Οι εκλογές της 7ης Ιουνίου για το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, διεξάγονται σε περίοδο κρίσης, σε περίοδο που τα προβλήματα της εργατικής τάξης οξύνονται.
Η εργατική τάξη γνωρίζει από την πείρα της ότι ο ρόλος του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου στην Ε.Ε. είναι περιορισμένος και δεν ασκεί νομοθετική εξουσία όπως το κοινοβούλιο στα εθνικά κράτη. Το ευρωκοινοβούλιο έχει δικαίωμα έκφρασης γνώμης σε προτάσεις νόμου, χωρίς να δεσμεύει το συμβούλιο των κρατών – μελών, καθώς και δικαίωμα συμπλήρωσης νομοθετημάτων για την οικονομική – νομισματική ενοποίηση σε συμφωνία με το συμβούλιο των κρατών – μελών. Επίσης έχει δικαίωμα αρνησικυρίας σε κάποια θέματα (π.χ. διεύρυνση) και δυνατότητα συναπόφασης με το συμβούλιο των κρατών – μελών κάποια πεδία της πολιτικής όπως ο προϋπολογισμός της Ε.Ε. Στην ουσία, οι σημαντικές αποφάσεις έχουν πάντα τη σφραγίδα της κομισιόν ή του συμβουλίου των υπουργών. Αυτός είναι ένας σημαντικός λόγος για την απαξίωση των ευρωεκλογών σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και για την αναμενόμενη θεαματική αύξηση της αποχής και στην Ελλάδα στις επερχόμενες εκλογές (όπου παίζει ρόλο και η γενικότερη φθορά του πολιτικού συστήματος).
Στην Ελλάδα, σχεδόν πάντα οι ευρωεκλογές αντιμετωπίζονταν σαν μια μάχη καταγραφής των εκλογικών συσχετισμών με αξία χρήσης στην εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση. Τα ζητήματα της Ε.Ε., ο ρόλος της και οι συνέπειες από την πολιτική της ήταν πάντα υποβαθμισμένα και αναδεικνύονταν κυρίως από τις δυνάμεις της Αριστεράς. Ειδικά μάλιστα, όταν οι εκλογές για το ευρωκοινοβούλιο αναμενόταν να τις ακολουθήσουν εθνικές εκλογές σε σύντομο διάστημα (όπως συμβαίνει και σήμερα), αυτά τα θέματα σχεδόν εξαφανίζονται από την ατζέντα της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Έτσι και σε αυτές τις εκλογές, το αποτέλεσμα θα παράγει ένα πολιτικό μήνυμα που θα επιχειρηθεί να αξιοποιηθεί από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις:
Η κυβέρνηση της Ν.Δ. επιδιώκει ένα αποτέλεσμα που να μπορέσει να το παρουσιάσει σαν συναίνεση στην πολιτική της, εξαπολύοντας νέο κύμα φόρων και αντεργατικών μεταρρυθμίσεων την επαύριο των εκλογών, ενώ το ΠΑΣΟΚ αναζητά το προβάδισμα για να πείσει την αστική τάξη ότι διατηρεί την ικανότητα να εγκλωβίζει τη λαϊκή διαμαρτυρία και να προβάλλει σαν η επόμενη κυβέρνηση. Το ΛΑΟΣ προσπαθεί να κερδίσει την ψήφο διαμαρτυρίας χαϊδεύοντας ξενοφοβικές φωνές και ρατσιστικές αντιλήψεις. Οι Οικολόγοι – Πράσινοι - η πιο δεξιά εκδοχή της οικολογίας με ακραίες φιλοκαπιταλιστικές και φιλόΕ.Ε. θέσεις – στοχεύουν στην εδραίωσή τους στο πολιτικό σκηνικό σαν ένα καθαρόαιμο αστικό κόμμα διαμαρτυρίας.
Στη μάχη αυτή οι κομμουνιστές πρέπει να αξιοποιήσουν τη συζήτηση που ανοίγεται στους εργαζόμενους, εξηγώντας το ρόλο της Ε.Ε., παλεύοντας για τη φθορά της αστικής αντίληψης και των δυνάμεων που την εκπροσωπούν. Πρέπει να εκπροσωπήσουν τα εργατικά συμφέροντα, προπαγανδίζοντας την επαναστατική κατεύθυνση που συμπυκνώνεται στα συνθήματα:
-Διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης
-Έξοδος της Ελλάδας από την Ε.Ε.
-Σοσιαλιστική προλεταριακή επανάσταση για την ανατροπή του καπιταλισμού, για τη δικτατορία του προλεταριάτου στην Ελλάδα, την Ευρώπη, τον κόσμο ολόκληρο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια ένωση των ιμπεριαλιστών, ένωση των ευρωπαϊκών μονοπωλίων και των αστικών τάξεων των χωρών της Ευρώπης, για την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους έναντι των άλλων ιμπεριαλιστικών ενώσεων ανταγωνιστών τους και για τη διαιώνιση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και των λαών της ηπείρου.
Η Ε.Ε. είναι ένας συνασπισμός καπιταλιστικών χωρών της Ευρώπης που εκφράζει και υλοποιεί υπό την ηγεμονία του χρηματιστικού μονοπωλιακού κεφαλαίου και μέσα από τις διαδικασίες οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης, τη στρατηγική για την ενδυνάμωσή του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, στις σύγχρονες συνθήκες διεθνοποίησης της παραγωγής και όξυνσης των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση αποτελεί μία εκδήλωση της σύγχρονης βαθμίδας διεθνοποίησης του κεφαλαίου, κατά την οποία γίνεται ζωτική ανάγκη του καπιταλισμού η συνεχής διεύρυνση των ελεγχόμενων αγορών και η περιφρούρησή τους από ανταγωνιστές, μέσα σε έναν οξυμένο ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστικών κέντρων για τον έλεγχο της παγκόσμιας αγοράς.
Οι καπιταλιστές μέσα από τις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης επιδιώκουν:
-
Να διαμορφώσουν, να διευρύνουν και να περιφρουρήσουν από τα ανταγωνιστικά προϊόντα και κεφάλαια μια ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, ως βάση για παραπέρα συγκέντρωση και συγκεντροποίηση και να ενισχύσουν έτσι τη θέση τους στην παγκόσμια οικονομία.
-
Να βαθύνει η καπιταλιστική εκμετάλλευση άμεσα με αναδιαρθρώσεις της παραγωγής, των εργασιακών σχέσεων, της οικονομικής δομής και του κράτους, στοχεύοντας στην αύξηση της σχετικής και της απόλυτης υπεραξίας και έμμεσα εντείνοντας την πολιτική και ιδεολογική κυριαρχία τους πάνω στις εργαζόμενες μάζες.
-
Να ενισχύσουν τη δύναμή τους σε σφαίρες επιρροής και να αυξήσουν τα κέρδη τους.
-
Επιπλέον, οι ισχυρές χώρες, όπως η Γαλλία και η – ηττημένη του ΄Β Παγκοσμίου Πολέμου – Γερμανία, επιδιώκουν την αναβάθμισή τους στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα με το προχώρημα της ενοποίησης, ενώ οι πιο αδύναμες ή νεοδημιουργηθείσες αστικές τάξεις προσβλέπουν στην στερέωση της ταξικής τους κυριαρχίας, μέσω της συμμετοχής τους στις διαδικασίες της Ε.Ε.
Αυτό που ενώνει τους καπιταλιστές στην Ε.Ε. είναι το κοινό ταξικό τους συμφέρον, η κοινή στρατηγική του ευρωπαϊκού κεφαλαίου για την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης και τη διασφάλιση της κυριαρχίας τους απέναντι στην εργατική τάξη και τα άλλα εργαζόμενα στρώματα.
Απέναντι σε αυτήν την ένωση των καπιταλιστών, η εργατική τάξη και οι εργαζόμενοι της Ευρώπης πρέπει να συνειδητοποιήσουν το δικό τους ταξικό συμφέρον που τους ενώνει και επιβάλει την οργάνωση του αγώνα για την απόκρουση και την κατάργηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και καταπίεσης.
Η Ε.Ε, δεν μπορεί να αλλάξει από τα μέσα, δεν μπορεί με τη συσσώρευση μεταρρυθμίσεων να μετατραπεί σε οργανισμό φιλικό για τα εργατικά συμφέροντα όπως προπαγανδίζουν οι ρεφορμιστές που μιλάνε για «Ευρώπη των εργαζομένων». Η Ε.Ε. πρέπει να διαλυθεί. Η διάλυσή της θα επιτευχθεί με τη θέληση και την πάλη των λαών και ο πιο πρόσφορος τρόπος είναι κατ’ αρχήν η πάλη για την έξοδο κάθε χώρας μέλους της. Δίπλα στο σύνθημα «ΔΙΑΛΥΣΗ της Ε.Ε.» πρέπει να μπαίνει το σύνθημα «Έξω η Ελλάδα από την Ε.Ε.». Κι αυτό γιατί, λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης των εθνικών συνιστωσών της Ε.Ε., καθίσταται αδύνατη η γενική ταύτιση των συμφερόντων όλων των τμημάτων της ευρωπαϊκής εργατικής τάξης, η χρονική σύμπτωση κρίσεων και επαναστατικών καταστάσεων σε όλες τις χώρες της Ε.Ε.
Γνωρίζουμε ωστόσο, ότι από τη σκοπιά των πραγματικών συμφερόντων της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων, μια έξοδος από την Ε.Ε., αν δε θιχτούν τα οικονομικοκοινωνικά θεμέλια του καθεστώτος, αν ο ελληνικός καπιταλισμός παραμείνει άθικτος, δεν εξασφαλίζει σε καμία περίπτωση την εθνική ανεξαρτησία και τα κοινωνικά και δημοκρατικά δικαιώματα των εργαζομένων, όπως φαίνεται να πιστεύουν πολλοί στην ελληνική Αριστερά.
Η ανεργία, η φτώχεια, η κοινωνική ανισότητα δεν είναι αποτέλεσμα μοναδικά της ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ, τη μετέπειτα Ε.Ε. Είναι αποτέλεσμα του καπιταλισμού, παρ’ όλο που η συμμετοχή στην Ε.Ε. μπορεί να επιδεινώνει αυτές τις εκδηλώσεις.
Η χειροτέρευση των εργασιακών σχέσεων, η ελαχιστοποίηση της κοινωνικής πολιτικής του αστικού κράτους, η αποδόμηση της ασφάλισης με την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και τη μείωση των συντάξεων, η γενίκευση της μερικής και προσωρινής απασχόλησης, η ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας και των εργασιακών σχέσεων κ.α. δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της ένταξης, αλλά προϊόν του ίδιου του καπιταλισμού. Το ίδιο ισχύει και για τη συρρίκνωση της δημοκρατίας, για την επιδρομή ενάντια στα δημοκρατικά δικαιώματα, την επέλαση των τρομονόμων κλπ.
Για το ότι τα μικρομάγαζα κλείνουν και τα μικρομεσαία στρώματα της πόλης και του χωριού καταστρέφονται μαζικά και προλεταριοποιούνται, είναι υπεύθυνος ο καπιταλισμός, οι αντικειμενικές τάσεις ανάπτυξής του και ο ελληνικός καπιταλισμός δεν μπορεί να αποτελεί εξαίρεση, είτε βρίσκεται εντός είτε εκτός Ε.Ε.
Η αστική τάξη της χώρας μας γνωρίζει πολύ καλά τα συμφέροντά της, γι’ αυτό εξάλλου επιδίωξε και πέτυχε την ένταξη της στην ΕΟΚ – σημερινή Ε.Ε. Δεν ήταν μια πράξη υποταγής όπως θεώρησαν διάφοροι και θεωρούν ακόμη στην ελληνική Αριστερά. Ήταν μια συνειδητή πράξη εκπροσώπησης των ταξικών της συμφερόντων. Και βέβαια όταν οι εκπρόσωποι του ελληνικού κεφαλαίου συμφωνούν με τούτες ή εκείνες τις αποφάσεις των οργάνων της Ε.Ε. και πάλι δεν υποτάσσονται με την τρέχουσα χυδαία αντίληψη της υποταγής, έχουν επίγνωση των συσχετισμών με τους οποίους προσπαθούν να παίξουν κάθε φορά για να επιβάλουν τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους. Διότι η Ε.Ε. δεν είναι ένας σύλλογος ισότιμων φίλων. Είναι ένας ιμπεριαλιστικός οργανισμός και στον ιμπεριαλισμό η συμφωνία και η μοιρασιά γίνεται με βάση τη δύναμη. Οι μηχανισμοί, οι θεσμοί και οι αποφάσεις των οργάνων της Ε.Ε. δεν διαμορφώνονται με ισοτιμία ανάμεσα στις χώρες – μέλη, αλλά ανάλογα με το συσχετισμό δύναμης.
Στο εσωτερικό της Ε.Ε. υπάρχουν και εκδηλώνονται πολλών ειδών αντιθέσεις: Αντιθέσεις μεταξύ των μεγάλων ιμπεριαλιστικών χωρών για την ηγεμονία, αντιθέσεις μεταξύ των χωρών – μελών λόγω ανταγωνιστικών ιμπεριαλιστικών συμφερόντων, αντιθέσεις ανάμεσα σε χώρες με διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης για το κόστος και το όφελος που προκύπτει γι’ αυτές από τις διαδικασίες της ενοποίησης.
Ιδιαίτερα στη σημερινή περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης, οι αντιθέσεις αυτές οξύνονται και εντείνονται οι προσπάθειες για μετακύλιση των συνεπειών της κρίσης στους ανταγωνιστές και εκτός, αλλά και εντός της Ε.Ε.
Μέσα από αυτές τις αντιθέσεις και συγκρούσεις οι επιμέρους αστικές τάξεις προωθούν και τα ξεχωριστά τους συμφέροντα. Το ίδιο κάνει και η ελληνική άρχουσα τάξη, η οποία πιστεύει ότι τα συμφέροντά της εξυπηρετούνται καλύτερα μέσα από τη συμμετοχή στην Ε.Ε.
Αντίθετα το συμφέρον της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζομένων, ταυτίζεται με τη διάλυση του ιμπεριαλιστικού αυτού οργανισμού, την έξοδο της Ελλάδας από την Ε.Ε. και την ανατροπή του ελληνικού καπιταλισμού.
Λύσεις υπέρ των εργατικών συμφερόντων σε μια Ελλάδα εκτός Ε.Ε. και εντός καπιταλισμού δεν υπάρχουν. Η πάλη ενάντια στις επιπτώσεις από την ένταξη πρέπει να συνδεθεί με την πάλη για διάλυση της Ε.Ε., για την έξοδο από αυτή και μέσα στην πρακτική πάλη για τα άμεσα καθημερινά ζητήματα για κοινωνικά δικαιώματα και δημοκρατικές ελευθερίες να συνδεθεί με την πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού στην Ελλάδα, για την κατάκτηση της δικτατορίας του προλεταριάτου, ως αναγκαίας μορφής κοινωνικής οργάνωσης για το πέρασμα στο σοσιαλισμό – κομμουνισμό.
Με την έξοδο από την Ε.Ε. και την ανατροπή του ελληνικού καπιταλισμού, η εργατική τάξη της Ελλάδας εκπληρώνει το διεθνιστικό της χρέος και συμβάλλει στην εκπλήρωση των προϋποθέσεων για μια άλλη ένωση των λαών σε πραγματικά διεθνιστική βάση, για μια Ένωση των Εργατικών Δημοκρατιών, που θα ανοίξει το δρόμο για το σοσιαλισμό – κομμουνισμό στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, για την πραγματική συναδέλφωση των λαών.
Με αυτές τις θέσεις απευθυνόμαστε στους εργαζόμενους, με στόχο την ανάδειξη της αναγκαιότητας της σοσιαλιστικής επανάστασης, τη συγκέντρωση δυνάμεων με την επαναστατική πάλη. Αναδεικνύουμε την αναγκαιότητα οικοδόμησης επαναστατικού κόμματος που είναι ο μοναδικός φορέας που μπορεί να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης μέχρι το τέλος.
Επίσης, θεωρούμε ότι η συνεπής επαναστατική πάλη ενάντια στην Ε.Ε. απαιτεί όχι μόνο τη διακήρυξη της αποδέσμευσης ως πολιτικού στόχου ούτε μόνο τη ζύμωση αυτού του στόχου μέσα στις μάζες ενόψει των ευρωεκλογών. Απαιτεί επιπλέον να γίνει ο στόχος για αποδέσμευση από την Ε.Ε. αίτημα πάλης του ίδιου του συνδικαλιστικού κινήματος της εργατικής τάξης και άλλων εργαζομένων και να συνδεθεί αυτό το αίτημα με ένα πλαίσιο αιτημάτων που θα προστατεύουν τα άμεσα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα των εργαζομένων από τις ληστρικές επιπτώσεις που έχει γι’ αυτούς η πολιτική της Ε.Ε. Στη σημερινή συγκυρία της οικονομικής κρίσης τα αιτήματα της άμεσης εξόδου από την ευρωζώνη, της απαλλαγής από τις δεσμεύσεις για το δημόσιο χρέος και τις δημόσιες δαπάνες, εκφράζουν επείγουσες και ζωτικές ανάγκες για τα εργατικά εισοδήματα και το επίπεδο διαβίωσης των λαϊκών στρωμάτων της χώρας. Μόνο διατυπώνοντας και προπαγανδίζοντας μία πολιτική πρόταση σε αυτήν την κατεύθυνση είναι δυνατό οι αριστερές δυνάμεις να συνεισφέρουν στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος μέσα από τη μάχη των ευρωεκλογών αλλά – το κυριότερο – και μετά από αυτή.
Μια τέτοια πρόταση που να συνδέει την πάλη για αποδέσμευση της χώρας από την Ε.Ε., την πάλη για επανάσταση και εργατική εξουσία με ένα πλαίσιο τέτοιων αιτημάτων και με μια αντίστοιχη προσπάθεια απεύθυνσης στην εργατική τάξη στην βάση της τακτικής του ενιαίου μετώπου, δεν διατυπώνεται από καμία από τις δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά και διεκδικούν την λαϊκή ψήφο στις εκλογές. Η διατύπωση μιας τέτοιας πρότασης και μια τέτοια συμφωνία δυνάμεων που θα εκφραζόταν και με τη συντεταγμένη ενιαιομετωπική δράση μέσα στους εργατικούς χώρους, ήταν αναγκαία προϋπόθεση για τη συμμετοχή μας σαν κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ σε κάποιο εκλογικό σχήμα. Η μη συμμετοχή μας στις εκλογές επομένως, δεν αποτελεί θέση αρχής, αλλά οφείλεται στους παραπάνω λόγους.
Θεωρούμε ωστόσο, ότι πρέπει να εκφραστεί και στις ευρωεκλογές με όσο το δυνατόν πιο έντονο τρόπο, έστω και μόνο με την ψήφο, τουλάχιστον η αντίδραση στην Ε.Ε, και η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας διάλυσης της. Από αυτήν τη σκοπιά, κρίνουμε τις δυνάμεις που αναφέρονται στην Αριστερά.
Θεωρούμε επιζήμιες για το κίνημα τις απόψεις του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ που – προσπαθώντας να συμβιβάσει και τις εσωτερικές του διαφορές – θέτει σαν στόχο μια «Ευρώπη των εργαζομένων», χωρίς καμία αναφορά στην επαναστατική πάλη, στην ανάγκη αποδέσμευσης της χώρας και διάλυσης της Ε.Ε. Οι αυταπάτες για μια φιλεργατική Ε.Ε. που διαδίδει ο ΣΥΝ και οι οργανώσεις που σέρνονται πίσω του, λειτουργούν μόνο σαν αριστερό άλλοθι του καπιταλιστικού συστήματος.
Κρίνουμε επίσης, ότι κινούνται σε λάθος κατεύθυνση οι απόψεις του ΚΚΕ που αποσυνδέουν την έξοδο από την Ε.Ε. από την επαναστατική διαδικασία, οδηγώντας τελικά το εργατικό κίνημα στην αγκαλιά της εθνικής αστικής τάξης. Η προεκλογική εμφάνιση του ΚΚΕ στοχεύει κυρίως στην ψήφο διαμαρτυρίας και μικρή σχέση έχει με τις γενικές του διακηρύξεις για την Ε.Ε., τις οποίες δεν θέτει στην κρίση της εργατικής τάξης. Η προπαγάνδα του επικεντρώνεται στη – σωστή - κριτική προς τις πολιτικές δυνάμεις που επικύρωσαν τη συμφωνία του Μάαστριχτ, όμως υποκριτικά αποσιωπά το ότι Μάαστριχτ και ΟΝΕ θεμελιώθηκαν στη σύνοδο της Μαδρίτης (Ιούνιος 1989), που τη συνυπέγραψε εκ μέρους της Ελλάδας ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, υλοποιώντας σχετική απόφαση του συμβουλίου των αρχηγών, στο οποίο συμμετείχε και ο τότε γραμματέας του ΚΚΕ.
Πιστεύουμε τέλος, ότι έχει αξία να ενισχυθούν τα ψηφοδέλτια που προβάλουν την αποδέσμευση της χώρας από την Ε.Ε. συνδέοντας την με την επανάσταση και την εργατική εξουσία, θέση που θεωρούμε σαν τον ελάχιστο κοινό παρανομαστή για την εκλογική στήριξη κάποιου ψηφοδελτίου. Τέτοιο κρίνουμε ότι είναι το ψηφοδέλτιο του ΕΕΚ, όπως και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, έχοντας επίγνωση των αδυναμιών και των αντιφάσεων αυτών των δυνάμεων.
Σε κάθε περίπτωση, ούτε ο στόχος της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος, της οικοδόμησης επαναστατικού κόμματος και της εμφάνισης μιας μαζικής επαναστατικής Αριστεράς στην Ελλάδα πρόκειται να εκπληρωθεί ή να κριθεί από το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά ούτε και η πάλη για την επανάσταση και τη δικτατορία του προλεταριάτου, πρόκειται να σταματήσει μετά τις 7 Ιούνη. Σε αυτόν τον αγώνα πιστεύουμε ότι θα συναντηθούμε με συντρόφους ή με δυνάμεις με τις οποίες δεν συμπορευτήκαμε σε αυτήν την εκλογική μάχη.
Η Π.Ε. της κ.ο. ΑΝΑΣΥΝΤΑΞΗ