ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΉ ΑΡΙΣΤΕΡΑ – ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΡΚΟΥ
Διεθνιστική, εργατική, αντιιμπεριαλιστική θέση για το όνομα της ΠΓΔ Μακεδονίας
Μπορεί για την Ελλάδα, η πιο σημαντική είδηση από το Βουκουρέστι να ήταν το βέτο Καραμανλή στην είσοδο της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, αλλά από ό,τι αποδείχτηκε, σε αυτή τη σύνοδο, βέτο κατά των ΗΠΑ έβαζε μέχρι και η… κουτσή Μαρία! Η σύνοδος του Βουκουρεστίου είναι μια σύνοδος του ΝΑΤΟ, που θα μείνει στην ιστορία για την πρώτη, μεγάλη και πολλαπλών διαστάσεων, διπλωματική πολιτική ήττα των Αμερικανών, μετά την εισβολή στο Ιράκ και μάλιστα, «μέσα στο μαγαζί τους». Η ήττα της «Αυτοκρατορίας», ανεξάρτητα από τα βασικότερα αιτία, οπωσδήποτε γεννάει στους λαούς που δοκιμάζονται από τη βάρβαρη ιμπεριαλιστική πολιτική της, αισθήματα αγαλλίασης, παρότι δεν είναι ακριβώς και δική τους νίκη. Δεν είναι μικρό πράγμα να ηττάται, έστω και διπλωματικά, έστω και από άλλους, η μεγαλύτερη στρατιωτική μηχανή σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία, η μοναδική υπερδύναμη που ηγεμονεύει στο συνασπισμένο ιμπεριαλισμό «διαρκεί πόλεμο κατά της τρομοκρατίας», λίγες μόνο ημέρες μετά τη συμπλήρωση πέντε χρόνων από την επέτειο της εισβολής της στο Ιράκ.
Η ήττα αυτή εμπεριέχει οπωσδήποτε, έστω και δια της πλαγίας οδού, τις αντιιμπεριαλιστικές και αντικαπιταλιστικές αντιστάσεις των λαών. Χωρίς αυτές δεν θα ήταν καθόλου δεδομένες οι σταδιακά οξυνόμενες διαφοροποιήσεις των άλλων ιμπεριαλιστικών χωρών. Δεν είναι μικρής σημασίας ζήτημα να μεγαλώνουν οι ρωγμές της ιμπεριαλιστικής «Ιεράς Συμμαχίας» του 21ου αιώνα. Οι οποίες, κάτω από πολύ συγκεκριμένες και «σκληρές» προγραμματικές και πολιτικές προϋποθέσεις, μπορούν να γίνουν αντικαπιταλιστικά ρήγματα εάν αξιοποιηθούν από το διεθνές εργατικό, λαϊκό και αντιιμπεριαλιστικό κίνημα. Αυτή την εξαιρετικής σπουδαιότητας διάσταση του γεγονότος δεν είδαν, ούτε μπορούν να δουν οι οπαδοί της μεταμοντέρνας «ιδιαιτερότητας», του γενικώς και αορίστως «εθνικού αυτοπροσδιορισμού», γιατί μετατρέπονται ακριβώς σε ουραγούς του ιμπεριαλιστικού κοσμοπολιτισμού. Γι’ αυτό στην πράξη οδηγούνται στη σύμπλευση με τους Αμερικανούς στο ζήτημα της στάσης απέναντι στο όνομα της ΠΓΔ Μακεδονίας. Γιατί είναι οι ΗΠΑ αυτές που «αυτοπροσδιορίζουν» βασικά τον αντιδραστικό χαρακτήρα, τον προσανατολισμό, τις δομές και το όνομα του κράτους των Σλαβομακεδόνων και της αλβανικής μειονότητας, σε συμμαχία με τις αστικές τους τάξεις. Όπως και με το «ανεξάρτητο Κόσοβο».
Ωστόσο, σε αυτή τη συγκυρία, η ήττα των Αμερικανών στο Βουκουρέστι σφραγίστηκε κυρίως από τις οξύτατες ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις. Αντιθέσεις που αναπτύσσονται μέσα στο πλαίσιο της γενικότερης, με δομικά χαρακτηριστικά, κρίσης του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και της κατάρρευσης του «νεοφιλελεύθερου μοντέλου» στην οικονομία. Οι ΗΠΑ ηττήθηκαν από ένα μεταβαλλόμενο συνασπισμό ιμπεριαλιστικών δυνάμεων πρώτης και δεύτερης ταχύτητας, κάτω από την ηγεμονία της συμμαχίας Γερμανίας – Ρωσίας στην οποία προσχώρησε και η Γαλλία. Η δεύτερη αμερικανική Αυτοκρατορία οδεύει από την ανατολή στη δύση της χωρίς μεσημέρι, όπως έχει ειπωθεί χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, το δεσπόζον ζήτημα του Βουκουρεστίου είναι ότι το ΝΑΤΟ, ως πλαίσιο οργάνωσης μιας διεθνούς ιμπεριαλιστικής συμμαχίας και ανταγωνισμών, όχι μόνο δεν αμφισβητήθηκε (ούτε καν από τον Πούτιν), αλλά έστω και με καρκινικά βήματα, έστω και με αλλαγή εσωτερικού συσχετισμού, διευρύνεται, βαθαίνει αντιδραστικά, αποφασίζει νέα πεδία επέκτασης και στρατιωτικών επιβουλών. Ουσιαστικά μπήκαν στο τραπέζι οι όροι για νέους πολέμους. Και καμία νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν πρόκειται να παραιτηθεί από αυτούς τους σχεδιασμούς, παρά τις όποιες αναπροσαρμογές, σε πείσμα κάποιων ονειροπόλων. Ειδικά για τα Βαλκάνια, όπου διασταυρώνονται τα ξίφη ΗΠΑ, Ρωσίας και Γερμανίας, πάνω από τις υπόγειες διαδρομές των αγωγών πετρελαίου, αερίου, εκμετάλλευσης και κερδών.
Το δεσπόζον γεγονός για τους λαούς και την Αριστερά, σε Ελλάδα, Τουρκία και Βαλκάνια, δεν είναι η μη είσοδος της ΠΓΔΜ, η οποία στο κάτω κάτω είναι προσωρινή, αλλά η διεύρυνση του ΝΑΤΟ η οποία συμβαδίζει πλήρως με τη διεύρυνση της ΕΕ. Από αυτή τη σκοπιά, η υπογραφή Καραμανλή στις αποφάσεις της συνόδου και η συναίνεση του ΠΑΣΟΚ σε αυτές αποτελούν εχθρικές πράξεις για το ελληνικό εργατικό και λαϊκό κίνημα, για όλους τους λαούς των Βαλκανίων, μαζί και των Σλαβομακεδόνων εργαζομένων. η Αριστερά και ειδικά η επαναστατική, πρέπει να τις καταδικάσει με αποφασιστικότητα. Καλείται, στις νέες συνθήκες να κηρύξει αγώνα για ένα συνολικό βέτο των λαών κατά του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια, για την έξοδο της Ελλάδας από αυτό, για τη διάλυσή του. Για να ξεκουμπιστούν από τα Βαλκάνια οι ξένοι στρατοί και οι βάσεις. Και πρώτα από όλα η βάση της Σούδας, η οποία, με τη συμφωνία Καραμανλή και τη συναίνεση Παπανδρέου, αναβαθμίζεται ποιοτικά. Δυστυχώς, μέσα στην παραζάλη για το όνομα, μαζί με τις προγραμματικές και πολιτικές αντιφάσεις της, η Αριστερά καλώντας τον Καραμανλή να προβεί σε ένα «γενναίο βέτο» (κυρίως), είτε στο όνομα του «αυτοκαθορισμού» των Σλαβομακεδόνων, είπε ένα «δειλό όχι» στο ΝΑΤΟ, αντί να οργανώσει μαχητικές μαζικές διαδηλώσεις, μέσα από τους λαϊκούς φορείς, ενάντια στην επέκταση και εδραίωσή του στα Βαλκάνια.
Η επέκταση του ΝΑΤΟ συμβαδίζει με την επέκταση της ΕΕ, κάνοντας πιο επίκαιρο από ποτέ το παλιό σύνθημα «ΕΕ – ΗΠΑ – ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο», κάτι που κατανοείται από όλο και περισσότερα λαϊκά τμήματα. Εξάλλου, όλες ανεξαιρέτως οι χώρες της ΕΕ συμφώνησαν με την επέκταση του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια, ασχέτως της διαφοροποίησής τους για την είσοδο της Ουκρανίας και της Γεωργίας. Μαζί με τα αντιΝΑΤΟικά αποκτούν κρίσιμη σημασία τα αντι-ΕΕ αιτήματα. Από αυτήν την άποψη, οι αντιφάσεις του ΣΥΡΙΖΑ μεγεθύνονται, με χαρακτηριστική τη διαμαρτυρία της ΚΟΕ για τις δηλώσεις Παπαδημούλη υπέρ του ευρωστρατού.
Κάτω από τις συνθήκες που προαναφέραμε, στο ζήτημα της ονομασίας του γειτονικού κρότους, η τάση Καραμανλή σημείωσε μια επιτυχία για λογαριασμό της σε βάρος της Ντόρας και υπέρ της ελληνικής αστικής τάξης. Αξιοποίησε τις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και την εσωτερική πολιτική συναίνεση. Επιχειρεί να τη μεταφέρει και στο κοινωνικό μέτωπο, όπου δοκιμάζεται. Μεγαλώνουν έτσι οι κίνδυνοι για μια μεσοπρόθεσμη επικράτηση του Καραμανλή στην πολιτική διαπάλη και επί του ανόδου εργατικού κινήματος. Η κυβέρνηση Καραμανλή είναι ο «εχθρός υπ’ αριθμόν ένα». Οτιδήποτε άλλο συσκοτίζει τους τεράστιους κινδύνους.
Η αντιπαράθεση Ελλάδας και ΠΓΔ Μακεδονίας για το όνομα του κράτους των Σκοπίων είναι μια αντιπαράθεση εκατέρωθεν βλέψεων ελληνικής και σλαβομακεδονικής αστικής τάξης, οι οποίες ηγεμονεύουν και κυριαρχούν πάνω στις ιστορικά εθνικά συγκροτημένες εργατικές τους τάξεις, με την πρώτη να έχει το πάνω χέρι λόγω συγκριτικά μεγαλύτερης δύναμης και διείσδυσης του ελληνικού καπιταλισμού, αλλά εντός της δεσπόζουσας ευρωΝΑΤΟικής κυριαρχίας, κάτω από τον αμερικανικό σιδερένιο βραχίονα και μέσα στο πλαίσιο των οξυνόμενων ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών και των μεταβαλλόμενων συσχετισμών μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Στη βάση αυτή, η ελληνική επαναστατική Αριστερά και οι δυνάμεις της νέας κομμουνιστικής επανεξόρμησης παίρνουν θέση για το όνομα. Πρώτα από όλα, όμως, παίρνουν υπόψη τις «ιστορικά εθνικά συγκροτημένες εργατικές τάξεις» των δύο κρατών και τα εθνικά αισθήματα καθεμιάς από αυτές, για να διχάσουν το καθένα από τα έθνη κράτη, για να κλονίσουν την αστική ηγεμονία και κυριαρχία. Δεν υποτιμούν καθόλου τους κινδύνους από τη συμμαχία της σλαβομακεδονικής αστικής τάξης με τις ΗΠΑ, όπως και της αλβανικής, διότι αποτελούν αντικειμενικά παράγοντα αποσταθεροποίησης και πολέμων στα Βαλκάνια. Αλλά ταυτόχρονα, δεν υποτιμούν σε καμιά περίπτωση το «δικό τους εχθρό», την ελληνική αστική τάξη και τις μικροϊμπεριαλιστικές βλέψεις. Από αυτή τη σκοπιά, κατά τη γνώμη του γράφοντος, η ελληνική επαναστατική Αριστερά πρέπει να αναγνωρίσει τη μακροχρόνια εθνική συγκρότηση και συνείδηση των Σλαβομακεδόνων. Να σέβεται των εσωτερικό ιστορικό αυτόπροσδιορισμό τους ως «Μακεδόνες», διατηρώντας παράλληλα, το αίτημα για διαχωρισμό της γεωγραφικής κρατικής τους συγκρότησης από τον ιστορικό χώρο της Μακεδονίας. Επιδιώκει το σεβασμό, από πλευράς Σλαβομακεδόνων εργαζόμενων, των εθνικών αισθημάτων όσων κατοικούν στο έδαφος του ελληνικού, αλλά και του βουλγαρικού, καθώς και ενός μικρού αλβανικού τμήματος του μακεδονικού ιστορικού χώρου. Πράγμα που σημαίνει αποδοχή του όρου «Μακεδονία» με προσδιορισμό στο όνομα. Επισημαίνουμε ότι ένας γεωγραφικός προσδιορισμός δεν οδηγεί κατανάγκην σε σεβασμό των συνόρων και σε καταδίκη οποιασδήποτε αλυτρωτικής ή εκατέρωθεν επεκτατικής βλέψης, στη βάση ιμπεριαλιστικών συμμαχικών και πολιτικών. Αντίθετα, μπορεί κάλλιστα να συμβάλει σε εκατέρωθεν «ολοκληρώσεις». Η ελληνική επαναστατική Αριστερά πρέπει , πάλι κατά τη γνώμη του γράφοντος, με τόλμη, διεθνιστικό αίσθημα και πολιτική, να αναγνωρίσει την αντικειμενική ύπαρξη της έστω και μικρής σλαβομακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα, εάν δε θέλει να την αφήσει έρμαιο στην πολιτική και τους πράκτορες Αμερικανών και Ευρωπαίων, που θα εκμεταλλεύονται κάθε καταπιεστική πρακτική του ελληνικού κράτους, στο πλαίσιο της γενικότερης αναμόχλευσης των μειονοτικών αντιπαραθέσεων.
ΠΡΙΝ 06/04/2008