Είναι αναμφίβολο ότι εν μέσω καπιταλιστικής κρίσης, αναδεικνύεται με τον πιο έντονο τρόπο η ανεπάρκεια όλων των τμημάτων της Αριστεράς να συνεισφέρουν σε μια επαναστατική εργατική απάντηση και δράση, να συμβάλουν στη συσπείρωση της εργατικής τάξης πάνω σε ένα αναγκαίο πρόγραμμα αναγκών και δικαιωμάτων, ρήξης και επαναστατικής ανατροπής. Οι συνταγές των "ενωτικών" άμεσων και ελάχιστων προγραμμάτων σωτηρίας αποδεικνύονται για άλλη μια φορά εντελώς ανίκανες να υπερασπίσουν τη θέση των εργαζομένων, πόσο μάλλον να την αλλάξουν. Γι' αυτό και η εργατική τάξη αντιλαμβάνεται την Αριστερά σαν μέρος της κρίσης και του προβλήματος και όχι σαν λύση και διέξοδο.
Σήμερα που κλιμακώνεται η στρατηγική αντεργατική αναδιάρθρωση, η κρίσιμη προσπάθεια αντικαπιταλιστικής ενοποίησης της εργατικής τάξης δεν μπορεί παρά να κινείται στη λογική της επαναστατικής υπέρβασης της κρίσης. Δεν μπορεί, δηλαδή, παρά να ανοίγει τη συζήτηση και δράση στην αντίθετη πολιτική κατεύθυνση απ' αυτήν που κινείται η ρεφορμιστική Αριστερά, η οποία προβάλλει σήμερα ένα ανέφικτο πρόγραμμα "αντίστασης" με κύριο άξονα την κρατική διαχείριση της κρίσης και μια κοινοβουλευτικού τύπου "αλλαγή των συσχετισμών". Το ζητούμενο όμως δεν είναι να ενωθούν τα θραύσματα της υπάρχουσας Αριστεράς. Είναι να δημιουργηθεί ένα νέο επαναστατικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία, που να απευθύνεται και να αγκαλιάζει την εργαζόμενη πλειοψηφία, να φέρνει σε πρώτο πλάνο την ανάγκη για αντικαπιταλιστική επανάσταση και κομμουνιστική επαναθεμελίωση
Σε αυτές τις παραπάνω πολιτικές εκτιμήσεις στηρίζεται η διαφωνία μας με την κυρίαρχη άποψη του Γραφείου και η αγωνία μας για την προοπτική του ΝΑΡ, για το περιεχόμενο και τη μορφή της πολιτικής του πρότασης, αλλά και για τη συνολική του φυσιογνωμία έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται, μετατοπιζόμενη, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα. Αυτή η πολιτική γραμμή, που δοκιμάστηκε εδώ και μήνες στην κρίση, στην κοινωνική εξέγερση του Δεκέμβρη, αλλά και στις πρόσφατες ευρωεκλογές, δεν συνέβαλε στο βάθεμα των κοινωνικών ρηγμάτων της περιόδου. αντίθετα, συνετέλεσε στη μετατόπιση της συζήτησης και της δράσης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς από την αναγκαία προσπάθεια για ενότητα της τάξης στη βάση της επαναστατικής απάντησης στην κρίση, στην ενότητα των οργανώσεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς χωρίς το αναγκαίο περιεχόμενο, στην ενότητα ακόμη και με τμήματα της ρεφορμιστικής Αριστεράς.
Είναι φανερό ότι αυτές οι εξελίξεις έφεραν στα όριά τους χρόνια στρατηγικά θεωρητικά και πολιτικά ελλείμματα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς (στα οποία έχουμε όλοι συμβάλει). Όμως πιστεύουμε ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να χρησιμεύει σαν άλλοθι για την επιστροφή σε αδιέξοδα πολιτικά μοντέλα του παρελθόντος. Περισσότερο δε που η κρίση και ο Δεκέμβρης επιβάλουν να ανοίξουμε αυτή τη συζήτηση από την αρχή, με νέους όρους, αξιοποιώντας και τις πιο προωθητικές πλευρές της μέχρι τώρα συζήτησης και δράσης μας.
Με βάση αυτές τις πολιτικές διαπιστώσεις αλλά και τη συνολική διαφωνία μας με το οργανωτικό μοντέλο λειτουργίας που επιβλήθηκε στην πράξη, όπου το Γραφείο έχει υποκαταστήσει τον αποφασιστικό ρόλο των ΟΒ και των συλλογικών διαδικασιών της οργάνωσης, υποβάλλουμε την παραίτησή μας από το Γραφείο της Πολιτικής Επιτροπής.
Οι αποφάσεις του Γραφείου όλο αυτό το διάστημα είχαν σαν αποτέλεσμα τη μετατροπή της συζήτησης για την απάντηση στην κρίση σε συζήτηση για την ενότητα της Αριστεράς, τη συζήτηση για την ενότητα της Αριστεράς σε κριτήριο για την εξέγερση του Δεκέμβρη και την εξέγερση του Δεκέμβρη σε προεκλογικό σύνθημα στις ευρωεκλογές. Ταυτόχρονα οδήγησαν σε ένα μοντέλο συζήτησης και οργάνωσης που αναπαράγει τα χρεοκοπημένα συγκεντρωτικά ιεραρχικά και αντιδημοκρατικά (με την έννοια της εργατικής δημοκρατίας) κομματικά μοντέλα του ιστορικού κομμουνιστικού του παρελθόντος. Αρνούμαστε να συμμετέχουμε σε όργανα και διαδικασίες με τέτοια χαρακτηριστικά
Δηλώνουμε ότι θα αγωνιστούμε και θα συμβάλουμε, μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες της οργάνωσης, και πρώτα από όλα μέσα από τις οργανώσεις βάσης, για μια κατεύθυνση που θα φέρνει στο προσκήνιο:
α) Την αναζήτηση και το διάλογο για την ανάπτυξη και εξόρμηση των ιδεών της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης, για τη δημιουργική συζήτηση, κριτική και ανάπτυξη του μαρξισμού και όλων των αντικαπιταλιστικών και επαναστατικών θεωρητικών ρευμάτων, με βάση τα ερωτήματα που μπαίνουν από τη σημερινή εποχή της κρίσης του Ολοκληρωτικού Καπιταλισμού, τις απαιτήσεις για επαναστατική απάντηση σε αυτήν, την ανάγκη κριτικής υπέρβασης των χρεοκοπημένων θεωρητικών σχημάτων του παρελθόντος.
β) Την αποφασιστική στροφή στην υπέρβαση της λογικής των πολιτικών - εκλογικών μετώπων της Αριστεράς, και συνολικά του μοντέλου της πολιτικής της ανάθεσης - εκπροσώπησης, για ένα μοντέλο εργατικής πολιτικής με κέντρο τη χειραφέτηση, τη συλλογικότητα και τα όργανα - αντιθεσμούς των ίδιων των εργαζομένων, για τη συγκρότηση μιας πλατιάς κοινωνικοπολιτικής πρωτοβουλίας με κριτήριο την επαναστατική απάντηση στην κρίση, συνάντησης και ανώτερης πολιτικής ενοποίησης και δράσης των ζωντανών και μαχόμενων δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής αναζήτησης, της υπέρβασης της παλιάς Αριστεράς σε όλες τις εκδοχές της, της εξέγερσης και της αγωνιστικής συλλογικής, ανταγωνιστικής προς το κεφάλαιο, το κράτος, την αγορά και τον κυρίαρχο πολιτισμό, πράξης.
γ) Τη μάχη για ένα εργατικό κίνημα της καθολικής χειραφέτησης, με κέντρο την προβολή και διεκδίκηση της άμεσης ικανοποίησης των εργατικών και νεολαιίστικων αναγκών με μη εκμεταλλευτικούς, αγοραίους, κρατικούς και κυριαρχικούς προς τη φύση τρόπους. Με κεντρικό πολιτικό στόχο: Επαναστατική απάντηση στην κρίση - Δεν θέλουμε να επιστρέψουμε στην καταστροφική για τον άνθρωπο και τη φύση καπιταλιστική ανάπτυξη. Με σωματεία και επιτροπές βάσης όπου το μοναδικό αποφασιστικό ρόλο θα τον έχουν οι γενικές συνελεύσεις, με οριζόντιο συντονισμό και δικτύωση, στην κατεύθυνση των ανεξάρτητων κέντρων αγώνα, έξω, πέρα και ενάντια στον αστικοποιημένο συνδικαλισμό, το περιεχόμενο και τις δομές του.
δ) Τη συμβολή σε μια ριζική τομή στο οργανωτικό μοντέλο του ίδιου του ΝΑΡ, που θα θέτει στο κέντρο του, στην πράξη και όχι απλά στις διακηρύξεις, την εργατική δημοκρατία, και άρα τις οργανώσεις βάσης και τον αποφασιστικό τους ρόλο, την άμεση αντιπροσώπευσή τους στα όργανα με αιρετούς και ανακλητούς αντιπροσώπους, τις ολομελειακές διαδικασίες απόφασης όλης της οργάνωσης για όλα τα κρίσιμα ζητήματα της πολιτικής γραμμής και παρέμβασης, την ελεύθερη ισότιμη δημόσια συζήτηση των απόψεων και των πρακτικών που τις υποστηρίζουν
Είκοσι χρόνια μετά τη γέννηση του ΝΑΡ μέσα από τις οδύνες της κρίσης του αστικού πολιτικού συστήματος αλλά και της κατάρρευσης του "υπαρκτού σοσιαλισμού" και του παραδοσιακού κομμουνιστικού κινήματος, η σημερινή καπιταλιστική κρίση και η σημερινή ανεπάρκεια και ήττα όλης της παλιάς Αριστεράς και των "θραυσμάτων" της, ξαναθέτουν επιτακτικά διλήμματα και επιλογές: η επαναστατική επιλογή του τότε, δεν πρέπει να μείνει στα μισά, ούτε να πισωγυρίσει. Δεν μπορεί όμως και να μείνει όπως είναι. Πρέπει να αναμετρηθεί αυτοκριτικά με το παρελθόν της και να τολμήσει το μεγάλο άλμα προς τη ριζική επαναθεμελίωση της θεωρίας και της πρακτικής του επαναστατικού δρόμου στις σημερινές συνθήκες.
Σήμερα που κλιμακώνεται η στρατηγική αντεργατική αναδιάρθρωση, η κρίσιμη προσπάθεια αντικαπιταλιστικής ενοποίησης της εργατικής τάξης δεν μπορεί παρά να κινείται στη λογική της επαναστατικής υπέρβασης της κρίσης. Δεν μπορεί, δηλαδή, παρά να ανοίγει τη συζήτηση και δράση στην αντίθετη πολιτική κατεύθυνση απ' αυτήν που κινείται η ρεφορμιστική Αριστερά, η οποία προβάλλει σήμερα ένα ανέφικτο πρόγραμμα "αντίστασης" με κύριο άξονα την κρατική διαχείριση της κρίσης και μια κοινοβουλευτικού τύπου "αλλαγή των συσχετισμών". Το ζητούμενο όμως δεν είναι να ενωθούν τα θραύσματα της υπάρχουσας Αριστεράς. Είναι να δημιουργηθεί ένα νέο επαναστατικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία, που να απευθύνεται και να αγκαλιάζει την εργαζόμενη πλειοψηφία, να φέρνει σε πρώτο πλάνο την ανάγκη για αντικαπιταλιστική επανάσταση και κομμουνιστική επαναθεμελίωση
Σε αυτές τις παραπάνω πολιτικές εκτιμήσεις στηρίζεται η διαφωνία μας με την κυρίαρχη άποψη του Γραφείου και η αγωνία μας για την προοπτική του ΝΑΡ, για το περιεχόμενο και τη μορφή της πολιτικής του πρότασης, αλλά και για τη συνολική του φυσιογνωμία έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται, μετατοπιζόμενη, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα. Αυτή η πολιτική γραμμή, που δοκιμάστηκε εδώ και μήνες στην κρίση, στην κοινωνική εξέγερση του Δεκέμβρη, αλλά και στις πρόσφατες ευρωεκλογές, δεν συνέβαλε στο βάθεμα των κοινωνικών ρηγμάτων της περιόδου. αντίθετα, συνετέλεσε στη μετατόπιση της συζήτησης και της δράσης της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς από την αναγκαία προσπάθεια για ενότητα της τάξης στη βάση της επαναστατικής απάντησης στην κρίση, στην ενότητα των οργανώσεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς χωρίς το αναγκαίο περιεχόμενο, στην ενότητα ακόμη και με τμήματα της ρεφορμιστικής Αριστεράς.
Είναι φανερό ότι αυτές οι εξελίξεις έφεραν στα όριά τους χρόνια στρατηγικά θεωρητικά και πολιτικά ελλείμματα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς (στα οποία έχουμε όλοι συμβάλει). Όμως πιστεύουμε ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να χρησιμεύει σαν άλλοθι για την επιστροφή σε αδιέξοδα πολιτικά μοντέλα του παρελθόντος. Περισσότερο δε που η κρίση και ο Δεκέμβρης επιβάλουν να ανοίξουμε αυτή τη συζήτηση από την αρχή, με νέους όρους, αξιοποιώντας και τις πιο προωθητικές πλευρές της μέχρι τώρα συζήτησης και δράσης μας.
Με βάση αυτές τις πολιτικές διαπιστώσεις αλλά και τη συνολική διαφωνία μας με το οργανωτικό μοντέλο λειτουργίας που επιβλήθηκε στην πράξη, όπου το Γραφείο έχει υποκαταστήσει τον αποφασιστικό ρόλο των ΟΒ και των συλλογικών διαδικασιών της οργάνωσης, υποβάλλουμε την παραίτησή μας από το Γραφείο της Πολιτικής Επιτροπής.
Οι αποφάσεις του Γραφείου όλο αυτό το διάστημα είχαν σαν αποτέλεσμα τη μετατροπή της συζήτησης για την απάντηση στην κρίση σε συζήτηση για την ενότητα της Αριστεράς, τη συζήτηση για την ενότητα της Αριστεράς σε κριτήριο για την εξέγερση του Δεκέμβρη και την εξέγερση του Δεκέμβρη σε προεκλογικό σύνθημα στις ευρωεκλογές. Ταυτόχρονα οδήγησαν σε ένα μοντέλο συζήτησης και οργάνωσης που αναπαράγει τα χρεοκοπημένα συγκεντρωτικά ιεραρχικά και αντιδημοκρατικά (με την έννοια της εργατικής δημοκρατίας) κομματικά μοντέλα του ιστορικού κομμουνιστικού του παρελθόντος. Αρνούμαστε να συμμετέχουμε σε όργανα και διαδικασίες με τέτοια χαρακτηριστικά
Δηλώνουμε ότι θα αγωνιστούμε και θα συμβάλουμε, μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες της οργάνωσης, και πρώτα από όλα μέσα από τις οργανώσεις βάσης, για μια κατεύθυνση που θα φέρνει στο προσκήνιο:
α) Την αναζήτηση και το διάλογο για την ανάπτυξη και εξόρμηση των ιδεών της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης, για τη δημιουργική συζήτηση, κριτική και ανάπτυξη του μαρξισμού και όλων των αντικαπιταλιστικών και επαναστατικών θεωρητικών ρευμάτων, με βάση τα ερωτήματα που μπαίνουν από τη σημερινή εποχή της κρίσης του Ολοκληρωτικού Καπιταλισμού, τις απαιτήσεις για επαναστατική απάντηση σε αυτήν, την ανάγκη κριτικής υπέρβασης των χρεοκοπημένων θεωρητικών σχημάτων του παρελθόντος.
β) Την αποφασιστική στροφή στην υπέρβαση της λογικής των πολιτικών - εκλογικών μετώπων της Αριστεράς, και συνολικά του μοντέλου της πολιτικής της ανάθεσης - εκπροσώπησης, για ένα μοντέλο εργατικής πολιτικής με κέντρο τη χειραφέτηση, τη συλλογικότητα και τα όργανα - αντιθεσμούς των ίδιων των εργαζομένων, για τη συγκρότηση μιας πλατιάς κοινωνικοπολιτικής πρωτοβουλίας με κριτήριο την επαναστατική απάντηση στην κρίση, συνάντησης και ανώτερης πολιτικής ενοποίησης και δράσης των ζωντανών και μαχόμενων δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής αναζήτησης, της υπέρβασης της παλιάς Αριστεράς σε όλες τις εκδοχές της, της εξέγερσης και της αγωνιστικής συλλογικής, ανταγωνιστικής προς το κεφάλαιο, το κράτος, την αγορά και τον κυρίαρχο πολιτισμό, πράξης.
γ) Τη μάχη για ένα εργατικό κίνημα της καθολικής χειραφέτησης, με κέντρο την προβολή και διεκδίκηση της άμεσης ικανοποίησης των εργατικών και νεολαιίστικων αναγκών με μη εκμεταλλευτικούς, αγοραίους, κρατικούς και κυριαρχικούς προς τη φύση τρόπους. Με κεντρικό πολιτικό στόχο: Επαναστατική απάντηση στην κρίση - Δεν θέλουμε να επιστρέψουμε στην καταστροφική για τον άνθρωπο και τη φύση καπιταλιστική ανάπτυξη. Με σωματεία και επιτροπές βάσης όπου το μοναδικό αποφασιστικό ρόλο θα τον έχουν οι γενικές συνελεύσεις, με οριζόντιο συντονισμό και δικτύωση, στην κατεύθυνση των ανεξάρτητων κέντρων αγώνα, έξω, πέρα και ενάντια στον αστικοποιημένο συνδικαλισμό, το περιεχόμενο και τις δομές του.
δ) Τη συμβολή σε μια ριζική τομή στο οργανωτικό μοντέλο του ίδιου του ΝΑΡ, που θα θέτει στο κέντρο του, στην πράξη και όχι απλά στις διακηρύξεις, την εργατική δημοκρατία, και άρα τις οργανώσεις βάσης και τον αποφασιστικό τους ρόλο, την άμεση αντιπροσώπευσή τους στα όργανα με αιρετούς και ανακλητούς αντιπροσώπους, τις ολομελειακές διαδικασίες απόφασης όλης της οργάνωσης για όλα τα κρίσιμα ζητήματα της πολιτικής γραμμής και παρέμβασης, την ελεύθερη ισότιμη δημόσια συζήτηση των απόψεων και των πρακτικών που τις υποστηρίζουν
Είκοσι χρόνια μετά τη γέννηση του ΝΑΡ μέσα από τις οδύνες της κρίσης του αστικού πολιτικού συστήματος αλλά και της κατάρρευσης του "υπαρκτού σοσιαλισμού" και του παραδοσιακού κομμουνιστικού κινήματος, η σημερινή καπιταλιστική κρίση και η σημερινή ανεπάρκεια και ήττα όλης της παλιάς Αριστεράς και των "θραυσμάτων" της, ξαναθέτουν επιτακτικά διλήμματα και επιλογές: η επαναστατική επιλογή του τότε, δεν πρέπει να μείνει στα μισά, ούτε να πισωγυρίσει. Δεν μπορεί όμως και να μείνει όπως είναι. Πρέπει να αναμετρηθεί αυτοκριτικά με το παρελθόν της και να τολμήσει το μεγάλο άλμα προς τη ριζική επαναθεμελίωση της θεωρίας και της πρακτικής του επαναστατικού δρόμου στις σημερινές συνθήκες.
Β. ΖΕΡΒΑΣ
Ν. ΠΕΛΕΚΟΥΔΑΣ
Κ. ΦΩΤΑΚΗΣ
Κ. ΧΑΡΙΤΑΚΗΣ
ΠΡΙΝ 12/07/2009
Ν. ΠΕΛΕΚΟΥΔΑΣ
Κ. ΦΩΤΑΚΗΣ
Κ. ΧΑΡΙΤΑΚΗΣ
ΠΡΙΝ 12/07/2009