλήσεις. Στηρίζεται επίσης στα οφέλη που προέκυψαν από τη συντονισμένη αντίδραση στην κρίση, που έλαβε τη μορφή του Σχεδίου για την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας".

Το κείμενο εισηγείται τρεις θεματικούς στόχους: "Τη δημιουργία αξίας με ανάπτυξη βασισμένη στη γνώση". "Την παροχή δυνατοτήτων στους πολίτες μέσα σε κοινωνίες χωρίς αποκλεισμούς". "Τη δημιουργία μιας ανταγωνιστικής, διασυνδεδεμένης και πιο πράσινης οικονομίας". Σε ότι αφορά στον άξονα "την παροχή δυνατοτήτων στους πολίτες μέσα σε κοινωνίες χωρίς αποκλεισμούς", υπάρχει η εκτίμηση ότι "στην μετά την κρίση οικονομία πολλές από τις θέσεις απασχόλησης που καταστράφηκαν δεν πρόκειται να αντικατασταθούν". Τίθεται ο "αναπτυξιακός"στόχος για μετασχηματισμό της ΕΕ "σε μια ευφυέστερη, πιο πράσινη και ανταγωνιστικότερη οικονομία". Ενώ αναγνωρίζονται τα προβλήματα: "Ωστόσο, όσο διαρκεί η μετάβαση αυτή, θα απαιτηθούν μεγάλες προσπάθειες ούτως ώστε όσοι χάνουν τις θέσεις τους να μην υποστούν αποκλεισμό και για να εξασφαλιστεί κοινωνική συνοχή. Πράγματι, εμφανίζονται νέες τάσεις πολλαπλής εισόδου και εξόδου από την αγορά εργασίας κατά τη διάρκεια του επαγγελματικού βίου, αντί για την παραδοσιακή αλληλουχία (εκπαίδευση, απασχόληση και συνταξιοδότηση)".

Όσο για την "αντιμετώπισή" τους προβλέπει "ένα πλαίσιο οράγνωσης και στήριξης των μεταβάσεων αυτών, ενδεχομένως στη βάση ορισμένων από τα μέτρα που υιοθετήθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης (π.χ. μειωμένο ωράριο εργασίας σε συνδυασμό με εκπαίδευση) (...) Η μετάβαση από μια θέση απασχόλησης σε άλλη, από την εκπαίδευση στην απασχόληση και τανάπαλιν θα απαιτήσει διαχείριση. Εδώ είναι που απαιτείται πλήρης αξιοποίηση των δυνατοτήτων της ευελιξίας με ασφάλεια στην απασχόληση. Η πρόκληση είναι να βρεθεί ο καλύτερος τρόπος για την ενίσχυση, αφενός, της ευελιξίας των αγορών εργασίας τόσο από άποψη οργάνωσης της εργασίας όσο και από άποψη εργασιακών σχέσεων και, αφετέρου, της ασφάλειας που παρέχει η διά βίου μάθηση και η κατάλληλη κοινωνική προστασία".

Με άλλα λόγια, το "όραμα" που συνοψίζεται στο τρίπτυχο διά βίου κατάρτιση και αξιολόγηση, ελαστική εργασία, πράσινη ανάπτυξη, περιλαμβάνει αποδοχή της καταστροφής που έχει υποστεί και θα συνεχίσει να υπόκειται η δύναμη εργασία, με το σχεδιασμό "αποδοτικών αγορών εργασίας". Και αντιμετώπιση με γενικευμένη ευελιξία και περικοπές σε ασφαλιστικά, εργασιακά δικαιώματα, με επιδοτήσεις και απαλλαγές στο κεφάλαιο για μια "πράσινη ανάπτυξη". Η ΕΕ επιδιώκει "ξαναχτένισμα" νόμων και θεσμικού πλαισίου για τη νομιμοποίηση της ελαστικής εργασίας, με στόχο την κυριαρχία τελικά ενός άλλου "εργασιακού δικαίου", αυτού της ελαστικής, που θα εκτοπίσει, υπονομεύσει και τελικά καταργήσει το όποιο νομικό καθεστώς προστασίας των εργαζομένων υπάρχει σήμερα.

Διαμορφώνεται έτσι μια νέα κοινωνική και εργασιακή κανονικότητα, με ανατροπή της προηγούμενης (στη ζωή αλλά και στη συνείδηση των εργαζομένων). Το νέο καθεστώς είναι η "ελαστασφάλεια" για τη συντριπτική πλειοψηφία. Η νέα κανονικότητα της ευελιξίας στην εργασία, έχει στόχους σε δύο επίπεδα.

Πρώτο, οικονομικά, ο εργαζόμενος να αξιολογείται, να "στοιχίζει" και να πληρώνεται φτηνά, ενώ ο ίδιος θα χάνει τη ζωή του στην προσπάθεια να κερδίσει "τα προς το ζην", μέχρι να πεθάνει, διασφαλίζοντας όμως την κερδοφορία του κεφαλαίου.

Δεύτερο, κοινωνικά και πολιτικά, ο εργαζόμενος βρίσκεται πάντα στο χείλος της "πηγάδας με τους απασχολήσιμους", προϋπόθεση για μια "κοινωνική συνοχή χωρίς αποκλεισμούς", σε αυτή όμως την κοινωνική και οικονομική πραγματικότητα, της "μισής ζωής", με μισθούς, συντάξεις και πρόνοια στα όρια της επιβίωσης.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

Ο υπουργός Εργασίας Α. Λοβέρδος και τα φιλικά προς την κυβέρνηση ΜΜΕ παρουσιάσαν το σχέδιο νόμου για την "εργασιακή ασφάλεια", που μπήκε και αυτό σε... δημόσια διαβούλευση, ως βήμα για την αντιμετώπιση των πλέον ακραίων μορφών ελαστικής εργασίας. Στην πραγματικότητα όμως, φαίνεται και από τη συγκεκριμένη κριτική του, είναι βήμα για τη γενίκευση της.

ΠΑΡΕΛΘΟΝ Η ΠΛΗΡΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Ο μερικά απασχολούμενος εργαζόμενος είναι το σημείο αναφοράς

Στο πλαίσιο της πολιτικής και των οδηγιών της ΕΕ που αφορούν στην ελαστική εργασία το προσχέδιο νόμου "Εγγυήσεις κατά της εργασιακής ανασφάλειας και άλλες διατάξεις" (που έχει καταθέσει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ) αποδέχεται και νομιμοποιεί όλο το καθεστώς της... "ζούγκλας" της ελαστικής εργασίας, που θεμοθετήθηκε με προηγούμενους νόμους διαδοχικά από ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Πιο συγκεκριμένα: Όπως και πριν έτσι και τώρα, η "βρώμικη" δουλειά της... τεκμηρίωσης της εξαρτημένης σχέσης εργασίας, πρακτικά θα προκύπτει μόνο με καταγγελία του ίδιου του εργαζόμενου, ενώ αυτός εκβιάζεται πρακτικά σε αποδοχή του Δελτίου Παροχής Υπηρεσιών (ΔΠΥ) και υπό την απειλή της "λύσης της συνεργασίας" και της ανεργίας. Η θέσπιση του τριμήνου πίσω από το οποίο δεν... τεκμαίρεται ότι υποκρύπτεται εξαρτημένη εργασία, ενισχύει το ενδεχόμενο ο εργοδότης να απασχολεί τον εργαζόμενο με τρίμηνες συμβάσεις, ίσως και με κάποια ενδιάμεση χρονική διακοπή, και έτσι τελικά να τεκμηριώνει ο εργοδότης παροχή ανεξάρτητων υπηρεσιών με τον εργαζόμενο.

Αξιοσημείωτος είναι και ο νέος ορισμός του εργαζόμενου πλήρους απασχόλησης: "συγκρίσιμος εργαζόμενος με πλήρη απασχόληση", κάθε εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης, που απασχολείται στην ίδια επιχείρηση με σύμβαση ή σχέση εξαρτημένης εργασίας, και εκτελεί ίδια η παρόμοια καθήκοντα, υπό τις αυτές συνθήκες με τον μερικά απασχολούμενο. Δηλαδή η πλήρης απασχόληση παύει να είναι το μέτρο και το σημείο αναφοράς. Αυτό πλέον γίνεται ο μερικά απασχολούμενος. Και ο εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης γίνεται "συγκρίσιμος" και μετρούμενο μέγεθος. Αντιστροφή εννοιών πασοκικής έμπνευσης; Ενώ το ότι οι μερικά απασχολούμενοι "δεν επιτρέπεται να αντιμετωπίζονται δυσμενέστερα" αναιρείται στην ουσία από το παρακάτω "εκτός εάν συντράχουν αντικειμενικοί λόγοι".

Η εκ περιτροπής απασχόληση, περίπτωση της μερικής, μπορεί να επιβληθεί με όρο την ενημέρωση και διαβούλευση του εργοδότη με τους εκπροσώπους των εργαζόμενων. Ο περιορισμός των έξι μηνών ανά έτος δεν αλλάζει το γεγονός ότι ο εργαζόμενος εξαναγκάζεται σε... διαθεσιμότητα άνευ αποδοχών, απειλούμενος είτε με απόλυση, είτε με κλείσιμο της επιχείρησης, ενώ προβλέπεται η δυνατότητα επέκτασής της για ένα ακόμη 6μηνο στο επόμενο έτος. Συνολικά, διευκολύνεται η μερική απασχόληση, με το κράτος να προτοστατεί, αφού αυτή επεκτείνεται και στις ΔΕΚΟ - δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμούς και λοιπούς φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα.

Από την άλλη μεριά, η... πρόνοια να ζητήσει ο εργαζόμενος "τη μετατροπή της σύμβασης εργασίας του από πλήρη σε μερική απασχόληση, με δικαίωμα επανόδου σε πλήρη απασχόληση, εκτός αν η άρνηση του εργοδότη δικαιολογείται από τις επιχειρησιακές ανάγκες", μάλλον ενισχύει τη δυνατότητα εργοδοτικών εκβιασμών όπου οι εργαζόμενοι θα "ζητούν" τη μετατροπή, ενώ το δικαίωμα επανόδου μπορεί να αναιρείται από "επιχειρησιακές ανάγκες".

Στην ενοικιαζόμενη εργασία προστίθεται ότι "επιτρέπεται μόνο για συγκεκριμένους λόγους που δικαιολογούνται από έκτακτες, πρόσκαιρες και εποχιακές ανάγκες". Έτσι οι εταιρείες ενοικίασης με αυτό το άλλοθι συνεχίζουν να προμηθέυουν τους εργοδότες με "έκτακτους", από κάθε άποψη, εργαζόμενους για πιο σκληρή εκμετάλλευση. Και τίποτα δεν εμποδίζει ολόκληρα τμήματα να διαρθρώνονται κάτω από τον τίτλο των έκτακτων / πρόσκαιρων εταιρικών αναγκών, όπως ήδη συμβαίνει σε μια σειρά εταιρειών τηλεπικοινωνίας.

Στους όρους εργασίας των ενοικιαζόμενων προβλέπεται ότι "είναι αυτοί που θα εφαρμόζονταν αν οι εργαζόμενοι είχαν προσληφθεί απ' ευθείας από τον εν λόγω εργοδότη για να καταλάβουν την ίδια θέση". Η νέα διατύπωση, "όροι εργασίας" είναι γενικότερη (προηγούμανα αφορούσε μόνο το ύψος των αποδοχών). Όμως το κρίσιμο ερώτημα, ποιοι είναι αυτοί οι όροι, παραμένει. Τα χρονικά όρια της απασχόλησης στον έμμεσο εργοδότη, 12 και υπό προϋποθέσεις 18 μήνες, και η μετατροπή σε αορίστου χρόνου μετά από αυτούς, αν δεν μασολαβούν οι οριζόμενες 45 μέρες, δεν αποτρέπουν τη δυνατότητα... ανακύκλωσης του προσωπικού. Το πρόβλημα είναι η χρήση ενοικιαζόμενης εργασίας σε κανονικές, από την άποψη απαιτήσεων, αποδοτικότητας κ.λπ., θέσεις εργασίας. Αυτό λύνεται μόνο με την κατάργηση του δουλεμπορίου και της ενοικιαζόμενης εργασίας με την όποια μορφή της (μέσω Εταιρείας Προσωρινής Απασχόλησης, με δανεισμό μεταξύ επιχειρήσεων ενός ομίλου, κ.λπ.). Δεν λύνεται με χρονικούς περιορισμούς.

Η διαθεσιμότητα παραμένει και εκσυγχρονίζεται. Η προϋπόθεση για προηγούμενη διαβούλευση με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, και το όριο των 3 μηνών για να τεθεί ο εργαζόμενος εκ νέου σε διαθεσιμότητα, δεν αλλάζουν την ουσία. Σε μια λογική "συνευθύνης των κοινωνικών εταίρων", όπου δήθεν ο εργοδότης βάζει την επιχείρηση και ο εργαζόμενος τη δουλειά του, ο τελευταίος, όχι μόνο διατίθεται στις προτεραιότητες της εργοδοσίας στις "δύσκολες στιγμές", αλλά και... επιδοτεί τελικά την επιχείρηση, έως και τρεις μήνες το χρόνο, αφού ο μισθός κατά τη διαθεσιμότητα είναι ο μισός.

Όσον αφορά στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας, σημειώνεται αλλαγή στον τρόπο καθορισμού της μέσα από επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή με συμφωνία μέσω κάποιου τύπου οργάνου εκπροσώπησης των εργαζομένων, ακόμα και στις κάτω των 20 εργαζομένων επιχειρήσεις. Επίσης, έως σήμερα, σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων ο εργοδότης προσέφευγε μονομερώς στην επιτροπή διευθέτησης όπου πλειοψηφούσαν εργοδοτικοί και κυβερνητικοί εκπρόσωποι. Τώρα το ρόλο της επιτροπής αναλαμβάνει ο ΟΜΕΔ. Πέρα από το γεγονός ότι αποφάσεις υπέρ των εργοδοτών στον ΟΜΕΔ (χωρίς να τρέφουμε αυταπάτες για το ρόλο του) θα ενισχύσουν ακόμα περισσότερο την εφαρμογή της διευθέτησης, επιδιώκονται πιο μαζικής κλίμακας διευθετήσεις, σε κλαδικό επίπεδο μέσω της "συμφωνίας" των δευτεροβάθμιων συνδικαλιστικών οργάνων. Επιπλέον προβλέπεται ότι "με επιχειρησιακές και κλαδικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας μπορεί να καθορίζεται άλλο σύστημα διευθέτησης χρόνου εργασίας, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του κλάδου ή της επιχείρησης". Θα έλεγε κανείς ότι, νέο ζητούμνο είναι η σύναψη Συλλογικών Διευθετήσεων Εργασίας (ΣΔΕ) στις οποίες οι εργοδότες θα καλούν τα κλαδικά σωματεία.

ΚΑΝΤΖΙΟΥ ΜΑΡΙΑ
ΠΡΙΝ 21/02/2010

ΑΝΤΙΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Στους μεταγενέστερους - Μπ. ΜΠΡΕΧΤ