22/6/09

Και τώρα τι;

Υπέρβαση της ανεπαρκούς σχέσης με τη θεωρία

Η πρόσφατη εκλογική αναμέτρηση κατέδειξε και πάλι τρία βασικά ζητήματα της σύγχρονης πολιτικής πραγματικότητας: την κρίση νομιμοποίησης του αστικού πολιτικού συστήματος, η οποία εκδηλώνεται με την απαξίωση της ίδιας της πολιτικής, τον εκφυλισμό της σε σκανδαλολογία, την αναντιστοιχία μεταξύ πολιτικής εκπροσώπησης και πολιτικής επιλογής, τον εγκλωβισμό των πολιτικών δυνάμεων σε στείρες και πλασματικές μετρήσεις, την άκρατη μιντιακή διαμεσολάβηση και οργάνωση της πολιτικής συμπεριφοράς. Την άνοδο της ακροδεξιάς που παγιώνει μιαν ατμόσφαιρα ρατσισμού, ξενοφοβίας, μικροαστικής φοβίας, αλλά και προλεταριακής εθνικιστικής αυταπάτης, την παρατεταμένη κκρίση της Αριστεράς σ' όλη την Ευρώπη, αλλά και στην Ελλάδα. Το ότι η ηγεσία του ΚΚΕ βαυκαλίζεται και η στρατηγική ενσωμάτωσής του στο σύστημα επιχαίρει για την "καθαρή" τρίτη θέση του στο πολιτικό σκηνικό δεν αλλάζει το γεγονός της εμφανούς υποχώρησής του σε ψήφους. Ο αυτοεγκλωβισμός του ΣΥΡΙΖΑ στο δημοσκοπικό παιχνίδι, η εκλογική του καθήλωση και η συνεχιζόμενη επαμφοτερίζουσα πολιτική του μεταξύ σοσιαλδημοκρατικών και ριζοσπαστικών επιλογών - επιλογές που οδηγούν σε συγχύσεις και αποτελούν πεδίο άσκησης αστικής πολιτικής κορυφών (δεν είναι βεβαίως τυχαία η επιστράτευση του Ελ Σιντ της ευρωαριστεράς για να επιχειρηθεί εκ νέου η δεξιά στροφή του) αλλά και η μη έκφραση κάποιας δυναμικής στα σχήματα της μη κοινοβουλευτικής Αριστεράς, πρωτίστως της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ενισχύουν την εικόνα μιας κρίσης που κρατάει πάνω από δύο δεκαετίες και που φαίνεται συνεχώς να βαθαίνει.

Η κρίση της Αριστεράς είναι θεωρητική - ιδεολογική, οργανωτική και πολιτική. Όχι φυσικά ως τρία ξεχωριστά πεδία αλλά στην αμοιβαία αλληλεξάρτησή τους, αφού η κρίση στη θεωρία αντανακλάται και στην οργανωτική δομή και στην πολιτική έκφραση των συλλογικών πολιτικών υποκειμένων. Εξάλλου το οργανωτικό ζήτημα είναι κατά βάση φιλοσοφικό και πολιτικό πρόβλημα.

Δεν είναι έτσι καθόλου συμπτωματικό ότι η επανεμφάνιση του Μαρξ στο πλαίσιο της αστικής δημοσιολογίας - ως αναγκαστικό αποτέλεσμα της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης - αφορά σ' εκείνα τα ζητήματα που φαίνεται να συνδέονται με την κατά κάποιο τρόπο "τεχνική" πλευρά της οικονομικής θεωρίας του, αποκομμένης από τη φιλοσοφική της θεμελίωση, δηλαδή τη λογική της επανάστασης. Αυτή η αποφιλοσοφικοποίηση του Μαρξ είναι συγχρόνως και απόπειρα απολιτικοποίησης του, αφού κατ' αυτόν η πολιτική βρίσκεται στον πυρήνα της φιλοσοφίας. Διαφορετικά, τι νόημα θα είχε για τη φιλοσοφία η διάκριση ορίων μεταξύ ερμηνείας και αλλαγής του κόσμου; Σε τελευταία ανάλυση, οι φιλοσοφικές στάσεις και διαμάχες δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα, αλλά αποτελούν και τη λογική αφετηρία και τη σύνοψη των κοινωνικοπολιτικών αντιθέσεων.

Ο εκλεκτισμός και η χαλαρή έως ανύπαρκτη σχέση με τη μαρξιστική φιλοσοφική παράδοση είναι βασικές αιτίες για τη θεωρητική ασάφεια που παρατηρείται - δυστυχώς όλο και περισσότερο - στους χώρους της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Απέναντι στον αμήχανο νεοσταλινισμό της ηγεσίας του ΚΚΕ, στην ταυτισμένη πια με το νεοφιλελευθερισμό σοσιαλδημοκρατία, στην ιστορική χρεοκοπία του ευρωκομμουνισμού και στη ραγδαία άνοδο του νεοσυντηρητισμού και της ακροδεξιάς, η ριζοσπαστική Αριστερά αντιπαραθέτει συχνά έναν ευκαιριακό μεταμοντέρνο πολιτικό βολονταρισμό και μάλιστα στο όνομα της δήθεν απελευθέρωσής της από κάθε μορφή γραφεικρατικού συγκεντρωτισμού. Η αντικατάσταση του πλούτου του συγκεκριμένου με το συγκυριακό, η πραγματιστική εκδοχή της αλήθειας, η άρνηση της αντικειμενικής πραγματικότητας και αντικατάστασή της από έναν ακραίο υποκειμενισμό και ταυτόχρονα η άρνηση του ορθολογισμού στο όνομα διαφόρων σχετικιστικών ερμηνειών, η ανορθόλογη βία ως έκφραση της βίας του ανορθολογισμού, η απουσία επαφής με την εργατική τάξη και τα εργαζόμενα στρώματα της κοινωνίας με τις ιστορικά διαμορφωμένες πραγματικές τους ανάγκες, ο αυτοεγκλωβισμός στην ανεπάρκεια και την αυταρέσκεια του σεχταρισμού, όλα αυτά αποτελούν συμπτώματα της ανεπαρκούς σχέσης του επαναστατικού υποκειμένου με την επαναστατική θεωρία.

Τα πραγματικά κίνητρα της πολιτικής δράσης είναι τα συμφέροντα, οι ανάγκες και οι αξίες των κοινωνικών τάξεων, σε συλλογικό επίπεδο, αλλά και του ιδιαίτερου ατομικού τρόπου που ο καθένας αφομοιώνει και κατανοεί την κοινωνική του θέση. Απ' αυτή την έννοια το οργανωτικό ζήτημα είναι κατά βάση πρόβλημα ταυτόχρονα θεωρητικό και πρακτικό.

Πώς προσδιορίζεται αντικειμενικά σήμερα η Αριστερά και πώς αυτοπροσδιορίζεται; Ποια είναι η θεωρητική διαπάλη στο εσωτερικό της; Ποια κοσμοθεωρητική θέση πρέπει να ηγεμονεύσει με τη δύναμη και την πειστικότητα των αναλύσεων και απαντήσεών της; Πώς θα αντικατασταθεί η οργανωτική διαχείριση των ιδεολογικών προβλημάτων και ο ευκαιριακός παραγοντισμός από την ουσιαστική δημοκρατία της επαναστατικής θεωρητικοπρακτικής δράσης; Και τελικά - πράγμα που είναι και το πιο αναγκαίο στη σημερινή εποχή του κατατεμαχισμού της συνείδησης και της αποσπασματοποίησης της ανθρώπινης συμπεριφοράς - πώς θα αναδυθεί ένα νέο συλλογικό επαναστατικό υποκείμενο όπου η γόνιμη παράδοση του Μαρξ, του Ένγκελς, του Λένιν, της Λούξεμπουργκ, του Γκράμσι, του Τσε, οι συγκεκριμένες επεξεργασίες τους, θα βοηθήσουν ώστε να οικοδομηθεί ο νέος κομμουνιστικός πολιτισμός της επαναστατικής οργάνωσης;

Αυτά είναι τα θεμελιώδη ερωτήματα - καθήκοντα της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Όσο παραμένουμε στη λογική της ομοσπονδοποίησης της πολιτικής δράσης, των κάθε φορά ευκαιριακών σχημάτων, μ' όλες τις θετικές πλευρές που αυτά εμπεριέχουν, και της διατήρησης των κομματικών μικρομάγαζων, οι απαντήσεις θα επαναλαμβάνουν στερεότυπα την αμηχανία των δρώντων.

Η εποχή απαιτεί τη γενναιότητα των υπερβάσεων και την τόλμη των νέων συγκροτήσεων. Αυτό δεν μπορεί να είναι μια αυτόματη μηχανιστική απόφαση αυτοκατάργησης, ούτε όμως μια δήθεν διαδικασία στο διηνεκές. Απαιτούνται αφενός πρωτοβουλίες για νέες συμμαχίες με τον κόσμο του αριστερού ριζοσπαστισμού και αφετέρου συστηματικές, επίμονες προσπάθειες διαμόρφωσης ενός νέου συλλογικού πολιτικού υποκειμένου που θα στηρίζεται σ' όλο τον πλούτο της οργανωμένης δημοκρατίας και της κομμουνιστικής προοπτικής και όχι στην αυθαιρεσία ενός επιφανειακού αδιεξόδου, και γι' αυτό εν τέλει, αυταρχικού δημοκρατισμού.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ
ΠΡΙΝ 21/06/2009

ΑΝΤΙΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ

Στους μεταγενέστερους - Μπ. ΜΠΡΕΧΤ