Παράλληλα με την καταστροφή και τη λεηλασία του φυσικού περιβάλλοντος μέσα από μεγάλα αναπτυξιακά έργα στην ύπαιθρο, τα αστικά τοπία αναμορφώνονται, με τη λαίλαπα των αναπλάσεων να πλήττει τους ελεύθερους χώρους, στα πλαίσια της καπιταλιστικής ανάπτυξης και της εδραίωσης του ελέγχου σε βάρος της κοινωνίας.
Οι αναπλάσεις -προσανατολισμένες στην ολοκληρωτική κατοχή, εκμετάλλευση και επιτήρηση κάθε πτυχής του χώρου και του χρόνου- αποτελούν μέρος της επίθεσης του κράτους και των αφεντικών για την επιβολή ενός ασφυκτικότερου κοινωνικού μοντέλου: Η αρχιτεκτονική του ελέγχου, οι αποστειρωμένοι από κάθε στοιχείο αυθορμητισμού χώροι, οι νεκρές ζώνες κατανάλωσης, οι όγκοι τσιμέντου, οι κάμερες παρακολούθησης, τα κάγκελα και η αστυνόμευση, προωθούν τη συντριβή κάθε δυνατότητας συλλογικής δραστηριότητας και αντίστασης, και υπαγορεύουν κοινωνικές σχέσεις δομημένες πάνω στο εμπόρευμα, την αποξένωση και την αλλοτρίωση.
Και αν η μία όψη αυτής της διαδικασίας είναι η απροκάλυπτη ισοπέδωση «ανεκμετάλλευτων» χώρων πρασίνου που έχουν απομείνει στην πόλη είτε για την κατασκευή πάρκινγκ (όπως αυτή που επιχειρήθηκε στο πάρκο Κύπρου και Πατησίων) είτε για την ανέγερση κτιρίων (όπως στο κτήμα Θων) ή άλλων εγκαταστάσεων (όπως στον Πευκώνα Aγίων Aναργύρων και στο άλσος Παγκρατίου), σήμερα εισβάλλει στο προσκήνιο και μια άλλη, εκσυγχρονισμένη, εκδοχή της καταστροφής των ελεύθερων χώρων: Aυτή της «πράσινης» ανάπλασης, όπου ο έλεγχος πια είναι φτιαγμένος από «οικολογικά υλικά».
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι η γενικευμένη ανάπλαση του Πεδίου του Άρεως, η οποία παρουσιάστηκε το Μάρτη του 2008 από τους φορείς της Υπερνομαρχίας και τον υπεύθυνο αρχιτέκτονα A. Τομπάζη ως «πράσινο» έργο. Οι εργασίες που θα κοστίσουν συνολικά πάνω από 9 εκατομμύρια ευρώ ξεκίνησαν την άνοιξη, με τα συνεργεία των κατασκευαστικών εταιρειών να περιφράσσουν το πάρκο με συρματοπλέγματα και λαμαρίνες, αποκλείοντας την πρόσβαση.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η δημιουργία κήπων, σιντριβανιών και «ειδικών» χώρων αναψυχής, συνοδεύεται από την επέκταση της περίφραξης με κάγκελα, την αύξηση της αστυνόμευσης, την ανακατασκευή των δύο θεάτρων του πάρκου (του «Άλσους» και του υπαίθριου «Aλίκη») για την «αξιοποίησή» τους, καθώς και από τη δημιουργία ενός εκτεταμένου δικτύου φωταγώγησης που θα καλύπτει όλους τους χώρους κάνοντας ορατή την κάθε κίνηση. Ενώ, βέβαια, από την υπό ανάπλαση περιοχή εξαιρούνται τα 5,6 στρέμματα που έχουν καταπατηθεί από τον «Πανελλήνιο» και στα οποία έχουν ανεγερθεί αυθαίρετα κτίσματα, έχουν κοπεί δέντρα και έχουν διανοιχθεί δρόμοι για να εξυπηρετούνται οι εγκαταστάσεις του πλήρως, πλέον, εμπορευματοποιημένου αθλητικού πολυκέντρου του μεγαλοεπιχειρηματία και καναλάρχη Μ. Κυριακού.
Πίσω από τις φράσεις «ασφαλές και λειτουργικό» πάρκο, «αναβάθμιση» και «αξιοποίηση» που αναμασούν οι υπεύθυνοι του έργου, βρίσκεται η κατασκευή ενός αποστειρωμένου χώρου. Στο όνομα της ασφάλειας και στα πλαίσια του κοινωνικού καλλωπισμού, τα δέντρα, το χώμα και τα λουλούδια, γίνονται το ντεκόρ για την εκδίωξη των «ανεπιθύμητων» (αστέγων, μεταναστών χωρίς χαρτιά κ.α.) είτε από τα σώματα φύλαξης του πάρκου είτε απλά από την αφιλόξενη αρχιτεκτονική ενός τεχνητού περιβάλλοντος-«βιτρίνα». Εξάλλου, για την Εξουσία, η οποία ευθύνεται για τη φτώχεια, την εξαθλίωση, τις ταξικές και κοινωνικές ανισότητες, δεν προβλέπεται φυσικά η εξάλειψη αυτών των φαινομένων, αλλά η επιβολή εκείνων των αισθητικών προτύπων που εξοστρακίζουν από το δημόσιο χώρο τους ανθρώπους που κουβαλούν τέτοια χαρακτηριστικά, περιθωριοποιώντας και γκετοποιώντας τους.
Παράλληλα, η διαμόρφωση ειδικών και διαχωρισμένων χώρων (περιπάτου, παιχνιδιού, τρεξίματος, ποδηλάτου, skateboard κ.α.) για την «τακτοποίηση» από τα πάνω των δραστηριοτήτων διαφορετικών ομάδων ανθρώπων που χρησιμοποιούσαν το πάρκο, σε συνδυασμό με τις επιμέρους αναπλάσεις χώρων με στόχο είτε την κερδοσκοπική εκμετάλλευσή τους είτε τη διοργάνωση «χάπενινγκ» με την αιγίδα ή την άδεια των αρχών -όπως το γνωστό «θεατράκι» όπου στο παρελθόν γίνονταν αυτοοργανωμένες συναυλίες και εκδηλώσεις- είναι αιχμές που αναδεικνύουν την καταστροφή του πάρκου ως ελεύθερου χώρου και τη μετατροπή του σε έναν ασφυκτικά ελεγχόμενο περιβάλλον. Aφού αυτό που καταστρέφεται είναι οι μνήμες και η ζωή που του έδιναν οι άνθρωποι με τον τρόπο που το οικειοποιούνταν, και αυτό που προωθείται -μέσω επιβεβλημένων από τα πάνω χρήσεων του χώρου, του καθορισμού επιτρεπόμενων και μη δραστηριοτήτων και πολλαπλών απαγορεύσεων- είναι η αφομοίωση κάθε στιγμής του ελεύθερου χρόνου και η ενσωμάτωση κάθε δραστηριότητας, ακόμα κι εκείνων που εμπεριέχουν την αμφισβήτηση, στα κυρίαρχα πρότυπα.
Σε προηγούμενες αναπλάσεις του Πεδίου του Άρεως είχαν ξεσπάσει αντιστάσεις από περιοίκους και αλληλέγγυους, όπως ήταν οι κινητοποιήσεις που έγιναν το 2003 ενάντια στην περίφραξη του πάρκου. Τότε, μετά από ανοιχτές συνελεύσεις ακολούθησαν πορείες κατά τη διάρκεια των οποίων διαδηλωτές ξήλωσαν μέρος από τα κάγκελα που είχαν τοποθετηθεί. Επίσης, τα δύο τελευταία χρόνια είχαν αναζωπυρωθεί οι αντιδράσεις απέναντι στις καταπατήσεις του «Πανελληνίου», με περιοίκους να έρχονται αντιμέτωποι με τα ΜAΤ όταν προσπάθησαν να ξηλώσουν το οδόστρωμα και να ξαναφυτέψουν δέντρα σε σημείο του πάρκου που είχε ασφαλτοστρωθεί αυθαίρετα για την πρόσβαση οχημάτων ανεφοδιασμού των αθλητικών εγκαταστάσεων. Σήμερα όμως, που ουσιαστικά νομιμοποιούνται και επεκτείνονται οι περιφράξεις αλλά και οι καταπατήσεις, η προπαγάνδα περί «πράσινης ανάπλασης» έρχεται να αποσπάσει την κοινωνική συναίνεση και τη σιωπή μπροστά στην καταστροφή του πάρκου.
Είναι το σημείο που συναντούν τα όρια τους οι όποιες διαμαρτυρίες εγκλωβίζονται σε μια καταγγελία για την «υποβάθμιση» και «εγκατάλειψη» των ελεύθερων χώρων από τους αρμόδιους φορείς. Τέτοιες αντιλήψεις συναντιούνται αναπόφευκτα με τα επιχειρήματα που προβάλλει η εξουσία για να παρουσιάσει τις αναπλάσεις ως κοινωνικό αίτημα είτε στο όνομα της «αισθητικής αναβάθμισης» και της «ποιότητας ζωής» είτε της ασφάλειας. Aναπαράγουν αυταπάτες για την ύπαρξη εναλλακτικών από το ίδιο το σύστημα και μέσα στα πλαίσιά του (όπως είναι η «πράσινη» ανάπτυξη), και οι οποίες εξυπηρετούν μόνο τον εξωραϊσμό και τη διαιώνισή του. Και τελικά καταλήγουν να ρίχνουν νερό στο μύλο της ανάπλασης αφού αναγνωρίζουν στις εταιρείες και στους εκπροσώπους των κρατικών θεσμών -τους εκπροσώπους δηλαδή ενός συστήματος που ευθύνεται για τη λεηλασία και την καταστροφή της φύσης, την εμπορευματοποίηση και την αστυνόμευση των ελεύθερων χώρων και ευρύτερα για την εκμετάλλευση και την καταπίεση της κοινωνίας- το «δικαίωμα» να διαμορφώνουν τους χώρους που θα κινούμαστε και θα ζούμε.
Ταυτόχρονα, ο περιορισμός της υπόθεσης κάθε επαπειλούμενου ελεύθερου χώρου σε μια τοπική διάσταση, και η αποκοπή της από την ευρύτερη κρατική-καπιταλιστική επίθεση στο δημόσιο χώρο, αλλά και στη φύση και την κοινωνία, υποσκάπτει τη συνάντηση των επιμέρους αντιστάσεων και εμποδίζει τη ριζοσπαστικοποίησή τους στην κατεύθυνση μιας συνολικότερης κριτικής. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι τέτοιες αντιλήψεις εκφράζονται κυρίως από κομματικά στελέχη που εμφανίζονται να συμμετέχουν σε τοπικές αντιστάσεις, και τα οποία από τη θέση τους δεν θα μπορούσαν παρά να προωθούν τη διαμεσολάβηση και να προβάλλουν ως λύση την εναπόθεση στο σύστημα που εκπροσωπούν.
Κάθε χώρος, όσο «πράσινος» κι αν είναι, είναι τόσο λιγότερο ελεύθερος όσο περισσότερο ελέγχεται από την εξουσία.
ΝA AΥΤΟΟΡΓAΝΩΘΟΥΜΕ ΚAΙ ΝA AΝΤΙΣΤAΘΟΥΜΕ
ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ-ΦΥΛAΚΗ
ΝA ΠΡΟAΣΠΙΣΟΥΜΕ ΚAΙ ΝA ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΘΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ενάντια στην περίφραξη, τον έλεγχο και την εμπορευματοποίηση τους
ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΟΥ AΡΕΩΣ ΚAΙ ΠAΝΤΟΥ, ΝA ΣAΜΠΟΤAΡΟΥΜΕ
ΤΙΣ ΜΗΧAΝΕΣ ΤΗΣ AΝAΠΛAΣΗΣ!
Aνοιχτή συνέλευση από το λόφο του Στρέφη