24/11/08

Απόφαση της Διεθνούς Γραμματείας της Συντονιστικής Eπιτροπής για την Eπανίδρυση της Tέταρτης Διεθνούς (CRFI)


Μια νέα ιστορική κατάσταση

1. Το σύνολο του παγκόσμιου ιστορικού τοπίου έχει αλλάξει. Η επιδείνωση τον Σεπτέμβριο - Οκτώβριο του 2008 της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, που ξέσπασε την περασμένη χρονιά παίρνει χωρίς προηγούμενο διαστάσεις οδηγώντας στην κατάρρευση τις χρηματιστηριακές αγορές παγκοσμίως, το διεθνές τραπεζικό σύστημα, τεράστιες βιομηχανίες και έναν αυξανόμενο αριθμό Κρατών που βρίσκονται ήδη στο χείλος της χρεοκοπίας.
To παγκόσμιο κραχ έχει ήδη λάβει χώρα. Η κεφαλαιοποίηση των παγκόσμιων χρηματιστικών αγορών έχει μειωθεί κατά το ήμισυ, οι απώλειες των πιστωτικών εργαλείων φτάνει τώρα περίπου στα 3 τρις $ και η καταστροφή του χρέους συνεχίζεται ασυγκράτητα: υπάρχει μια «σχεδόν πλήρης αποσύνθεση του τραπεζιτικού συστήματος στον ανεπτυγμένο κόσμο» (Financial Times, 28/10/2008) παρά τις άνευ προηγουμένου κρατικές παρεμβάσεις.
Η παγκόσμια οικονομία συστέλλεται απότομα.. Το ΔΝΤ προβλέπει για το 2009 γενικευμένη ύφεση σε όλες τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες και την απώλεια περισσότερων από 20 εκ. νέων θέσεων εργασίας. Οι συνθήκες λιμού προκαλούν ήδη εξεγέρσεις για την πείνα στις χώρες του αποκαλούμενου «Τρίτου Κόσμου» και η πτώση των τιμών των πρώτων υλών θα επιταχύνει την χρεοκοπία των χωρών που βασίζονται στην εξαγωγή τους. Τίποτα δεν μπορεί να είναι το ίδιο ξανά.
Ενώ, πριν περίπου δύο δεκαετίες, η διάλυση της ΕΣΣΔ πανηγυρίστηκε από τον καπιταλισμό σαν «το τέλος του κομμουνισμού» και της ίδιας της Ιστορίας, τώρα ο ίδιος ο καπιταλισμός αντιμετωπίζει την δικιά του ενδόρρηξη στα μητροπολιτικά του κέντρα, στις ΗΠΑ, Ευρώπη και Ιαπωνία. Ο μετά το 1989/91 μύθος του φαινομενικού θριάμβου του φιλελεύθερου καπιταλιστικού συστήματος έχει καταρρεύσει, μαζί και η φαντασίωση ενός «μονο-πολικού κόσμου» με κέντρο την «αδιαφιλονίκητη» Αμερικάνικη Αυτοκρατορία,.
Η δυνατότερη καπιταλιστική υπερδύναμη στον πλανήτη, η καπιταλιστική Αμερική συνολικά, κι όχι μόνο η εξανεμισμένη αμερικάνικη «sub-prime αγορά ενυπόθηκων δανείων», μεταμορφώθηκε στο πιο «τοξικό ομόλογο» του παγκόσμιου συστήματος . Ο Τρότσκι είχε προβλέψει ότι καθώς η Αμερική αναδύεται σε παγκόσμιος ηγεμόνας, συσσωρεύει όλες τις παγκόσμιες αντιφάσεις σαν δυναμίτη στα θεμέλια της. Αυτός ο δυναμίτης, που συσσωρεύτηκε κατά τη διάρκεια ενός αιώνα επεκτάσεων και κρίσεων, πολέμων και επαναστάσεων, τώρα εκρήγνυται, αλλάζοντας τη μορφή του κόσμου τον 21ο αιώνα.
Η παρούσα κρίση είναι η κορύφωση, η ενσωμάτωση και το ξεπέρασμα όλων των προηγούμενων σημαντικών συστημικών κρίσεων από την κατάρρευση το 1971 του πλαισίου των συμφωνιών του Μπρέτον Γουντς, το οποίο επιχείρησε να αποφύγει μια επιστροφή στην Μεγάλη Ύφεση των προ-πολεμικών χρόνων, έως και τα χρηματιστηριακά σοκ της δεκαετίας του ‘80 και του ’90 (την λατινοαμερικάνικη «κρίση της τεκίλα» του 1984, το διεθνές κραχ του 1987, το διεθνές κραχ του 1997 με επίκεντρο την Ασία και το οποίο ακολουθήθηκε από το χρεοστάσιο της Ρωσίας το 1998, την κατάρρευση την αμερικάνικης «dot.com» οικονομίας, την ύφεση του 2001-2, το φιάσκο της Enron, την Αργεντίνικη χρεοκοπία κλπ) στη διάρκεια των τριών δεκαετιών της χρηματιστικής παγκοσμιοποίησης.
Την περίοδο 2002-2006 η σπείρα της κρίσης παρέκκλινε και οι δυο αλληλοσυνδεόμενες ατμομηχανές, αυτή της πιστωτικής επέκτασης των ΗΠΑ και εκείνη της βιομηχανικής ανάπτυξης της Κίνας, οδήγησαν σε σχετική ανάκαμψη την παγκόσμια οικονομία. Αλλά τώρα οι δύο ατμομηχανές σταμάτησαν. Η συστολή της παγκόσμιας οικονομίας προσπαθεί να εξαλείψει τα τεράστια ποσά του πλεονασματικού κεφαλαίου, τόσο του πλασματικού όσο και του παραγωγικού, που μπλοκάρουν τη διαδικασία της συσσώρευσης κεφαλαίου.
Το κεφάλαιο δεν είναι ένα πράγμα αλλά μια κοινωνική σχέση. Η έκρηξη στα θεμέλια του συστήματος οδηγεί τις τεκτονικές πλάκες της κοινωνίας σε αλλαγή όλων των κοινωνικών σχέσεων και των διεθνών σχέσεων. Μια διέξοδος από αυτό το αδιέξοδο μπορεί να βρεθεί μόνο μέσα από μια σειρά ιστορικών συγκρούσεων ανάμεσα στις αντίπαλες κοινωνικές δυνάμεις, πρώτα απ’ όλα μεταξύ του κεφαλαίου και της εργασίας. Με άλλα λόγια, η λύση της κρίσης εξαρτάται σε τελευταία ανάλυση από την αναμέτρηση της κοινωνικής επανάστασης και αντεπανάστασης σε διεθνή κλίμακα. Το κύριο καθήκον της παγκόσμιας εργατικής τάξης και της πρωτοπορίας της είναι η επείγουσα πολιτική, προγραμματική, οργανωτική προετοιμασία με όλα τα θεωρητικά και πρακτικά μέσα για αυτή την σύγκρουση.
Η νέα ιστορική κατάσταση στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα απαιτεί την κινητοποίηση των καταπιεσμένων και εκμεταλλευόμενων μαζών κάτω από τη σημαία την επαναστατικής Διεθνούς του 21ου αιώνα- την Τέταρτη Διεθνή που πρέπει να επανιδρυθεί!

Από την κρίση στο κραχ και την ύφεση

2. Η Αμερική, το ιστορικά υψηλότερο σημείο ανάπτυξης του παγκόσμιου καπιταλισμού, έχει μετατραπεί όχι μόνο στο κέντρο του παγκόσμιου καπιταλισμού αλλά και στο κέντρο της κρίσης του που βαθαίνει..
Η κατάρρευση της αμερικάνικης sub-prime αγοράς το 2007 απελευθέρωσε μια διεθνή, οικονομική χιονοστιβάδα χρεοκοπιών και μια παγκόσμια πιστωτική ασφυξία, που ακολουθήθηκε αρχικά από μια εκτόξευση και μετά από μια δραματική πτώση στις τιμές του πετρελαίου και των πρώτων υλών, αλλά και πάνω απ’ όλα, από μια ασταμάτητη ολίσθηση σε μια συγχρονισμένη παγκόσμια οικονομική κάμψη και ύφεση.
Η επί τρεις δεκαετίες παγκοσμιοποίηση του χρηματιστικού κεφαλαίου , μετά από μια σειρά σοκ (1984, 1997 και 1997), κατέληξε σε καταστροφή.
Η ολοκληρωτική αποτυχία του αποκαλούμενου «νεοφιλελευθερισμού», του οικονομικού δόγματος που ακολουθήθηκε από σχεδόν κάθε καπιταλιστική κυβέρνηση, συνοψίζεται στα δραματικά μέτρα που ελήφθησαν επειγόντως από τους πρωταθλητές των ιδιωτικοποιήσεων, του Ριγκανισμού (Reaganomics) και του Θατσερισμού, στις ίδιες τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η διαδικασία των αυξανόμενων επιχειρήσεων διάσωσης από το Κράτος ξεκίνησε με την εθνικοποίηση της Northern Rock στη Βρετανία το Σεπτέμβριο του 2007 , αυτήν της Bear Sterns , μιας από «Μεγάλες Τέσσερις» τράπεζες επενδύσεων στις ΗΠΑ, το Μάρτιο του 2007 και έφτασε σε ένα αποφασιστικό σημείο καμπής που επίσπευσε τον ανεμοστρόβιλο του Σεπτεμβρίου- Οκτωβρίου: την εθνικοποίηση των δίδυμων γιγάντων Fanny Mae και Freddie Mac που ελέγχανε τα τέσσερα πέμπτα της καταρρέουσας αμερικάνικης αγοράς υποθηκών, τον Σεπτέμβριο 2008.
Οι αρχές των ΗΠΑ φυσικά δεν είχαν άλλη εναλλακτική λύση παρά να παραβιάσουν τις ίδιες τις ιδρυτικές αρχές του καπιταλιστικού φονταμενταλισμού. Δεν μπορούσαν να επιτρέψουν δύο Κρατικά Υποστηριζόμενες Επιχειρήσεις, με χρέος ίσο με το 40% του ΑΕΠ των ΗΠΑ, να καταρρεύσουν από τα χτυπήματα του «αόρατου χεριού» της αγοράς. Αυτή η κατάρρευση θα σήμαινε χάος στο διεθνές οικονομικό σύστημα, πλήγμα στο δολάριο και κήρυξη χρεοκοπίας των ΗΠΑ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η γιγαντιαία εξαγορά έβαλε ταφόπλακα όχι μόνο σε ό,τι παραπλανητικά αποκαλούνταν «νεοφιλελευθερισμός» αλλά σε μια ολόκληρη εποχή κυριαρχούμενη από την κεντρική καπιταλιστική ψευδαίσθηση μιας αυτορρυθμιζόμενης οικονομίας της αγοράς από ένα «αόρατο χέρι». Αποδεικνύει ότι ο νόμος της αξίας έχει εξαντληθεί ως ρυθμιστική αρχή της οικονομίας ΄ η αφηρημένη εργασία είναι πολύ περιοριστική ως μέτρο του υλικού κοινωνικού πλούτου ΄ συνεπώς ο παγκόσμιος καπιταλισμός στο προχωρημένο ιμπεριαλιστικό στάδιο του, έχει εισέλθει εδώ και καιρό σε μια ιστορική εποχή παρακμής.
Παρά το ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν είχε άλλη εναλλακτική παρά να εθνικοποιήσει τη Fannie και τη Freddie, αυτή η επιχείρηση διάσωσης δημιούργησε νέα προβλήματα. Οι πόροι που ξοδεύτηκαν για την επιχείρηση διάσωσης (περίπου 200 - 300 δις $) εμπόδισαν την επανάληψη της για άλλα οικονομικά ιδρύματα σε ύφεση. Η μεγαλύτερη πρώτη απώλεια ήταν η γιγάντια τράπεζα επενδύσεων Lehman Brothers που αφέθηκε να καταρρεύσει.
Η χρεοκοπία της Lehman Brothers έγινε ο καταλύτης για μια χιονοστιβάδα χρεοκοπιών, εντατικοποίηση της παγκόσμιας πιστωτικής ασφυξίας και διεθνή πανικό. Η σύμπτωση αυτής της χρεοκοπίας με την αναγκαστική πώληση της Merrill Lynch το ίδιο Σαββατοκύριακο 13-14 Σεπτεμβρίου 2008, που ακολουθήθηκε από την διάσωση της τελευταίας στιγμής της τεράστιας ασφαλιστικής εταιρείας AIG από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, έδειξε καθαρά ότι η παγκόσμια οικονομική κατάρρευση που άρχισε από την Αμερική δεν είχε σταματήσει.
Μέσα σε έξι μήνες, ολόκληρο το συγκρότημα των επενδυτικών τραπεζών της Wall Street είχε διαλυθεί: η Bear Sterns διαλύθηκε, η Lehman Brothers χρεοκόπησε, η Goldman Sachs και η Morgan Stanley υποχρεώθηκαν να αλλάξουν κατηγορία και να τεθούν υπό τον έλεγχο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed).
Ακολούθησε μια σειρά δραματικών κρατικών παρεμβάσεων τόσο στην Αμερική και την Ευρώπη που ξεπέρασαν ό,τι συνέβη μετά το ξέσπασμα της κρίσης το 2007.
Κατά το 2007-2008 ο κόσμος είχε ήδη γίνει μάρτυρας συνεχών, χωρίς προηγούμενο σε μέγεθος και στη φύση τους, αλλά τελικά, ανεπιτυχών παρεμβάσεων από τις Κρατικές αρχές και τις κεντρικές τράπεζες των πιο ισχυρών καπιταλιστικών οικονομιών και ιμπεριαλιστικών κρατών στον κόσμο, στην Βόρεια Αμερική, Ευρώπη και Ασία, για να ανακόψουν την εκτυλισσόμενη κρίση και τους συστημικούς της κινδύνους. Εκατοντάδες εκατομμυρίων δολαρίων, ευρώ και γιεν διοχετεύτηκαν στο τραπεζικό σύστημα , μια επεκτατική νομισματική πολιτική μειώσεων των επιτοκίων ακολουθήθηκε από την αμερικάνικη Fed και άλλες κεντρικές τράπεζες, δημοσιονομικά κίνητρα (π.χ. προτάθηκαν μειώσεις φόρων ευνοώντας τους πλούσιους ενάντια στους φτωχούς), αλλά η σπείρα της παγκόσμιας κρίσης συνέχισε να ξεδιπλώνεται απειλώντας ολόκληρο το σύστημα.
Μετά το φιάσκο της Lehman Brothers, το Σχέδιο Πόλσον των 700 δις $ παρουσιάστηκε επειγόντως για να αγοράσει «τοξικά ομόλογα» και να ανακουφίσει το χρηματοπιστωτικό σύστημα από το καταστροφικό τους φορτίο. Τελικά ψηφίστηκε στο Κογκρέσο χωρίς ν’ αποφευχθεί η πολιτική κρίση και χωρίς να πείσει ότι το σχέδιο θα είναι τελικά αποτελεσματικό. Ακόμα και απ’ αυτό το ποσό, 250 δις $ έπρεπε επειγόντως να προωθηθεί στην επανακεφαλαιοποίηση και μερική εθνικοποίηση των 9 ισχυρότερων αμερικάνικων τραπεζών. Το σχέδιο Πόλσον επιτίθεται σαν το κύριο πρόβλημα να είναι η έλλειψη ρευστότητας, ενώ ο πραγματικός πυρήνας του προβλήματος είναι η αδυναμία εξόφλησης χρεών. Η τιτλοποίηση διέσπειρε παγκόσμια τους κινδύνους έκανε τους κινδύνους χρεοκοπίας αδιαφανείς, καταστρέφοντας όμως κάθε φερεγγυότητα και παγώνοντας τις πιστωτικές γραμμές. Ο δανεισμός από τις τράπεζες επεκτάθηκε υπερβολικά, πολλές φορές 60 φορές πάνω από τα ίδια κεφάλαια, καθιστώντας τες υποψήφιες για χρεοκοπία. Το Σχέδιο Πόλσον δίνει προσωρινή ανακούφιση στους μεγιστάνες της Wall Street, ενώ ο φορολογούμενος της «Main Street» πρέπει να πληρώσει το λογαριασμό. Μεταφέρει ένα ακόμα κομμάτι του τεράστιου ιδιωτικού χρέους στο δημόσιο χρέος μιας ήδη καταχρεωμένης Αμερικής.
Ενώ, με την αύξηση των ελλειμμάτων στις ΗΠΑ, η ανάγκη για χρηματοδότηση από ξένους επενδυτές αυξάνεται, η φερεγγυότητα των ΗΠΑ γρήγορα επιδεινώνεται. Το ποσοστό του συνολικού αμερικάνικου χρέους στο ΑΕΠ από 163% το 1980, έγινε 240% το 1990 και σκαρφάλωσε στο 346% το 2007. Αυτό επιβαρύνεται πάρα πολύ από τις δραματικές εξελίξεις το 2007 – 2008, συμπεριλαμβανομένων των 6 τρις $ των στοιχείων του παθητικού των Fannie και Freddie και τα 700 δις $ του σχεδίου Πόλσον. Η Αμερική έχει μεταμορφωθεί σε υπερ-Αργεντινή σε αδήλωτη χρεοκοπία. Το πρόβλημα της υπερχρέωσης των ΗΠΑ μεταφέρεται στην επόμενη κυβέρνηση.
Η εκλογική νίκη του Μπάρακ Ομπάμα εκφράζει την ανάγκη τόσο των εξουσιαστών όσο και των εξουσιαζoμένων να ξεπεράσουν μια αφόρητη κατάσταση που κληρονόμησαν από τα χρόνια της διακυβέρνησης Μπους: χειροτέρευση των συνθηκών ζωής, αυξανόμενη ανεργία, ένα υπερεξογκωμένο καταναλωτικό,. επιχειρηματικό και δημόσιο χρέος, τεράστια ελλείμματα, ύφεση και οικονομική καταστροφή μαζί με το εξίσου καταστροφικό αδιέξοδο του διεθνούς «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» στη Μέση Ανατολή και την Κεντρική/ Νότια Ασία.
Η νέα διακυβέρνηση του Ομπάμα είναι ένα εργαλείο στα χέρια του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού να διαχειριστεί την κρίση του. Οι πολιτικές του αναπόφευκτα σε κάποιο σημείο θα συγκρουστούν βίαια με τις μεγάλες προσδοκίες των μαζών των εργατών και των καταπιεσμένων μειονοτήτων που κινητοποιήθηκαν σε πρωτοφανή κλίμακα για τη νίκη του.

Η κυβέρνηση της Βρετανίας παρουσίασε το σχέδιο του Γκόρντον Μπράουν στις 8 Οκτωβρίου εθνικοποιώντας μερικώς 8 μεγάλες τράπεζες. Μαζί η Βρετανία, η Γερμανία και η Γαλλία ανακοίνωσαν στις 13 Οκτωβρίου περισσότερα από 222 δις $ νέας τραπεζικής ρευστότητας και σχεδόν 1 τρις $ σε διατραπεζικές εγγυήσεις δανείων.
Αλλά αυτά τα άνευ προηγουμένου μέτρα δεν εκτόνωσαν την κρίση. Η ύφεση εξαπλώνεται στις ΗΠΑ, στη Βρετανία, στην Ευρωζώνη και στην Ιαπωνία. Οι χρηματιστηριακές αγορές, οι αγορές συναλλάγματος, οι τράπεζες και βιομηχανίες είναι σε συνεχή αναβρασμό υπό την σκιά της ύφεσης ή του παγκόσμιου στασιμο- αποπληθωρισμού (στασιμότητα μαζί με αποπληθωρισμό) που είναι καθ’ οδόν (βλέπε www.rgemonitor.com, 25 Οκτωβρίου 2008).
Η μείωση των επιτοκίων από τη Fed, δύο φορές τον Οκτώβριο του 2008, στο χαμηλότερο επίπεδο μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 (με κινήσεις ανάλογες, στη συνέχεια, από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την Τράπεζα της Αγγλίας, την Τράπεζα της Ιαπωνίας και άλλες κεντρικές τράπεζες στην Ασία) μπορούσε να έχει ένα εφήμερο αποτέλεσμα στις ευάλωτες χρηματαγορές αλλά είναι εντελώς ανίκανη να ανατρέψει την συστολή της παγκόσμιας οικονομίας. Όπως τόνισαν πολλοί αναλυτές, οι μειώσεις αυτές είναι απλώς σημάδι απελπισίας.

Το κράτος παρεμβαίνει

3. Η οποιαδήποτε παρέμβαση του κράτους είναι ανεπαρκής να αντιμετωπίσει το μέγεθος του προβλήματος που δημιουργήθηκε από την υπερσυσσώρευση του πλασματικού κεφαλαίου.
Η αγορά παραγώγων επεκτάθηκε από τα 100 τρις $ το 2002 σε 516 τρις $, κατά την εκτίμηση της BIS, το 2007 ή 585 τρις $ βάσει άλλων εκτιμήσεων! Συγκριτικά, όλα τα πραγματικά αγαθά και υπηρεσίες που παράγονται από όλες τις οικονομίες στον κόσμο ετησίως, το παγκόσμιο ετήσιο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν είναι λιγότερο από 50 τρις $, και στις ΗΠΑ το ετήσιο ΑΕΠ φτάνει περίπου τα 13 τρις $. Γίνεται ξεκάθαρο ότι καμία επέμβαση από μια κεντρική τράπεζα ούτε από όλες τις τράπεζες του κόσμου συνολικά δεν θα μπορούσε ποτέ να ελέγξει την τρικυμία αυτού του ωκεανού των παραγώγων.
Ενώ το Κράτος παρουσιάζεται από του δεξιούς, τους φιλελεύθερους ή τους αριστερούς «ειδικούς» ως το τελευταίο καταφύγιο για να σωθεί το σύστημα, το ένα Κράτος μετά το άλλο μπαίνει στη σειρά των χωρών σε χρεοκοπία: Ισλανδία, Ουγγαρία, Ουκρανία, Λευκορωσία, Καζακστάν, Ρουμανία, Βουλγαρία, Πακιστάν, Ινδονησία, Φιλιππίνες κλπ. Το ένα κράτος μετά το άλλο απευθύνει απεγνωσμένες εκκλήσεις στο ΔΝΤ, ξανά. Το ΔΝΤ έχει ήδη ανταποκριθεί στα καλέσματα της Ουγγαρίας και της Ουκρανίας και μάλλον σύντομα θα παρέμβει και σε άλλες περιπτώσεις. Τα αποθέματα όμως αυτού του οργανισμού είναι πολύ περιορισμένα, περίπου 250 δις $. Δεν μπορεί να παίξει το ρόλο του σωτήρα, περισσότερο θα επιτείνει τα κοινωνικο-πολιτικά προβλήματα επιβάλλοντας στις χώρες που «βοηθάει» τις γνωστές δρακόντειες προϋποθέσεις.
Το καπιταλιστικό Έθνος/ Κράτος είναι εντελώς ανίκανο να αντιμετωπίσει μια παγκοσμιοποιημένη κρίση, που δημιουργήθηκε από την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση η οποία, κατά τις τελευταίες δεκαετίες, έχει διασυνδέσει τα εθνικά τμήματα της παγκόσμιας οικονομίας περισσότερο από ποτέ κατά την ιμπεριαλιστική εποχή.
Μετά το κραχ του 1929, η σύνδεση με το νομισματικό σύστημα του Kανόνα Χρυσού (Gold Standard) διεθνοποίησε την κρίση, γι’ αυτό μάλιστα το λόγο χρειάστηκε κάποιος χρόνος μέχρι το 1932-33 για να εκδηλωθεί όλη η καταστροφική δύναμη της Μεγάλης Ύφεσης. Αντίθετα τώρα, χάρη στην χρηματιστική παγκοσμιοποίηση, ο χρηματοπιστωτικόςς αναβρασμός αμέσως οδήγησε στην τραπεζική κρίση και επίσπευσε την ύφεση και χρεοκοπία Κρατών, ξεκινώντας με την Ισλανδία.
Το Έθνος/ Κράτος δεν μπορεί να γίνει αποτελεσματικά το τελευταίο οικονομικό καταφύγιο που θα σώσει το παγκόσμιο σύστημα του κεφαλαίου. Αντίθετα, εξαιτίας της κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος , αυτό υποκύπτει κάτω από το συντριπτικό βάρος της υπερχρέωσης, τα ερείπια των δημόσιων οικονομικών και την αδυναμία να πληρώσει το χρέος οδηγούμενο στη χρεοκοπία.
Η παρούσα αναπτυσσόμενη παγκόσμια καπιταλιστική κρίση απέδειξε όχι μόνο την συνολική αποτυχία του αντι-κεϋνσιανού νεοφιλελευθερισμού αλλά και οποιουδήποτε νεο- κεϋνσιανικού Κρατικού παρεμβατισμού.
Αλλά παρόλο που το Κράτος δεν μπορεί να καταφέρει να γίνει το έσχατο οικονομικό καταφύγιο, παραμένει το έσχατο πολιτικό καταφύγιο της αστικής τάξης, το κέντρο της πολιτικής της εξουσίας με το μονοπώλιο της βίας. Ο αυξανόμενος ρόλος της μεταξύ των αντικρουόμενων καπιταλιστικών συμφερόντων και ανάμεσα στο κεφάλαιο στο σύνολό του και στην εργασία ενδυναμώνει την τάση να αναλάβει έκτακτες εξουσίες μέσω επειγόντων μέτρων, μια Κατάσταση Έκτακτης Ανάγκης που ήδη γνωρίσαμε όταν εμφανίστηκε η κρίση της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης κι άρχισε το παραλήρημα του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας».
Καθώς το Κράτος εμπλέκεται μεταξύ αντικρουόμενων συμφερόντων, γίνεται το επίκεντρο όλων των κοινωνικών εντάσεων, ένας μεσάζοντας που μετατρέπει την οικονομική σε κοινωνική κρίση επηρεάζοντας όλες τις τάξεις, σκορπώντας δυστυχία στις ευρύτερες μάζες και βαθαίνοντας την πολιτική κρίση γύρω από το κεντρικό ζήτημα της ίδιας της πολιτικής εξουσίας.
Κι οι δύο κύριες κοινωνικο-οικονομικές στρατηγικές που χρησιμοποιήθηκαν από το κεφάλαιο κατά τον τελευταίο αιώνα για να ανακόψει την ιστορική του παρακμή και την απειλή της εργατικής τάξης, τόσο ο κρατικός παρεμβατισμός όσο και ο νεο-φιλελευθερισμός, απέτυχαν μακροπρόθεσμα, δημιουργώντας κρίση διακυβέρνησης: οι «από πάνω» δεν μπορούν να κυβερνούν με τον παλιό τρόπο, αλλά και οι από κάτω δεν αντέχουν άλλο να κυβερνώνται και να ζουν σε ένα άθλιο παρόν δίχως μέλλον. Συνεπώς, δημιουργούνται οι βασικές προϋποθέσεις για την ανάδυση επαναστατικών καταστάσεων.
Οι «δεξαμενές ιδεών» της άρχουσας τάξης αναγνωρίζουν την απειλή. Ο Martin Wolf στους Financial Times (28 Οκτωβρίου 2008) μιλάει για τους πολιτικούς κινδύνους που αναδύονται από την παγκόσμια ύφεση αναφέροντας «την ξενοφοβία, τον εθνικισμό και την επανάσταση» {υπογράμμιση δικιά μας}. Το τελευταίο είναι που οδηγεί τους ηγέτες σε μια πρόωρη σύνοδο κορυφής των G20 μετά τις εκλογές των ΗΠΑ και αναγκάζει τον Σαρκοζί και άλλους Ευρωπαίους ηγέτες να ζητούν ένα « Μπρέτον Γουντς Νο2I».
Στο Μπρέτον Γουντς τον Ιούλιο του 1944, ήταν οι ΗΠΑ, ο νέος παγκόσμιος ηγεμόνας που διέθεταν τα δύο τρίτα των παγκόσμιων αποθεμάτων χρυσού στο Θησαυροφυλάκιό τους και το ισχυρό εθνικό νόμισμα, που ανέλαβε το ρόλο του παγκόσμιου αποθεματικού σε σταθερή ισοτιμία με το χρυσό. Έτσι κατάφερε να στηρίξει ένα διεθνές Κεϋνσιανό Νιου Ντήλ για να ανοικοδομήσει την κατεστραμμένη Ευρώπη και ν’ απωθήσει την επαναστατική απειλή, με την κρίσιμη πολιτική βοήθεια του Σταλινισμού.
Τώρα, η παγκόσμια κατάσταση έχει εντελώς αλλάξει. Η Αμερική, όχι μόνο δεν είναι σε θέση να επανασταθεροποιήσει την Ευρώπη και τον καπιταλιστικό κόσμο αλλά τους οδηγεί κιόλας στην άβυσσο. Δεν υπάρχει χώρος για καμιά ιστορική παραχώρηση στην εργατική τάξη όπως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αντίθετα η γενναιοδωρία προς τους τραπεζίτες και τους χρηματιστές εξισορροπείται με την καταστροφή των εναπομενουσών κοινωνικών υπηρεσιών (στην Παιδεία, Υγεία, συντάξεις κλπ.) και την πτώση του επιπέδου ζωής του πενόμενου πληθυσμού. Είναι κακή η στιγμή για ταξικούς συνεργάτες: η σοσιαλδημοκρατία είναι ανυπόληπτη και ο σταλινισμός, με τους πάλαι ποτέ δυνατούς, γραφειοκρατικούς του μηχανισμούς, δεν είναι πλέον σε θέση να βοηθήσει στην πειθάρχηση των εργατών.
Το Μπρέτον Γουντς Νο 2 αποτελεί μια χίμαιρα του Σαρκοζί και άλλων Ευρωπαίων ηγετών που τρομάζουν από τον ερχομό κοινωνικών εκρήξεων, μια αυταπάτη που συμμερίζονται με τους «νεο-Κεϋνσιανούς» της αριστεράς και της λεγόμενης «άκρας» αριστεράς.

Η Ευρώπη στη ζώνη των καταιγίδων

4. Η παρούσα παγκόσμια καπιταλιστική κρίση απεκάλυψε την ευπάθεια του συστήματος στην γενέτειρά του, τη Γηραιά Ήπειρο, καθώς και την ευθραυστότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τροφοδοτώντας όλες τις φυγόκεντρες δυνάμεις που την διαλύουν.
Καθώς η κρίση κλιμακώνονταν το Σεπτέμβριο - Οκτώβριο 2008, η μια ευρωπαϊκή κυβέρνηση μετά την άλλη αναγκάστηκε να παρέμβει με πρωτοφανή μέτρα για να εμποδίσει την κατάρρευση των μεγαλύτερων τραπεζών και επιχειρήσεων και για να σταματήσει την χρηματιστική κατάρρευση. Στις 28 Σεπτεμβρίου οι κυβερνήσεις του Βελγίου, Ολλανδίας και Λουξεμβούργου εθνικοποίησαν την τράπεζα Fortis, το μεγαλύτερο ιδιώτη εργοδότη του Βελγίου. Στις 29 Σεπτεμβρίου, η Βρετανική Bradford and Bingley, που είχε το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς ακινήτων προς ενοικίαση κρατικοποιήθηκε. Στις 5 Οκτωβρίου η Γερμανική κυβέρνηση εγγυήθηκε για την γιγαντιαία τράπεζα παροχής στεγαστικών δανείων σε επιχειρήσεις Hypo Real Estate και δήλωσε ότι εγγυάται τις αποταμιεύσεις όλων των καταθετών (την προηγούμενη μέρα κριτίκαρε την Ιρλανδική κυβέρνηση που έκανε ακριβώς το ίδιο). Στις 8 Οκτωβρίου, η Βρετανική κυβέρνηση επανακεφαλαιοποίησε και μερικώς εθνικοποίησε τις 8 μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας αγοράζοντας προνομιούχες μετοχές.
Έγινε ξεκάθαρο ότι, παρά τους ισχυρισμούς περί Ευρωπαϊκής ενότητας, οι Ευρωπαίοι καπιταλιστές αντέδρασαν στην παγκόσμια κρίση ακολουθώντας εθνικές γραμμές. Έγινε ξεκάθαρη στην Ε.Ε η απουσία της αντίστοιχης αμερικάνικης Fed., ικανής να επιβάλλει ένα σχέδιο στην Ευρωζώνη. Παρά τους επικριτές της ή τους συνηγόρους της που αποκαλούν την Ε.Ε. «υπερ-κράτος», αυτή η Ένωση των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών έχει μεν ένα κοινό νόμισμα μεταξύ των 15 από τα 27 μελών της, αλλά δεν έχει έναν κοινό ευρωπαϊκό προϋπολογισμό ή ένα κοινό ευρωπαϊκό φορολογικό σύστημα. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ασχολείται αποκλειστικά με το να συγκρατήσει τον πληθωρισμό εντός των ορίων της συνθήκης του Μάαστριχτ, παρόλο που τώρα ο πληθωρισμός έχει ξεπεράσει το 3,6%. Ένα άλλο όριο που τέθηκε από την ίδια συνθήκη, η συγκράτηση του δημόσιου χρέους κάτω από το 2% έχει ήδη εγκαταλειφθεί στην παρούσα στιγμή εξαιτίας της εκβάθυνσης της κρίσης. Οι καπιταλιστές Ευρωπαίοι ηγέτες ζητάν την εγκαθίδρυση νέων διεθνών κανονισμών – ένα νέο Μπρέτον Γουντς - και την ίδια ώρα αδιαφορούν για τους δικούς τους Ευρωπαϊκούς κανονισμούς!
Στις 12-13 Οκτωβρίου, η σύνοδος των ηγετών της Ευρωζώνης και της Βρετανίας αποφάσισε να ακολουθήσουν γενικές κατευθυντήριες γραμμές διοχετεύοντας ρευστότητα κατευθείαν στις τράπεζες και/ή παρέχοντας εγγυήσεις διατραπεζικών δανείων. Η Γερμανία, Γαλλία και Βρετανία μαζί ανακοίνωσαν περισσότερα από 163 δις € (222 δις $) νέας τραπεζικής ρευστότητας και 700 δις € (περίπου 1 τρις $) σε εγγυήσεις διατραπεζικών δανείων. Αλλά τα προτεινόμενα μέτρα ήταν απλά κατευθυντήριες γραμμές και με το κάθε κράτος μέλος να πρέπει να αναπτύξει τη δικιά του ανεξάρτητη, εθνική «λύση». Η Ε.Ε., την στιγμή της αλήθειας μιας παγκόσμιας κρίσης, επιδεικνύει τη δομική της αδυναμία και τη συνεχιζόμενη διάσπαση της Ευρώπης πάνω σε εθνικές, καπιταλιστικές γραμμές. Η κυβέρνηση της Γερμανίας για παράδειγμα αρνείται να δώσει το παραμικρό ευρώ για οποιαδήποτε Ευρωπαϊκή – μη Γερμανική- τράπεζα ή επιχείρηση, όπως ζητάει ο Γάλλος Πρόεδρος Σαρκοζί.
Οι φυγόκεντρες δυνάμεις ενδυναμώθηκαν λόγω διαφορών σε τρία βασικά θέματα: το κυβερνητικό μερίδιο στην οικονομία, το έλλειμμα του κυβερνητικού προϋπολογισμού και το επίπεδο της εθνικής υπερχρέωσης. Τα πιο σοβαρά απειλούμενα κράτη είναι η Γαλλία, η Ιταλία, η Ελλάδα και η Ουγγαρία.
Η κήρυξη χρεοκοπίας της Ουγγαρίας αναβλήθηκε λόγω του έκτακτου πακέτου διάσωσης των 25.1 δις $ από το ΔΝΤ, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Παγκόσμια Τράπεζα.
Η Ιταλία, η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη, είναι φορτωμένη με το βάρος του τρίτου μεγαλύτερου στο κόσμο δημόσιου χρέους που ξεπερνά το 1$τρις, ένα χρέος πολύ υψηλότερο από αυτό της Γαλλίας. Το υψηλό δημόσιο χρέος, το μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα , οι υπέρογκες κυβερνητικές δαπάνες που φτάνουν σχεδόν το 50% του ΑΕΠ και ένα φορομπηχτικό σύστημα από τα υψηλότερα σε έσοδα στο κόσμο(43% του ΑΕΠ) εμποδίζουν την ιταλική κυβέρνηση να μπορεί να δώσει οποιοδήποτε σημαντικό σχέδιο διάσωσης στους ιταλικούς τραπεζικούς γίγαντες Intesa και UniCredit που έχουν εκτεθεί σε τεράστιες διαστάσεις στην Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. «Η Ιταλία επομένως, θα μπορούσε να είναι η πρώτη σημαντική οικονομία της ευρωζώνης που θα την σφυρηλατούσε η παγκόσμια οικονομική κρίση… Οι επιλογές της Ιταλίας θα είναι, είτε να ξεπεράσει το αδιέξοδο της μέσω βοήθειας από το εξωτερικό(και έτσι ενδεχομένως να αντιμετωπίσει μια παρατεταμένη ύφεση), είτε η επανεξέταση του ρόλου της ως χώρα της ευρωζώνης» (Stratfor, 28 Οκτωβρίου 2008). Οι πιέσεις στην Ευρωπαϊκή Νομισματική Ένωση ενισχύονται επικίνδυνα από κάθε γωνιά της υπέρ-επεκταμένης ΕΕ και απειλούν την ακεραιότητά της καθώς και το μέλλον του ίδιου του ευρώ.
Η Ελλάδα, με μια πολύ πιο αδύνατη οικονομία, ένα δημόσιο έλλειμμα στο 3.5% του ΑΕΠ, ένα αυξανόμενο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών μεγαλύτερο από 15% του ΑΕΠ, και ένα συνολικό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος μισό τρις δολάρια, έχει το πιο υπερεκτεθειμένο τραπεζικό σύστημά στα Βαλκάνια, ιδιαίτερα στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Η μαζική ρευστοποίηση των ελληνικών κρατικών δεσμών (περισσότερα από 3 δις ευρώ τις τελευταίες 10 ημέρες του Οκτωβρίου του 2008) συνεχίζεται. Η Merrill Lynch στην τελευταία ευρωπαϊκή έκθεσή της υποβίβασε μερικές από τις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες (Alpha Bank, Εθνική Τράπεζα, Eurobank και την Τράπεζα Πειραιά) λόγω των κίνδυνων που αντιμετωπίζουν στα Βαλκάνια.
Η Βουλγαρία και η Ρουμανία είναι ουσιαστικά χρεοκοπημένες, απειλώντας με ντόμινο καταρρεύσεων τις ελληνικές, ιταλικές, και γαλλικές τράπεζες. Παρόμοιους κίνδυνους αντιμετωπίζουν οι αυστριακές τράπεζες στην Κεντρική Ευρώπη, ακόμα και η Σουηδία σε σχέση με τις Βαλτικές χώρες. Όλες αυτές οι τράπεζες έχουν χρησιμοποιήσει εκτενώς carry trade με χαμηλού επιτοκίου δάνεια σε γεν και ελβετικό φράγκο με σκοπό να επενδύσουν στα τοπικά νομίσματα της Ανατολή, που έχουν υψηλότερα επιτόκια. Δεδομένου ότι τα ελλείμματα στις Ανατολικές χώρες αυξάνονται και τα αδύνατα εθνικά ρεύματα άρχισαν να πέφτουν, οι τράπεζες της ΕΕ βρέθηκαν να στέκονται πάνω σε μια κινούμενη άμμο.
Η κατάρρευση των σταλινικών καθεστώτων στην Ανατολική Ευρώπη ειδώθηκε αρχικά ως η μεγάλη ιστορική ευκαιρία για τον ευρωπαϊκό ιμπεριαλισμό και κυρίως για την ατμομηχανή της ολοκλήρωσής της, τον γερμανικό-γαλλικό άξονα. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ του 1992, ως η βάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η προώθηση του ευρωνομίσματος, και στην συνέχεια, για την επέκταση της ΕΕ ως τα σύνορα της Ρωσίας, συνοδεύθηκε από μια πλημμύρα πιστώσεων και της επανεγκατάστασης δυτικοευρωπαϊκών βιομηχανιών στην Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, που τροφοδοτούσαν τα ηγεμονικά όνειρα μιας ευρωπαϊκής ιμπεριαλιστικής ανόδου στις μετά-ψυχροπολεμικές συνθήκες. Η τρέχουσα παγκόσμια κρίση κατεδαφίζει ολόκληρο το οικοδόμημα: οι περιορισμοί της Συνθήκης του Μάαστριχτ αγνοούνται, το ευρώ βρίσκεται κάτω από τεράστιες πιέσεις, και η κερδοσκοπία στις χώρες της Ανατολής κάτω από τα παλινορθωτικά καπιταλιστικά καθεστώτα μετατρέπεται σε εφιάλτη για τις Ευρωπαϊκές Τράπεζες και τις αντίστοιχες χώρες τους. Η Ανατολή μετατράπηκε σε μαύρη τρύπα που απειλεί να απορροφήσει τη Δύση στο κενό της, για να χρησιμοποιήσουμε τη μεταφορά του George Soros.
Ένα νέο κοινωνικό τοπίο διαμορφώνεται σε ολόκληρη την ήπειρο, ένας νέος χώρος για την ταξική πάλη, η οποία αυξάνεται με νέα κύματα και τρόπους. Οι τρέχουσες μαζικές απεργίες, οι γενικές απεργίες, ή οι μαζικές κινητοποιήσεις νεολαίας στο Βέλγιο, την Ελλάδα, τη Γαλλία, την Ιταλία και τη Γερμανία είναι ακριβώς, η αρχή.

Καπιταλιστική κρίση και παλινόρθωση

5. Από τον πόλεμο της ιμπεριαλιστικής επέμβασης μετά από την Οκτωβριανή επανάσταση έως τη ναζιστική επιχείρηση Μπαρμπαρόσα κατά της Σοβιετικής Ένωσης και τον Ψυχρό Πόλεμο, ο παγκόσμιος καπιταλισμός είχε πάντα το σαφή στόχο και την προσδοκία να υπερνικήσει την παρακμή του με την ανάκτηση των αχανών εκτάσεων όπου το κεφάλαιο απαλλοτριώθηκε μετά από το 1917 και το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τριάντα έτη μετά από τη στροφή στην αγορά από την Κίνα υπό τον Ντενγκ και, προ πάντων, σχεδόν είκοσι έτη μετά από την κατάρρευση του σταλινισμού στην Ανατολική Ευρώπη, την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και τη στροφή στην καπιταλιστική παλινόρθωση, είναι περισσότερο από προφανές ότι ο παγκόσμιος καπιταλισμός όχι μόνο δεν βρήκε μια νέα νεότητα αλλά αντιμετωπίζει, ιδιαίτερα τώρα, τη χειρότερη κρίση του.
Παρόλη την πλημμύρα ξένης πίστωσης στην Ανατολή- και έναν ισοπεδωτικό Νατοϊκό πόλεμο που διέλυσε την πρώην Γιουγκοσλαβία- η καπιταλιστική παλινόρθωση στην Κεντρική Ευρώπη και τα Βαλκάνια παρουσιάζουν τώρα την ευθραυστότητα της, μια κι εξαρτάται κυρίως από την εισροή ξένου κεφαλαίου παρά από καπιταλιστικές δομές. Που να είναι τοπικά βαθειά ριζωμένες.

Οι προσδοκίες ότι η ανάπτυξη της Κίνας θα μπορούσε να παράσχει μια έξοδο από την τρέχουσα κρίση, στην παγκόσμια ύφεση είναι συνολικά ψευδείς. Αντίθετα, είναι η μετάβαση από τη διεθνή οικονομική αναταραχή και πιστωτική ασφυξία στην ύφεση αυτή που επιδεινώνει όλες τις συσσωρευμένες αντιφάσεις της κινεζικής οικονομίας και κοινωνίας με ανυπολόγιστες παγκόσμιες επιπτώσεις.
Η κινεζική ανάπτυξη βασίζεται στις εξαγωγές. Δεν μπορεί να προκαλέσει αλλού αναθέρμανση, δεδομένου ότι η παγκόσμια ανάπτυξη επιβραδύνεται κι η απαίτηση για τα κινεζικά αγαθά θα τείνει να λιμνάζει ή να πέσει. Η κύρια έξοδος των κινεζικών εξαγωγών είναι ο Αμερικανός καταναλωτής που η καταναλωτική του ικανότητα καταρρέει τώρα για πρώτη φορά σε δύο δεκαετίες
Ήδη το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ μεταβάλλεται αρνητικά από 11% σε 9% ή 7%, ή ακόμα και χαμηλότερα για το 2009. Περικοπές στην παραγωγή αλουμινίου και νικελίου αναγγέλλονται μετά από την κλιμάκωση της παγκόσμιας κρίσης. Η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας πρόβλεψε στις 31η Οκτωβρίου ότι στα ερχόμενα δύο έτη, οι τιμές των ακινήτων θα πέσουν από 10 ως 30%, υπογραμμίζοντας την έκρηξη της φούσκας της αγοράς των ακινήτων. Εξάλλου η Τράπεζα αποκάλυψε τις ανησυχίες της για μια κρίση ρευστότητας που θα έχει επιπτώσεις σοβαρές όχι μόνο στις επιχειρήσεις ακίνητων αλλά και στις εμπορικές τράπεζες που έχουν αφιερώσει από 20% σε 40% των συνολικών δανείων τους στον τομέα των ακινήτων. Οι περικοπές στα τραπεζικά επιτόκια είναι επίσης μια ένδειξη ενός μάλλον γρήγορου παγώματος του κινεζικού ποσοστού αύξησης του ΑΕΠ κάτω από τους νέους παγκόσμιους όρους. Δυτικοί αναλυτές, όπως είναι ο Ν. Ρουμπίνι, προβλέπουν την υψηλή δυνατότητα μιας ανώμαλης προσγείωσης της κινεζικής οικονομίας το προσεχές έτος.
Η κινεζική ανάπτυξη, που έκανε την Κίνα τα προηγούμενα χρόνια «το εργαστήριο του κόσμου», είναι βασισμένη στον κανιβαλισμό τομέων όπου η κινεζική επανάσταση είχε απαλλοτριώσει το κεφάλαιο (κρατικές επιχειρήσεις, κρατικό τραπεζικό σύστημα) για να ωθήσει μια οικονομία που είναι προσανατολισμένη κυρίως στις εξαγωγές στην παγκόσμια αγορά, και εντελώς δευτερευόντως στις τοπικές απαιτήσεις ή την εγχώρια αγορά. Η ισχυρή κεφαλαιοκρατική ανάπτυξη στηρίζεται σε μη-καπιταλιστικές προϋποθέσεις (π.χ. τα δάνεια παρέχονται από τις κρατικές τράπεζες χωρίς καπιταλιστικά κριτήρια), και σε τελευταία ανάλυση στην υπερεκμετάλλευση μιας φτηνής και απέραντης εργατικής δύναμης, που πειθαρχείται κάτω από ένα σταλινικό καθεστώς, για χάρη του παγκόσμιου κεφαλαίου.
Οι κοινωνικές ανισότητες μεταξύ των βιομηχανικών παράκτιων ζωνών. των ανοικτών στην παγκόσμια αγορά, και της αγροτικής ενδοχώρας, τροφοδοτούν τα ασταμάτητα κύματα της εσωτερικής μετανάστευσης στις πόλεις, τις αγροτικές αναταραχές και τις συνεχείς αγροτικές εξεγέρσεις και τις άγριες απεργίες των εργατών.
Η Κίνα χρειάζεται ποσοστό ανάπτυξης 9-10% για να απορροφήσει κάθε έτος 24 εκατομμύρια νέους ανθρώπους που προσφέρουν τη εργατική τους δύναμη, και 12-14 εκατομμύρια φτωχούς αγρότες που κινούνται προς το βιομηχανικό τομέα των πόλεων. Οποιαδήποτε πτώση του ποσοστού ανάπτυξης κάτω από αυτά τα όρια προσθέτει εκατομμύρια νέους ανέργους και περισσότερο εκρηκτικό υλικό για τις επερχόμενες αναταραχές. Μια ανώμαλη προσγείωση της κινεζικής οικονομίας από το 12% σε ποσοστό κάτω από το κρίσιμο επίπεδο του 6% (αρκετά πιθανό στις τρέχουσες συνθήκες της παγκόσμιας κρίσης) ισοδυναμεί με θανατηφόρο χτύπημα σε κάθε νομιμοποίηση και σταθερότητα του γραφειοκρατικού καθεστώτος του παλινορθωτικού ΚΚΚ.
Η ηγεσία του ΚΚΚ είναι διασπασμένη από ένα είδος διπλής δέσμευσης: ή θα προσπαθήσουν να κρατήσουν ένα ποσοστό υψηλής ανάπτυξης με τη συγκέντρωση των προσπαθειών τους στις παράκτιες ζώνες και την αντιμετώπιση όλων των συνεπειών από το εξωτερικό, λόγω της συστολής των ΗΠΑ και της παγκόσμιας αγοράς, και από το εσωτερικό λόγω της αποσύνθεσης της εσωτερικής αγροτικής ενδοχώρας ΄ ή θα κόψουν τις συνδέσεις τους με την παγκόσμια αγορά και θα στραφούν στο εσωτερικό για την διαμόρφωση μιας εσωτερικής (καπιταλιστικής) αγοράς. Και οι δύο διαδικασίες δεν μπορούν παρά να επιδεινώσουν τις αντιφάσεις στο σημείο της έκρηξης.
.
Η Ρωσία του Πούτιν πλήττεται σοβαρά από την κλιμάκωση της παγκόσμιας κρίσης, της πιστωτικής κρίσης και της πτώσης της τιμής του πετρελαίου και των άλλων πρώτων υλών. Η Ρωσία αντιμετωπίζει τη χειρότερη κρίση της από την χρεοκοπία του Αυγούστου του 1998.
Ενώ τον Αύγουστο του 1998 και κατά τη διάρκεια της διεθνούς δίνης μετά από την ασιατική συντριβή, ήταν το ρωσικό κράτος, μετά από τη «ληστεία του αιώνα» της δημόσιας ιδιοκτησίας από τους ολιγάρχες στη δεκαετία του '90 υπό το Γιέλτσιν, αυτό που στέκονταν ανήμπορο να α αντιμετωπίσει τις υποχρεώσεις χρέους της χώρας και δήλωσε παύση πληρωμών, τώρα η κατάσταση είναι ακριβώς αντίθετη: ενώ τα κρατικά αποθέματα είναι αρκετά ισχυρά, τα τρίτα στον κόσμο (κυρίως λόγω της ανόδου στα ύψη της τιμής του πετρελαίου στα προηγούμενα επτά έτη μέχρι τον Ιούλιο του 2008)- η διεθνής πιστωτική κρίση έδωσε το σαρωτικό χτύπημα στους ολιγάρχες και στον ιδιωτικό τομέα, που βρέθηκαν ανίκανοι ξαφνικά στην αποπληρωμή των δανείων που ελήφθησαν για τα φιλόδοξα προγράμματά τους, ιδιαίτερα στην ενέργεια και τις πρώτες ύλες.
Τον Σεπτέμβριο – Οκτώβριο του 2008 τα δύο ρωσικά χρηματιστήρια χάσανε περισσότερο από το 75% της κεφαλαιοποίησής τους σε σύγκριση με το υψηλό τους σημείο το Μάιο, και χρειάστηκε κατ’ επανάληψη να κλείσουν για δύο ή τρεις ημέρες. Η μαζική έξοδος του ξένου κεφαλαίου, που είχε αρχίσει πριν τον πόλεμο στην Γεωργία, επιταχύνεται.
Το κράτος έπρεπε να κάνει τεράστιες εγχύσεις ρευστότητας (ποσό ύψους κατά προσέγγιση $90 δις) μετά τα κραχ των ρωσικών χρηματιστηρίων στις 16 Σεπτεμβρίου και στις 6 Οκτωβρίου και σε απάντηση στις ανησυχίες για τη σταθερότητα των ρωσικών τραπεζών.
Το Κρεμλίνο στράφηκε πρώτα στους ολιγάρχες που τους ανάγκασε να επαναπατρίσουν κεφάλαια και να ρίξουν ποσά ύψους μεταξύ του 10% και του 30% του συνολικού πλούτου τους στις αγορές και τις τράπεζες για να υποστυλώσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Το κράτος παγίωσε περαιτέρω τον έλεγχό του πάνω στους ολιγάρχες αλλά αυτό δεν ήταν καθόλου αρκετό για να σταματήσει την κρίση. Οι ολιγάρχες, που είναι ακόμα πολύ πλούσιοι σε κεφάλαια είναι τώρα φτωχοί σε μετρητά. Μερικοί από τους ισχυρότερους, όπως ο Ολέγκ Ντερίπασκα, ο πιο πλούσιος Ρώσος, χρειάστηκαν να ρευστοποιήσουν μέρη των αυτοκρατοριών τους για να διατηρήσουν την ρευστότητά τους.
Η ταινία της δεκαετίας του '90 ξαναπαίζεται ανάποδα: τώρα είναι το κράτος που επεκτείνει και παγιώνει τον έλεγχό του στους ολιγάρχες και τον ιδιωτικό τομέα, ενώ η μεσαία τάξη που δημιούργησαν οι τελευταίες δεκαετίες και που είναι απολύτως απαραίτητη για την καπιταλιστική παλινόρθωση, καταστρέφεται γρήγορα.
Αλλά το υπερτροφικό κράτος, το οποίο ενισχύθηκε κάτω από τον Βοναπάρτη Πούτιν, βρίσκει τις υλικές βάσεις του υπονομευμένες. Αφού πρώτα υποχρέωσε τους ολιγάρχες να πληρώσουν για την κρίση, τώρα είναι αναγκασμένο για να ανακόψει την ύφεση να κινητοποιήσει δικούς του πόρους, από τα κρατικά αποθέματα που ήδη έχουν μειωθεί από 600-650$ δις τον Αύγουστο στα 515$ δις, στις 17 Οκτωβρίου 2008. Η φυγή κεφαλαίων κυμαίνεται στα 12$-16$ δις εβδομαδιαίως.
Το συνολικό ρωσικό εξωτερικό χρέος από τον Ιούνιο βρίσκεται στα 527.1$ δις, από τα οποία οι τράπεζες, ιδιωτικές ή οι κρατικές , όφειλαν τα 228.9$ δις. Οι ρωσικές τράπεζες στηρίζονται επάνω στην πρόσβαση στο ξένο κεφάλαιο για να χρηματοδοτούν τα πάντα, από τα δάνεια των αυτοκινήτων έως την ρωσική ενέργεια και τις κύριες δαπάνες των επιχειρήσεων όρυξης. Ενώ το ρούβλι υποτιμάται ενάντια στο αμερικανικό δολάριο, τα ξένα χρέη που είναι σε δολάρια αρχίζουν να ανατιμώνται. Από το Σεπτέμβριο, το ρούβλι έχει μειωθεί ήδη κατά ¼, γεγονός που αυξάνει το κόστος αποπληρωμής των χρεών σε δολάριο κατά ένα ομοειδές ποσό. Για αυτόν τον λόγο, το Κρεμλίνο είναι αναγκασμένο να επέμβει γρήγορα.
Αλλά ολόκληρη η ρωσική οικονομική σταθεροποίηση κάτω από το καθεστώς Πούτιν στηρίχθηκε πάνω σε έναν κυρίως πυλώνα: την ενέργεια. Με την πτώση της τιμής του πετρελαίου και των τιμών των πρώτων υλών ο πυλώνας αυτός κλονίζεται. Με τις τιμές αργού πετρελαίου σε πτώση, στα 65$ περίπου το βαρέλι, ο ρωσικός προϋπολογισμός για το 2009 γίνεται ελλειμματικός. Και τα χειρότερα με μια παγκόσμια ύφεση δεν έχουν έρθει ακόμα.
Ο αυξανόμενος πληθωρισμός τροφοδοτεί ήδη τη μαζική δυσαρέσκεια. Η δημοτικότητα του καθεστώτος που ενισχύθηκε στα έτη 2000-2008, τώρα υπονομεύεται. Το ζήτημα της ανεξάρτητης κινητοποίησης της εργατικής τάξης στην κοινωνική πάλη είναι στην ημερήσια διάταξη. Ιδιαίτερα οι εκσυγχρονισμένοι εκείνοι τομείς, οι ανοικτοί στο ξένο κεφάλαιο, πλήττονται σοβαρά. Οι απεργίες όπως στη Ford άλλα και σε άλλα εργοστάσια στην περιοχή του Λένινγκραντ, πέρυσι, είναι μόνο οι πρόδρομοι για τις νέες συγκρούσεις στην επόμενη περίοδο, που θα περιλάβει ευρύτερα στρώματα.
Το ζήτημα-κλειδί είναι η πολιτική ανεξαρτησία και η πολιτική ηγεσία της πάλης των εργαζομένων. Ο σταλινισμός είχε δυσφημήσει το σοσιαλισμό και είχε οδηγήσει την οικοδόμησή του σε αδιέξοδο και στην κατάρρευση. Οι εργαζόμενοι πρέπει να υπερνικήσουν την εξατομίκευση του παρελθόντος, συμπεριλαμβανομένης και της περιόδου μετά το 1991, και να χτίσουν νέες οργανώσεις. Το μεγαλύτερο μέρος της υπαρκτής αριστεράς, είτε των σταλινικών είτε των αντισταλινικών, ή προσαρμόζεται στο καθεστώς Πούτιν/ Μεντβέντιεφ και τον «πατριωτισμό του ισχυρού Κράτους» ή στους φιλελευθέρους. Ο φιλελευθερισμός έχει χρεοκοπήσει ήδη από τη δεκαετία του '90 και η τρέχουσα παγκόσμια κρίση θα καταστρέψει ακόμη και τα υπόλοιπά του. Η ίδια η κρίση δίνει το φιλί του θανάτου στην εποχή Πούτιν. Ένας νέος, ανεξάρτητος δρόμος για μια σοσιαλιστική έξοδο από την κρίση, την απαλλοτρίωση των ολιγαρχών και των προστατών τους στο Κρεμλίνο, ένα πρόγραμμα έκτακτων σοσιαλιστικών μέτρων, για την αναγέννηση της ΕΣΣΔ σε νέες βάσεις, πρέπει να ανοιχτεί στην εμπροσθοφυλακή των εργατών, ιδιαίτερα από την νέα γενεά των μαχητών που έρχεται μπροστά, ακόμη και κατά τρόπο μικρό και διασκορπισμένο, κάτω από τη σημαία ενός αντί-γραφειοκρατικού και διεθνιστικού κομμουνισμού.

Κρίση και μαζική ριζοσπαστικοποίηση

6. Οι τρέχουσες εξελίξεις έχουν δώσει ένα συντριπτικό ιδεολογικό πλήγμα σε όλους τους απολογητές και τους σκεπτικιστές, ιδιαίτερα στην αριστερά, που είναι πάντα υπερβολικά σίγουροι για τη σταθερότητα και τη δυνατότητα του συστήματος να υπερνικά τις κρίσεις του. Τώρα, δεδομένου ότι δεν μπορούν να αρνηθούν την πραγματικότητα της παγκόσμιας κρίσης, απορρίπτουν τις επαναστατικές επιπτώσεις της.
Η σχέση μεταξύ της οικονομικής κρίσης και μιας επαναστατικής κινητοποίησης των μαζών δεν είναι, φυσικά, γραμμική αλλά διαλεκτική, μέσα από αντιφάσεις. Αναμφίβολα, ο Μαρξ και ο μαρξισμός έχουν καταδείξει πώς οι εσωτερικές αντιφάσεις του κεφαλαίου εκρήγνυνται σε επαναλαμβανόμενες, ολοένα και πιο καταστροφικές κρίσεις που δημιουργούν τους όρους για την ανατροπή του: «Αυτές οι αντιφάσεις οδηγούν σε εκρήξεις, κατακλυσμούς, κρίσεις, στις οποίες, με τη προσωρινή αναστολή της εργασίας και την εκμηδένιση μιας μεγάλης μερίδας του κεφαλαίου, το τελευταίο μειώνεται βίαια μέχρι του σημείου εκείνου από όπου θα μπορεί ξανά να χρησιμοποιεί τις παραγωγικές δυνάμεις του χωρίς να διαπράξει αυτοκτονία. Όμως, αυτές οι τακτικά επανερχόμενες καταστροφές επαναλαμβάνονται σε ολοένα και μεγαλύτερη κλίμακα, οδηγώντας τελικά στη βίαιη ανατροπή του» (Grundrisse, βλ. Marx-Engels Collected Works, Progress-Μόσχα 1987, Τόμος. 29., σελ. 134).
Η «εκμηδένιση της μεγάλης μερίδας του κεφαλαίου» συνεχίζεται με την τεράστια καταστροφή των βουνών του χρέους, και τις πτωχεύσεις των τραπεζών, των επιχειρήσεων, και των κρατών ενώ «η αναστολή της εργασίας» παράγει ήδη τις νέες λεγεώνες των ανέργων καθώς η βίαια συστολή της παγκόσμιας οικονομίας αναπτύσσεται. Και τελευταίο αλλά καθόλου έσχατο, το φάντασμα της «βίαιης ανατροπής» του καπιταλισμού πλανιέται σε όλα τα προπύργια του κεφαλαίου. Ακόμη και στην επιφυλλίδα των Financial Times που ήδη είδαμε(28/10/08), ο Μάρτιν Βολφ, στον κατάλογο των πολιτικών συνεπειών μιας αναπτυσσόμενης παγκόσμιας ύφεσης, μαζί με την ξενοφοβία και τον εθνικισμό, θέτει την επανάσταση.
Η ξενοφοβία είναι εδώ πολλές δεκαετίες τώρα και αναμφισβήτητα θα γίνει πιο βάρβαρη, ιδιαίτερα στη «μετα-αποικιακή» Ευρώπη. Η άνοδος του οικονομικού εθνικισμού επιδεινώνει όλα τα είδη πατριωτικής, εθνικής, και φυλετικής έχθρας. Κανένας δεν μπορεί να υποτιμήσει τους κινδύνους της βαρβαρότητας που προκύπτουν από μια ιστορική συστημική κρίση. Αλλά η προοπτική της σοσιαλιστικής επανάστασης επιστρέφει ορμητικά, επίσης.
Ο αντίκτυπος της κρίσης δεν είναι ανεξάρτητος από την πολιτική κατάσταση συνολικά, από τα γεγονότα που προηγήθηκαν ή που την συνοδεύουν, και την πραγματική κίνηση των μαζών πριν από τη στιγμή της έκρηξης της κρίσης.
Στις τελευταίες δεκαετίες, υπήρξε βεβαία μια άμπωτη στα εργατικά κινήματα, και στην ταξική συνειδητοποίηση, μια ενίσχυση της ιδεολογικής κυριαρχίας των αστών, ιδιαίτερα μετά από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Αλλά καμία ιστορική ήττα, στην κλίμακα της δεκαετίας του '20 και της δεκαετίας του '30, με τους θριάμβους του φασισμού στις ιμπεριαλιστικές χώρες όπως τη Γερμανία ή την Ιταλία, δεν έχει εμφανιστεί. Αντίθετα, ήρθε στην επιφάνεια η αυξανόμενη ανικανότητα της άρχουσας τάξης που κυβερνά μέσα σε αξεδιάλυτες οικονομικές και κοινωνικο-πολιτικές αντιφάσεις ενώ η μαχητική ικανότητα, το επαναστατικό δυναμικό του προλεταριάτου δεν έχει συντριβεί στη μάχη. Ήδη από τα μέσα και τα τέλη της δεκαετίας του '90 μια νέα, αυξανόμενη ριζοσπαστικοποίηση άρχισε να φανερώνεται: από τις μαζικές απεργίες του Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 1995 στη Γαλλία έως τις εξεγέρσεις ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση στο Σιάτλ και τη Γένοβα, την δεύτερη παλαιστινιακή Ιντιφάντα, το Αργεντινάσο, τα τεράστια συλλαλητήρια ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στο Ιράκ το 2003, το φιάσκο του ιμπεριαλιστικού «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, την ήττα της σιωνιστικής εισβολής στο Λίβανο το 2006.
Η Λατινική Αμερική βρίσκεται συνολικά σε μια προεπαναστατική κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από μια σειρά εξεγέρσεων, από το Καρακάσο το 1989 έως το Αργεντινάσo το 2001, τις εξεγέρσεις στη Βολιβία και τον Ισημερινό το 2000-2003, και την ήττα του καθοδηγούμενου από τις ΗΠΑ στρατιωτικού πραξικοπήματος και του λοκ άουτ των αφεντικών στη Βενεζουέλα το 2002. Η επαναστατική άνοδος δεν μένει περιορισμένη στα σύνορα της ηπείρου αλλά γίνεται ένας θεμελιώδης ιστορικός παράγοντας της τρέχουσας παγκόσμιας κρίσης. Οι διαδικασίες υπέρ της εθνικής αυτονομίας ενάντια στον ιμπεριαλισμό δεν έχουν έναν προεξάρχοντα πρωταγωνιστή στην εθνική αστική τάξη ή στα ανώτερα στρώματα, στρατιωτικά ή πολιτικά, της μικροαστικής τάξης ούτε έχουν βρει μια πολιτική έκφραση επαρκή στο ιστορική ρεύμα που αντιπροσωπεύουν. Η Λατινική Αμερική γίνεται η σκηνή μιας πολιτικής εμπειρίας μοναδικής στην ιστορία που συνδυάζει τις στρατιωτικές ή ιθαγενείς εθνικιστικές κυβερνήσεις στη Βενεζουέλα του Ούγκο Τσάβες, στη Βολιβία του Έβο Μοράλες και έως ένα βαθμό στον Ισημερινό του Κορέα, και από την άλλη πλευρά, κεντροαριστερές κυβερνήσεις όπως του Λούλα στη Βραζιλία και του Φρέντε Άμπλιο στην Ουρουγουάη. Ενώ, από την μία, οι κάθε είδους οπορτουνιστές έχουν προσαρμοστεί στο τωρινό καθεστώς του Τσάβες ή ακόμη και στα φιλο-ιμπεριαλιστικά κεντροαριστερά καθεστώτα, από την άλλη, οι σεχταριστές βάζουν στο ίδιο τσουβάλι και τις δύο κατηγορίες κυβερνήσεων καταδικάζοντάς τες ,την ίδια στιγμή που διατηρούν την εθνικιστική προοπτική (π. χ. το μορενικό PSTU στη Βραζιλία). Ο επαναστατικός προσανατολισμός μας, αντίθετα, είναι η πάλη ενάντια στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και για την ενότητα της Λατινικής Αμερικής στη βάση του επαναστατικού σοσιαλισμού και σε αντιπαράθεση με τον αστικό και μικροαστικό εθνικισμό.
Στην Ευρώπη, ιδιαίτερα στη Γαλλία, η κοινωνική κρίση, η αυξανόμενη απονομιμοποίηση του κοινοβουλευτικού αστικού συστήματος και της επίσημης γραφειοκρατικής Αριστεράς που συνδέθηκε με τις κακόφημες κεντροαριστερές κυβερνήσεις, και η ριζοσπαστικοποίηση των μαζών έχουν βάλει στην ημερήσια διάταξη την ίδρυση και την οικοδόμηση ενός νέου Κόμματος που θα πολεμήσει τον καπιταλισμό. Στη Γαλλία, η εξάντληση της εμπειρίας μιας σειράς σοσιαλ-φιλελεύθερων κυβερνήσεων του Σοσιαλιστικού Κόμματος (ΣΚ) και της «πληθυντικής Αριστεράς», η κρίση του δσυφημισμένου και εσωτερικά διασπασμένου ΣΚ και η κατάρρευση του Κομμουνιστικού Κόμματος, έχει θέσει στα νέα στρώματα το ερώτημα και την ανάγκη ενός νέου Κόμματος που θα αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις. Η Εργατική Πάλη (Lutte Ouvrière -LO) και η Επαναστατική Κομμουνιστική Λίγκα(Ligue Communiste Révolutionnaire -LCR), οι ιστορικές οργανώσεις που προέρχονται από την τροτσκιστική παράδοση, έφτασαν στο ιστορικό σημείο να κλείσουν τον κύκλο τους. Η LCR εγκαταλείπει τις ιστορικές αναφορές της στον τροτσκισμό και την Τέταρτη Διεθνή και προωθεί μια εκστρατεία για το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (NΑΚ). Αν και υπάρχει μια πραγματική ανάγκη και μια απαίτηση για έναν νέο μαχητικό Κόμμα από τους αγωνιστές ενάντια στον καπιταλισμό που στρέφονται προς το NΑΚ, το πρόγραμμα και οι προοπτικές του δεν δίνουν μια πραγματική επαναστατική εναλλακτική λύση αλλά ένα νέο περιτύλιγμα στο παλαιό μεταρρυθμιστικό περιεχόμενο που ήδη έχει αποτύχει.

Η εργατική τάξη, η νεολαία και όλοι οι καταπιεσμένοι εξεγείρονται, στη Γαλλία και παντού και χρειάζονται έναν Κόμμα μάχης νέου τύπου, ικανό να ανοίξει το δρόμο στις αγωνιζόμενες μάζες για μια σοσιαλιστική έξοδο από την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση.
Η νίκη δεν προκαθορίζεται από την αυτόματη εξέλιξη των γεγονότων είναι ένας στρατηγικό καθήκον, όπως ο Τρότσκι, σωστά, είχε υπογραμμίσει. Η ευθύνη της επαναστατικής ηγεσίας σε τέτοιες στιγμές γίνεται κολοσσιαία.

Το θέμα του προγράμματος των μεταβατικών διεκδικήσεων που κινητοποιούν και ενώνουν συστηματικά τις μάζες σε μια επαναστατική πάλη για την κατάληψη της εξουσίας είναι κρίσιμο σήμερα περισσότερο από ποτέ. Οι κεντρικές διεκδικήσεις που μπορούν να συναρθρώσουν διεθνώς την πάλη είναι
• Για την απαλλοτρίωση των τραπεζών χωρίς αποζημίωση και κάτω από εργατικό έλεγχο
• Να απαγορευτούν οι απολύσεις εργατών και η καταστροφή των θέσεων εργασίας. Κατάληψη των τόπων εργασίας που κλείνουν, άνοιγμα των βιβλίων από τους εργαζομένους για έλεγχο. Απαλλοτρίωση των μεγάλων επιχειρήσεων, χωρίς αποζημίωση κάτω από εργατικό έλεγχο.
• Άμεσες αυξήσεις των μισθών, για μια κινητή κλίμακα μισθών και των ωρών απασχόλησης. Λιγότερη δουλειά, δουλειά για όλους! Επιδότηση ίση με τον μισθό για τους ανέργους! Πλήρης ισότητα για τους μετανάστες και τους ντόπιους εργάτες!
• Κάτω οι καπιταλιστικές κυβερνήσεις! Όχι στην ταξική συνεργασία και τη συμμετοχή στη διαχείριση της κρίσης μαζί με τους εκπροσώπους του κεφαλαίου. Για την εργατική εξουσία- την δικτατορία του προλεταριάτου- και την σοσιαλιστική έξοδο από την κρίση!
• Κάτω ο ιμπεριαλισμός, οι πόλεμοι και οι κατοχές! Έξω τα ιμπεριαλιστικά στρατεύματα από το Ιράκ και το Αφγανιστάν! Διαλύστε το ΝΑΤΟ και όλες τις ιμπεριαλιστικές βάσεις! Κάτω η ιμπεριαλιστική Ευρωπαϊκή Ένωση, για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης! Για τη σοσιαλιστική ενότητα της Λατινικής Αμερικής! Για την Παγκόσμια Σοσιαλιστική Δημοκρατία!


Η Τετάρτη Διεθνής, ιδρυμένη τις παραμονές του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, προώθησε τις θεμελιώδεις γραμμές ενός τέτοιου προγράμματος, που ενσωματώνει όλη την ιστορική εμπειρία της Οκτωβριανής Επανάστασης και των μετέπειτα επαναστατικών αγώνων. Είναι η αναγκαία διαμεσολάβηση ανάμεσα στην συνολική εμπειρία των αναμετρήσεων της επανάστασης και της αντεπανάστασης στον 20ό αιώνα και στο νέο στάδιο επαναστατικών αναταραχών του 21ου αιώνα. Η επανίδρυση της και η οικοδόμηση επαναστατικών κομμάτων ως τμημάτων της είναι τα πιο επείγοντα καθήκοντα μπροστά μας.


Μιλάνο, 8 Νοεμβρίου 2008

ΑΝΤΙΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Στους μεταγενέστερους - Μπ. ΜΠΡΕΧΤ