1.Τα εκλογικά αποτελέσματα εντείνουν την πολιτική αστάθεια σε συνθήκες βαθέματος της κρίσης του συστήματος, καθώς η κυβέρνηση θα βρεθεί από χειρότερες θέσεις να επιχειρεί να διαχειριστεί αντεργατικές επιθέσεις για λογαριασμό του ΣΕΒ, της ΕΕ, του ΝΑΤΟ. Το ΠΑΣΟΚ, έστω και αν κέρδισε την πρώτη θέση, δεν έχει να προσφέρει εναλλακτικές λύσεις διεξόδου ούτε για την κυρίαρχη τάξη ούτε για τους εργαζόμενους. Ούτε το ενισχυμένο ΛΑΟΣ μπορεί να σταθεροποιήσει τις εξελίξεις. Ζητούμενο είναι η Αριστερά να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της οργάνωσης των λαϊκών αγώνων και της αντικαπιταλιστικής προοπτικής, έτσι όπως αυτά τίθενται από την κρίση και την πολιτική αστάθεια, υπερβαίνοντας την στείρα αγκίστρωση της στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι και ξεπερνώντας ηττοπαθείς λογικές που την οδήγησαν στην καθήλωση του εκλογικού αποτελέσματος. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής αριστεράς, μπορούν να αναδειχτούν σε κρίσιμο παράγοντα την επόμενη περίοδο που θα δώσει μια νέα ώθηση στην αντίσταση στην κατεύθυνση της ανατροπής.
Ακόμη και εάν λάβουμε υπόψη ότι στις ευρωεκλογές δεν τίθεται το ζήτημα της κυβέρνησης, πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η πολύ αυξημένη αποχή σε αυτές τις ευρωεκλογές και η μαζική αποστοίχιση από τα κόμματα εξουσίας, με όλη την ετερογένεια που έχει, αποτελεί μορφή καταδίκης και αποδοκιμασίας του πολιτικού συστήματος και των κομμάτων εξουσίας για τις πολιτικές που περιφρονούν τις ανάγκες των εργαζομένων, των νέων, των αγροτών. Η αποχή αποτυπώνει επίσης την πραγματική κρίση νομιμοποίησης των «Ευρωπαϊκών Θεσμών» και συνολικά της ΕΕ μέσα στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης και δεν είναι τυχαίο ότι αποτελεί και πανευρωπαϊκό φαινόμενο. Ωστόσο, στη σημερινή συγκυρία, η αποχή δεν μπορεί να αποτελέσει παράγοντα όξυνσης της πολιτικής κρίσης, καθώς ο συνασπισμός εξουσίας δεν επιζητεί την ενεργή συναίνεση αλλά την παθητικοποίηση των λαϊκών στρωμάτων στην πολιτική της επίθεσης στα δικαιώματα και τις ανάγκες τους. Έτσι η αποχή προωθήθηκε και από τμήματα του πολιτικού συστήματος, ως η πιο παθητική και κατά συνέπεια λιγότερο ενοχλητική μορφή αποδοκιμασίας των αστικών κομμάτων.
2. Το αποτέλεσμα της ΝΔ αποτελεί σαφή και ξεκάθαρη καταδίκη και αποδοκιμασία της κυβέρνησης. Καταδικάστηκε έτσι η αντιλαϊκή πολιτική της και ο τρόπος που μεθοδεύει την μεταφορά στις πλάτες των εργαζομένων του κόστους της οικονομικής κρίσης. Η κυβέρνηση πληρώνει το κόστος των ιδιωτικοποιήσεων, του αυταρχισμού, της αντιεκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, της πλήρους συμμόρφωσης με τις αντεργατικές εντολές της ΕΕ και τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς ΗΠΑ και ΕΕ κατά των λαών της περιοχής. Η ΝΔ πλέον αποτελεί κυβέρνηση μειοψηφίας, χωρίς πραγματική νομιμοποίηση να προχωρήσει σε νέες αντιλαϊκές τομές. Γι’ αυτό επιζητά τη νομιμοποίησή της από το κεφάλαιο, εγγυώμενη την επιτάχυνση των «μεταρρυθμίσεων». Η οχύρωσή της πίσω από το δόγμα «νόμος, τάξη και ασφάλεια», η στοχοποίηση των μεταναστών ως αποδιοπομπαίων τράγων για την κρίση, η επίθεση στις λαϊκές ελευθερίες και η υιοθέτηση των αντιδραστικών προτάσεων του ακροδεξιού ΛΑΟΣ και των νεοναζί της Χρυσής Αυγής, δεν πρόκειται να σταθεροποιήσουν τη θέση της αλλά προμηνύουν ακόμα μεγαλύτερη όξυνση των κοινωνικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων μπροστά στα νέα πακέτα αντιλαϊκών μέτρων που προωθεί απ’ την επόμενη κιόλας των εκλογών κατά των εργαζόμενων.
3. Η πρώτη θέση του ΠΑΣΟΚ αποτελεί αποδοκιμασία της κυβερνητικής πολιτικής και όχι στήριξη του αντιλαϊκού νεοφιλελεύθερου προγράμματός του. Γι’ αυτό έχει και το ΠΑΣΟΚ σημαντικές απώλειες σε ψήφους σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές. Αυτό έρχεται ως αποτέλεσμα της ανύπαρκτης αντιπολίτευσης του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση της ΝΔ. Του βαθιά αντιδραστικού πολιτικού προγράμματος και πολιτικού λόγου του. Της στάσης συναίνεσης προς την κυβέρνηση. Της άφθονης λογοκοπίας περί «σοσιαλισμού ή βαρβαρότητας» και «πράσινης πολιτικής», που ποτέ και πουθενά δεν στράφηκε κατά της ΕΕ και των αποφάσεών της, ποτέ δεν αμφισβήτησε την ασυδοσία του κεφαλαίου, τις ιδιωτικοποιήσεις, το ξεκλήρισμα της φτωχομεσαίας αγροτιάς, την πολιτική της συμπίεσης των εισοδημάτων, της εργασιακής ανασφάλειας και της ανεργίας για τους εργαζόμενους και τη νεολαία. Οι άνθρωποι που ψήφισαν ΠΑΣΟΚ σίγουρα δεν το έκαναν για να υποστούν την ίδια αντιλαϊκή, αστική, νεοφιλελεύθερη πολιτική από έναν άλλο κυβερνητικό διαχειριστή. Το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί σήμερα να εκφράσει ούτε τη λαϊκή δυσαρέσκεια, ούτε τις λαϊκές διεκδικήσεις.
4. Η σημαντική ενίσχυση της ακροδεξιάς είναι ανησυχητική, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε όλη την Ευρώπη. Αποτυπώνει τις δραματικές συνέπειες της ενσωμάτωσης του αυταρχικού και ρατσιστικού πολιτικού λόγου όχι μόνο στην ρητορική αλλά και στην πρακτική των κομμάτων εξουσίας και των κυβερνήσεων της Ευρώπης- Φρούριο. Ήταν ακόμη αποτέλεσμα της τακτικής της κυβέρνησης που έπαιξε απροκάλυπτα το χαρτί του ρατσισμού σε βάρος των μεταναστών και της υστερίας για την εγκληματικότητα ως προσπάθεια αποπροσανατολισμού από τα λαϊκά προβλήματα και ενορχήστρωσε μια χυδαία επίθεση ενάντια στο κίνημα στο όνομα του «νόμου και της τάξης» την ίδια ώρα που τα ΜΜΕ έδιναν διαρκώς βήμα στην ακροδεξιά ρητορεία του ΛΑΟΣ. Εκφράστηκε με μια σειρά ρατσιστικές επιθέσεις και φασιστικές προκλήσεις σε πρωτοφανή έκταση. Η άνοδος αυτή εκφράζει, όμως, και την απουσία μιας συλλογικής ταξικής απάντησης στην αστική πολιτική, μέσα στη συνθήκη της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Μόνο με μια τέτοια ταξική κατεύθυνση μπορεί η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα που βιώνουν πολλοί εργαζόμενοι να μη μεταφράζεται σε συντηρητικά ή ξενοφοβικά αντανακλαστικά αλλά στη συλλογική δράση. Για αυτό και η απάντηση της Αριστεράς δεν μπορεί να είναι η σιωπή. Χρειάζεται συντονισμός και κλιμάκωση της ενωτικής δράσης ενάντια στα ρατσιστικά μέτρα της κυβέρνησης και την αντιμεταναστευτική πολιτική της ΕΕ, αλλά και ενάντια στις ακροδεξιές και φασιστικές προκλήσεις, στη βάση μιας γραμμής ενότητας της εργατικής τάξης και του κινήματος της απέναντι στην αστική πολιτική και τους εκφραστές της.
5. Η ενίσχυση προς τους Οικολόγους – Πράσινους, αποτέλεσμα και μιας ενορχηστρωμένης υπερπροβολής από τα ΜΜΕ, εξέφρασε σε κάποιο βαθμό και την ευαισθησία για το περιβάλλον και την αναζήτηση για μια ψήφο «έξω από τα συνηθισμένα». Ωστόσο τα πολιτικά όρια αυτού του σχηματισμού είναι πολύ συγκεκριμένα, εάν αναλογιστούμε την βαθιά ενσωματώσιμη και ανώδυνη για το σύστημα εκδοχή «οικολογίας» που προτείνουν σε πλήρη συμμόρφωση με τη λογική της «πράσινης ανάπτυξης» καθώς και την ετοιμότητά τους να συμμετέχουν σε κυβερνητικά σχήματα.
6. Η κοινοβουλευτική Αριστερά αδυνατεί να κερδίσει πολιτικά μέσα στη συγκυρία των εκλογών, σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και ύστερα από την έκρηξη οργής στην εξέγερση του Δεκέμβρη. Δεν μπορεί έτσι να κάνει ένα πολιτικό άλμα προς τα εμπρός, παρότι το κλίμα ήταν ευνοϊκό και η δυσαρέσκεια και η απονομιμοποίηση της κυρίαρχης πολιτικής παραπάνω από εμφανής. Το ΚΚΕ υποχωρεί σε ψήφους σε σχέση και με τις προηγούμενες βουλευτικές, σε ψήφους και ποσοστό σε σχέση με τις προηγούμενες ευρωεκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποχωρεί σε ψήφους και ποσοστό σε σχέση με τις βουλευτικές, σε ψήφους σε σχέση με τις ευρωεκλογές όπου μόλις ξεπερνά το ποσοστό που είχε πάρει μόνο ο ΣΥΝ. Σήμερα η διαχειριστική αριστερά, εγκλωβισμένη κατά βάση στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι, αδυνατεί να προσφέρει μια συνολική εναλλακτική αντικαπιταλιστική διέξοδο, που θα εμπνέει τους αγωνιστές και θα δίνει νικηφόρα προοπτική στους αγώνες. H ηττοπάθεια και η περιφρόνηση της ενωτικής μαχητικής δράσης από το ΚΚΕ, δεν δίνει προοπτική. Από την άλλη, τα πολιτικά όρια του ΣΥΡΙΖΑ είναι δεδομένα και δεν καθορίζονται από την “υπερβολική αριστερή στροφή του”, όπως διατείνονται όσοι πιέζουν για πλήρη προσαρμογή του. Αντίθετα, δεν αποδέχεται με συνέπεια τη δυναμική και τις διεκδικήσεις των κινημάτων, δεν εγκαταλείπει τον πυρήνα των φιλο-ΕΕ και διαχειριστικών για το σύστημα τοποθετήσεων και δεν απορρίπτει μελλοντικά την σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ. Συνολικά, αυτές οι πολιτικές κατευθύνσεις δεν μπορούσαν να δώσουν ελπίδα και να εμπνεύσουν όλους εκείνους τους αγωνιστές που θέλουν την Αριστερά δύναμη αγώνα, ρήξης και ανατροπής.
7. Το εκλογικό αποτέλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ (22.000 ψήφοι, 0,43%) αποτυπώνει ένα πρώτο σταθερό, μικρό αλλά ενθαρρυντικό βήμα για τη συνέχεια και την αναβάθμιση του νέου εγχειρήματος, εκφράζει τη θετική ανταπόκριση και την αποφασιστικότητα ενός δυναμικού να προχωρήσει στην κατεύθυνση της μετωπικής συγκρότησης. Μια σειρά από πρωτοβουλίες έδειξαν τις δυνατότητες της αντικαπιταλιστικής αριστεράς (στάση στην εξέγερση του Δεκέμβρη, συμβολή στα απεργιακά συλλαλητήρια στις 10 Δεκέμβρη, στις 2 Απρίλη και στην Πρωτομαγιά, αντιρατσιστικές πρωτοβουλίες). Όμως χρειάζονταν πολύ περισσότερα για να ανταποκριθούμε στις αυξημένες απαιτήσεις για την οικοδόμηση της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς και την ανάπτυξη ενός μαζικού αντικαπιταλιστικού πολιτικού ρεύματος.
Ούτε μπορούμε να παραβλέψουμε τις αδυναμίες, τις ελλείψεις ή τις καθυστερήσεις που αποτυπώθηκαν στην πορεία προς τις εκλογές. Όμως, για εμάς η παρέμβαση στις εκλογές ήταν μόνο μια πλευρά μιας ευρύτερης και πραγματικά πρωτόγνωρης πανελλαδικής διαδικασίας συσπείρωσης, συζήτησης και ενωτικής δράσης σε όλη την Ελλάδα, που σε καμιά περίπτωση δεν αφορούσε μόνο ή κυρίως τις εκλογές. Ευχαριστούμε τους χιλιάδες αγωνιστές σε όλη την Ελλάδα που στήριξαν το εγχείρημα σε αυτό το πρώτο του βήμα. Τους καλούμε να συνεχίσουν να το πλαισιώνουν και να συμβάλουν στο να αποκτήσει ρίζες η ΑΝΤΑΡΣΥΑ σε κάθε κοινωνικό χώρο και κάθε περιοχή, έτσι ώστε με την ενεργό συμμετοχή και δράση, τις προτάσεις και τις πρωτοβουλίες να πάρουν την υπόθεση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στα χέρια τους Καλούμε επίσης όλες τις δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής αριστεράς να στηρίξουν αυτή την ενωτική προσπάθεια, ειδικά σήμερα που φαίνεται ότι υπάρχει ένα πραγματικό ριζοσπαστικό ρεύμα μέσα στη ελληνική κοινωνία. Το εκλογικό αποτέλεσμα συνολικά για την εξωκοινοβουλευτική αριστερά (0,81% και 40.000 ψήφοι), είναι από τα μεγαλύτερα που έχουν καταγραφεί. Αναδεικνύει την ανάγκη αναζήτησης κοινής δράσης όλου αυτού του δυναμικού και συμβολής στην αντεπίθεση των επαναστατικών ιδεών μέσα στον εργαζόμενο κόσμο, αντί του αυτό-περιορισμού σε λογικές περιχαράκωσης και καταγραφής δυνάμεων.
8. Σε κάθε περίπτωση για εμάς οι μεγάλες προκλήσεις είναι μπροστά μας. Στη μάχη ενάντια στη νέα αντιλαϊκή επίθεση που ετοιμάζουν, στους αγώνες ενάντια στη λιτότητα, την ελαστική εργασία, το ρατσισμό, την οικολογική υποβάθμιση, την κατάργηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων, την ΕΕ. Με αναγεννημένο ενωτικό ταξικό εργατικό κίνημα και με πολιτικό στόχο την ανατροπή της επίθεσης. Στην προσπάθεια για αντικαπιταλιστική αριστερά αντάξια των προκλήσεων της εποχής και των απαιτήσεων του κόσμου του αγώνα. Στις μαχητικές ενωτικές πρωτοβουλίες πάνω σε όλα τα μέτωπα της περιόδου. Στην μεγάλη συζήτηση που πρέπει να γίνει για την πολιτική και θεωρητική αναγέννηση της επαναστατικής σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής προοπτικής απέναντι στον καπιταλισμό, την κρίση και τα αδιέξοδα του. Στα πεδία αυτά, ο ανοιχτός και ειλικρινής διάλογος και η κοινή δράση ανάμεσα στα διαφορετικά ρεύματα της Αριστεράς, είναι το μεγάλο ζητούμενο, σε μια κατεύθυνση υπέρβασης όλων εκείνων των πολιτικών γραμμών και πρακτικών που έχουν οδηγήσει ως τώρα στην ήττα την Αριστερά και το εργατικό κίνημα. Στις μάχες αυτές θα κριθεί εάν η αποδοκιμασία του πολιτικού συστήματος θα παραμείνει αδρανής και ακίνδυνη ή θα μετουσιωθεί σε ενεργή κρίση των πολιτικών του συστήματος και των διαχειριστών τους.
9. Καλούμε όλες τις αγωνίστριες και τους αγωνιστές που στήριξαν το εγχείρημα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά και όλους όσους στάθηκαν κριτικά απέναντι του, να συμμετάσχουν ενεργητικά στη συζήτηση για τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών, τα περαιτέρω βήματα στη συγκρότηση της αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής αριστεράς και τα καθήκοντα της στη νέα περίοδο, στον νέο κύκλο αντικαπιταλιστικών συνελεύσεων που ξεκινάει σε κλάδους, γειτονιές και πόλεις.