Πάλη για να πέσει η κυβέρνηση, η πολιτική της και το καθεστώς εποπτείας
Πολιτική συμπόρευση των δυνάμεων που έρχονται σε ρήξη με χρέος, ευρώ / ΕΕ και κεφάλαιο
του Γιάννη Ελαφρού
Μπαίνοντας στον τρίτο μνημονιακό χειμώνα, με την μάχη της επιβίωσης
για πλατιά στρώματα του λαού να γίνεται άγρια, σχεδόν έξι μήνες μετά τις
εκλογές που διαμόρφωσαν την τρικομματική κυβέρνηση και το νέο
κοινοβουλευτικό διπολισμό (με τον ΣΥΡΙΖΑ στον έναν πόλο), το ερώτημα για
τη δυνατότητα αντεπίθεσης του κινήματος και της Αριστεράς της ανατροπής
δεν είναι καθόλου φιλολογικό. Συνδέεται με τις άμεσες αλλά και
μακροπρόθεσμες ανάγκες και τα δικαιώματα του λαού και των εργαζομένων.
Αν ξύσουμε την επιφάνεια της κοινοβουλευτικής αντιπαράθεσης, θα δούμε
ενδιαφέροντα υπόγεια ρεύματα. Την αντοχή ορισμένων κλάδων εργαζομένων,
όπως στους ΟΤΑ και στα ΑΕΙ – ΤΕΙ, που συνεχίζουν το αγωνιστικό
αντάρτικο, χωρίς να περιμένουν την μελλοντική δικαίωση από μια κυβέρνηση
σωτηρίας, με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Την αποσάθρωση όχι μόνο της πολιτικής
επιρροής των κομμάτων της τρόικας εσωτερικού, αλλά τη γενικότερη
αμφισβήτηση βασικών πυλώνων της αστικής κυριαρχίας. Με σημαντική πλευρά
τις βαθιές ρωγμές στην κοινωνική αποδοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην
αντίληψη ότι μόνο εντός του ευρωμονόδρομου μπορεί να απαντηθεί το
ελληνικό δράμα (στην οποία πρωτοστατεί ο ΣΥΡΙΖΑ) ή ακόμα περισσότερο στο
φοβικό σύνδρομο της πάση θυσία παραμονής στο ευρώ (που έκρινε σε μεγάλο
βαθμό την εκλογική αναμέτρηση του Ιούνη). Την αίσθηση όλων και
περισσότερων ότι δεν μπορεί «να δεθεί η Μεσόγειος με σχοινιά». Την
αναζήτηση μεγάλου μέρους του κόσμου της Αριστεράς που αναζητά
ανατρεπτική απάντηση και που ανατροφοδοτείται από τη δεξιόστροφη πορεία
του ΣΥΡΙΖΑ και τη συντηρητική τελικά απάντηση του ΚΚΕ. Αναζήτηση με την
οποία επικοινωνεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αν και παρά την αξιοσημείωτη αντοχή και
ανάκαμψη μετά τις εκλογές του Ιούνη και την πρωτοπόρα συμβολή της σε
όλες τις μάχες, δείχνει όχι μόνο σχετικά αδύνατη, αλλά συχνά δίνει την
εντύπωση προγραμματικής αστάθειας και εσωστρέφειας.
Δεν υπάρχει όμως περιθώριο για ομφαλοσκόπηση και περιχαράκωση. Με
όπλο το πρόγραμμα της αντικαπιταλιστικής ανατροπής της επίθεσης, σε
διαχωρισμό από το ανερχόμενο ρεφορμιστικό ρεύμα του ΣΥΡΙΖΑ και την
ηττοπάθεια του ΚΚΕ (αλλά σε επίμονη συστηματική προσπάθεια κοινής δράσης
στο μαζικό κίνημα, στα μέτωπα πάλης και ουσιαστικού πολιτικού διαλόγου
με τις μαχόμενες δυνάμεις τους), η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να πάρει πολιτικές
πρωτοβουλίες. Η Απόφαση της Κεντρικής Συντονιστικής Επιτροπής (που
δημοσιεύτηκε την Πέμπτη, βλέπε www.antarsya.gr) αναδεικνύει τρία κρίσιμα
πεδία:
Πρώτο, «η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ξεκινά από την ανάγκη για την ανάπτυξη εδώ και
τώρα ενός κινήματος ανατροπής της επίθεσης για να φύγει ο τρικομματικός
εφιάλτης ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΔΗΜΑΡ. Παλεύει να μην εφαρμοστούν τα μέτρα, για την
εκδίωξη της τρόικας, την απελευθέρωση από το καθεστώς της εποπτείας –
κηδεμονίας και της θηλιάς χρέους και ΕΕ, με την δύναμη του παλλαϊκού –
πανεργατικού ξεσηκωμού και της εξέγερσης. Να επιβληθεί μια πολιτική
στροφή στην κατεύθυνση της αντικαπιταλιστικής ανατροπής», τονίζει η ΚΣΕ
της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Και εκτιμώντας ως καταστροφικά τα αποτελέσματα της
τακτικής του «ώριμου φρούτου», ξεκαθαρίζει ότι «Δεν θα φύγουν εάν δεν
τους διώξουμε»! Να λοιπόν ένα πρώτο πεδίο συμπόρευσης δυνάμεων, σε ένα
αγωνιστικό μέτωπο ρήξης κι ανατροπής. Πως θα σταθούν οι μαχόμενες
δυνάμεις του ΚΚΕ, του ΣΥΡΙΖΑ, της άλλης Αριστεράς, του ευρύτερου
κινήματος; Τα μέτωπα είναι συγκεκριμένα: από τους ΟΤΑ μέχρι το
φορολογικό και την αντίσταση στην κρατική, εργοδοτική και φασιστική
τρομοκρατία.
Δεύτερο, «η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πάρει το επόμενο διάστημα πρωτοβουλίες για τη
μετωπική συσπείρωση όσων δυνάμεων και αγωνιστών διαλέγουν δρόμους ρήξης
με τα μνημόνια και την θηλιά του χρέους, το ευρώ, την ΕΕ και το
κεφάλαιο και αναζητούν ένα μέλλον πέρα από τον καπιταλισμό, μέσα από
δρόμους ανατροπής, σε μια σύγχρονη σοσιαλιστική προοπτική (όπως πχ
Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής, κόσμος που διαφοροποιείται προς τα
αριστερά από ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ, άλλες τάσεις της αντικαπιταλιστικής
Αριστεράς)», αναφέρει η ΚΣΕ. Μέσα στον αγώνα και στις αγωνίες του λαού,
απαντώντας στις ανάγκες του κινήματος, στο έδαφος των συγκεκριμένων
πολιτικών μετατοπίσεων προς τα αριστερά, ξεπερνώντας προκαταλήψεις και
μερικότητες, είναι δυνατό και απαραίτητο να γίνει σήμερα ένα
αποφασιστικό βήμα στην πολιτική συμπόρευση – συνεργασία των δυνάμεων της
αντικαπιταλιστικής, αντιιμπεριαλιστικής, αντιΕΕ και αντιδιαχειριστικής
Αριστεράς. Όλα αυτά τα «αντί» έχουν ισχυρό θετικό πρόσημο, καθώς μπορούν
να κτυπήσουν μαζί σε ένα πρόγραμμα πάλης που θα στηρίζεται στους
πολιτικούς στόχους για την επιβίωση και την αποφασιστική βελτίωση της
θέσης των εργαζομένων σε ρήξη με το κεφάλαιο, για την μονομερή κατάργηση
των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων, για την άρνηση και την
διαγραφή του χρέους, για την έξοδο από την ευρωζώνη και την ΕΕ, για τα
δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες και την ανατροπή της κυβέρνησης
και του καθεστώτος απολυταρχίας που έχουν επιβάλλει κεφάλαιο – ΕΕ – ΔΝΤ.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να σηκώσει τη σημαία ενός τέτοιου ανατρεπτικού
ενωτικού ρεύματος μέσα στην Αριστερά αλλά και όλο τον εργαζόμενο λαό,
όχι μόνο αναζητώντας τις έτοιμες οργανωμένες δυνάμεις που μπορούν να
συνεργαστούν, αλλά για να διαμορφώσει και να αναδείξει την ευρύτερη
πρωτοπορία (πρώτα από όλα εργατών) που θα σφραγίσει τις αναμετρήσεις.
Όχι γιατί έτσι φαντασιωνόμαστε, ετσιθελικά, αλλά γιατί ορθώνεται
αντικειμενικά στον αντίποδα της επίθεσης του συστήματος, που προελαύνει
με σημαία το ευρώ και του κεφαλαίου τον πατριωτισμό.
Τρίτο, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην πορεία για τη 2η συνδιάσκεψη θα ανοίξει έναν
ευρύτατο διάλογο με όλους τους αγωνιστές που συνειδητοποιούν ότι σήμερα
απέναντι στην βαθιά ιστορικού χαρακτήρα κρίση του καπιταλισμού,
απαιτείται ένα συνολικό αντικαπιταλιστικό μέτωπο, οπλισμένο με πρόγραμμα
στρατηγικού ορίζοντα. Που να μπορεί να δίνει απαντήσεις και για το «πώς
μπορούμε να ζήσουμε χωρίς ευρώ και ΕΕ, πώς μέσα από τις εθνικοποιήσεις
των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων, τη ριζική αναδιανομή
εισοδήματος, τον εργατικό και λαϊκό έλεγχο, την ανασυγκρότηση των
συλλογικών παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνίας, τη δημοκρατία για τους
εργαζόμενους, μπορεί να απαντήσει η εργατική τάξη και τα πληττόμενα
λαϊκά στρώματα στην καταστροφή». Και γι’ αυτό ακριβώς «η ανατροπή του
καπιταλισμού, ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός της εποχής μας δεν είναι
εγκεφαλική κατασκευή και ‘’όραμα για το μακρινό μέλλον’’, αλλά η μόνη
διέξοδος από τη βαρβαρότητα που μας σπρώχνουν οι δυνάμεις του
κεφαλαίου».
ΠΗΓΗ: ΠΡΙΝ 16/12/2012