άρθρο του Παναγιώτη Μαυροειδή στην εφημερίδα ΠΡΙΝ
Ο Ριζοσπάστης της περασμένης Τρίτης ήταν εντυπωσιακός. Μπαράζ επιθέσεων ενάντια στην κινηματική και πολιτική παρέμβαση της επαναστατικής Αριστεράς. Άρθρο από μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ (Δ. Γόντικας). Δύο σχόλια της εφημερίδας και τέσσερις (!) ανακοινώσεις καταγγελίας: Από Σπουδάζουσα Αθήνας της ΚΝΕ, Εκτελεστική Γραμματεία ΠΑΜΕ, ΠΑΣΥ και ΜΑΣ. Για να υπογραμμιστεί μάλιστα η σπουδαιότητα τους, συνοδεύονται από δεκάδες ψηφίσματα καρμπόν. Ποιοι είναι στο εδώλιο; Η ΕΑΑΚ, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το Συντονιστικό Πρωτοβάθμιων Σωματείων και φυσικά το ΝΑΡ.
Το δεύτερο σημαντικό στοιχείο είναι η γλώσσα που χρησιμοποιείται, το ήθος και ο πολιτισμός που αυτή αποπνέει: Η ΚΝΕ κάνει λόγο για ‘’αντικομμουνιστικές ομάδες της ΕΑΑΚ’’, ‘’σύγχρονους ΕΚΟΦΙΤΕΣ’’ και ‘’φασιστοειδή’’. Η ΠΑΣΥ προσθέτει τον χαρακτηρισμό για ‘’χαϊδεμένα παιδιά των ΜΜΕ’’. Ο Δ. Γόντικας θα …πολιτικοποιήσει τις κατηγορίες αναφέροντας ότι οι παραπάνω κατηγορούμενοι εχθρεύονται το ΚΚΕ από την σκοπιά ‘’ των θέσεων του ΠΑΣΟΚ και της εργοδοσίας’’. Με πάσα σοβαρότητα πληροφορεί πως ‘’είναι πέρα για πέρα βέβαιο’’ πως ‘’ο χώρος αυτός (της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ) κηδεμονεύεται από διάφορα κέντρα’’. Και ενώ με περισσή ευκολία μιλά για ‘’πεμπτοφαλαγγίτες’’, κάνει μια μεγαλόψυχη παραχώρηση, διευκρινίζοντας πως αυτό ‘’δεν σημαίνει ότι είναι όλοι πράκτορες’’(!)
Η επίθεση αυτή γίνεται ξεχωριστή, λόγω και του αδίσταχτου τρόπου με τον οποίο το ΚΚΕ τη συνδέει με την ηρωική μορφή της κομμουνίστριας φοιτήτριας της Παντείου και μέλους της ΚΝΕ Σωτηρίας Βασιλακοπούλου, που άφησε την τελευταία της πνοή στις πύλες της ΕΤΜΑ τον Ιούλη του 1980. Στην προκλητική ψευδολογία που αναπτύσσεται σχετικά με αυτό το ζήτημα έχουν απαντήσει τεκμηριωμένα, νηφάλια και πολιτισμένα, η ΕΑΑΚ, η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση και το ΝΑΡ (ολόκληρες οι ανακοινώσεις στο www.narnet.gr). Θα μπορούσε να υποθέσει κανείς πως αυτό το αλόγιστο ξέσπασμα του ΚΚΕ είναι μια ακόμη εκδήλωση της αντίληψης ατομικής ιδιοκτησίας που έχει για την ιστορία του κινήματος και τους αγωνιστές του. Σε αυτή την πρόσκληση διαμάχης μαζί του -με τέτοιους όρους- δεν θα δηλώσουμε παρόντες. Δεν θα ταίριαζε στο χαμόγελο της Σωτηρίας, θα αδικούσε την όμορφη στράτευση της. Επιδιώκουμε μια άλλη προσέγγιση στο παρελθόν του κινήματος μας. Δεν το αντιλαμβανόμαστε ως νεκρή παρακαταθήκη με στατικά νοήματα, χωρίς κριτική δύναμη και, άρα, χωρίς χειραφετητική δυνατότητα.
Ωστόσο, η χυδαία χρήση της κληρονομιάς της Σωτηρίας, είναι απλά ένα άχαρο μέσο για το πολιτικό ‘’δια-ταύτα’’ που θέτει η ηγεσία του ΚΚΕ: Το διακύβευμα είναι η πολιτική και συμβολική κήρυξη πολέμου στον ‘’οπορτουνισμό’’, ο οποίος σύμφωνα με το σχετικό άρθρο στον ‘’Ρ’’, είναι το ‘’βασικό στήριγμα της αστικής τάξης’’. Βεβαίως, στο εδώλιο μπαίνει πλέον αποκλειστικά σχεδόν ο ‘’αριστερός’’ οπορτουνισμός, δηλαδή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΝΑΡ και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον στο συγκεκριμένο άρθρο. Με απόλυτη ειλικρίνεια ο αρθρογράφος, επισημαίνει ότι ‘’ο κίνδυνος είναι υπαρκτός και δεν πρέπει να υποτιμηθεί’’, επιβεβαιώνοντας αυτό που αναφέρει η ανακοίνωση του ΝΑΡ ότι ‘’η ηγεσία του ΚΚΕ είναι θορυβημένη από την άνοδο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ανεξάρτητου ταξικού ρεύματος στο εργατικό κίνημα’’.
Γιατί θα έπρεπε όμως να ανησυχεί το ΚΚΕ; Γιατί μια δύναμη που αναφέρεται στον κομμουνισμό να μην χαίρεται που ένας άλλος πολιτικός χώρος με αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και αναζήτηση μιας νέας επαναστατικής προοπτικής έρχεται να προστεθεί στο ζητούμενο μέτωπο της κοινωνικής αλλαγής που έχει ανάγκη η εποχή μας; Αυτό το ερώτημα προκαλεί πραγματικό αμόκ στην ηγεσία του ΚΚΕ. Και αυτό διότι συγκεφαλαιώνει άλλα πολιτικά ερωτήματα, που συζητούν οι κομμουνιστές και οι αριστεροί, πιο έντονα και πιο κοινά από ποτέ.
Όλοι αυτοί –μαζί τους και το ΝΑΡ- ευχαρίστως θα συμφωνούσαν με την διαπίστωση του ΚΚΕ ότι ‘’μιλάμε σήμερα για ένα πραγματικό πόλεμο του κεφαλαίου ενάντια στην εργατική τάξη’’. Μετά την διαπίστωση αυτή, θεωρεί το ΚΚΕ ακριβώς αυτή τη στιγμή ως την πιο κατάλληλη για να κλιμακώσει τον εμφύλιο πόλεμο του ενάντια σε κάθε άλλη κομμουνιστική και αριστερή δύναμη και μάλιστα με τους παραπάνω εκφυλιστικούς όρους και υβριστικούς χαρακτηρισμούς; Η πολιτική και ιδεολογική αντιπαράθεση είναι φυσικά αναγκαία και ουδέποτε έβλαψε. Η αλληλοαπαξίωση όμως των ρευμάτων αντικαπιταλιστικής πάλης είναι ότι χειρότερο.
Το ΚΚΕ πολύ σωστά επισημαίνει ότι είναι αναγκαία η συνολική αμφισβήτηση των αιτιών της σημερινής καπιταλιστικής κρίσης. Από εκεί και πέρα όμως διαστρέφει με την στάση του και την κοινή λογική και την διαλεκτική μιας επαναστατικής σύνδεσης τακτικής και στρατηγικής.
Η κήρυξη του ‘’πολέμου στον καπιταλισμό’’, από πού και ως που θα έπρεπε να σηματοδοτεί την σταδιακή αλλά σταθερή απόσυρση του ‘’πολέμου’’ για την ανατροπή της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, την αντικαπιταλιστική αποδέσμευση από το ευρώ και την ΕΕ, την άρνηση του χρέους, την ανατροπή του μνημονίου του ΔΝΤ και του κεφαλαίου; ‘’Ψεύδεστε!’’ αγαναχτεί συχνά πυκνά ο Ριζοσπάστης απέναντι σε αυτές τις αιτιάσεις. ‘’Το ΚΚΕ φυσικά και θέτει αυτά τα ζητήματα αταλάντευτα, θεωρώντας ωστόσο πως θα λυθούν μόνο στο πλαίσιο της λαϊκής οικονομίας και εξουσίας’’, συμπληρώνεται. Ίσως θεωρεί ότι μας βγήκε και από τα …αριστερά.
Έτσι όμως εκφυλίζεται η ουσία της επαναστατικής πολιτικής, τόσο στο επίπεδο της τακτικής όσο και της στρατηγικής.
Στο επίπεδο της πρώτης, εγκαταλείπεται κάθε υλική δυναμική σύνδεση της αντικαπιταλιστικής προοπτικής με τα συμφέροντα των εργαζομένων και των ανέργων, με τον ανερχόμενο πολιτικό ρόλο του κινήματος τους. Δεν συμβάλλει έτσι στην ωρίμανση της συγκρότησης του κοινωνικού υποκειμένου-φορέα ανατροπής της αστικής επίθεσης μέσω της πολιτικής του πράξης και των νικηφόρων αγώνων του. Το ΚΚΕ θεωρώντας μεταφυσικά πως την επίθεση θα την ανατρέψει το ίδιο, αρκείται σε νεκρά ιδεολογικά μαθήματα προς την εργατική τάξη, που καλείται να ‘’καταλάβει’’.
Σε συνέχεια της παραπάνω αφελούς συλλογιστικής θα απαντούσε κάποιος πως η αυτοχειρία στο επίπεδο της άμεσης πολιτικής γραμμής, σώζεται με την αναβάθμιση της στρατηγικής. Μα ούτε και με αυτή την παράλογη συλλογιστική είναι συνεπές το ΚΚΕ, καθώς θα πρέπει να κάνει τον κόπο να μας εξηγήσει κάποια στιγμή: Αυτή η ‘’λαϊκή οικονομία και εξουσία’’, πως θα γίνει πράξη χωρίς επανάσταση; Αρκεί για αυτό η διαρκής εκλογική αύξηση του ΚΚΕ και οι αποστειρωμένες πορείες του προς την Συγγρού ή το Μεταξουργείο;
Η ηγεσία του ΚΚΕ θεωρεί ως λυδία λίθο τις εκτιμήσεις και την στάση απέναντι στο ‘’σοσιαλισμό και κομμουνισμό που γνωρίσαμε’’. Θα συμφωνήσουμε σε ένα βαθμό. Αλλά πρέπει να συζητήσουμε τι συνιστά τελικά αντικομμουνισμό: Η επαναστατική κριτική στα καταπιεστικά καθεστώτα της ανατολικής Ευρώπης που γέννησαν (όχι από το κεφάλι του Δία) τους σύγχρονους ολιγάρχες και νεο-καπιταλιστές ή η ταύτιση της απελευθερωτικής κομμουνιστικής προοπτικής με αυτά; Σαν ΝΑΡ τολμήσαμε το πρώτο στα πέτρινα χρόνια μετά το 1989. Δεν το μετανιώνουμε τώρα που η Αριστερά καλείται να συμβάλλει και να συναντηθεί με ένα ανερχόμενο ρεύμα αναζήτησης μιας απελευθερωτικής κομμουνιστικής προοπτικής. Το ΚΚΕ δεν θα αποφύγει να πάρει θέση σε αυτό το δίλημμα.
Το ΝΑΡ δεν υποτιμάει καθόλου τις διαφορές που υπάρχουν, ούτε υποβαθμίζει την σημασία της αντιπαράθεσης για αυτές με την λογική των μέσου όρου ή του ελάχιστου κοινού παρονομαστή. Αυτό θα ισοδυναμούσε με πολιτική αυτοκτονία της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς. Θεωρούμε όμως πως το πεδίο της ανατρεπτικής κοινής δράσης, στην βάση της ισοτιμίας και της αυτοτέλειας, είναι το καλύτερο έδαφος για ένα ουσιαστικό διάλογο, αλλά και για την ανάπτυξη της ευρύτερης εργατικής και λαϊκής αυτοπεποίθησης.
Θα καταλάβαινε κανείς -μέσα στην υπερβολή του- τον φόβο του Δ. Γόντικα ότι θα δημιουργηθούν ‘’συγχύσεις’’ από αυτή την συνεύρεση, αν την ίδια στιγμή η Α. Παπαρήγα δεν έτρεχε τόσο πρόθυμα να συναντηθεί με τον πρωθυπουργό την παραμονή της πανεργατικής απεργίας. Η δήλωση μετά την συνάντηση ότι ‘’τώρα αρχίζει ο πόλεμος’’, μάλλον παραπέμπει ότι το ΚΚΕ πάει να κλειστεί στο δικό του φρούριο.
Το ποιος λειτουργεί σαν ‘’ανάχωμα’’ επομένως, πρέπει να συζητηθεί. Το άγχος του ΚΚΕ, να αποδείξει για άλλη μια φορά ότι μπορεί να κηρύξει πόλεμο, να ελέγξει ή/και να συντρίψει ότι κινείται στα αριστερά του, έχει πολιτική σημασία και δεν σχετίζεται μόνο με κομματικό πατριωτισμό. Επιχειρείται να φτιαχτεί μια υγειονομική ζώνη με στόχο την ανακοπή τάσεων αντικαπιταλιστικής ριζοσπαστικοποίησης και νέας κομμουνιστικής στρατηγικής και τον περιορισμό τους στο στενό δοκιμασμένο και αποτυχημένο κορσέ του κοινοβουλευτισμού και του ρεφορμισμού.
Τα έφερε έτσι η ιστορία το ΚΚΕ να μην τα πηγαίνει καλά με τους Δεκέμβρηδες.
Τον Δεκέμβρη του 1944, το ερώτημα των κομμουνιστών γιατί δεν μπαίνει ο ΕΛΑΣ στην Αθήνα να διεκδικήσει την εξουσία, επιχειρήθηκε να διασκεδαστεί με το κυνήγι του Ζέρβα στην Ήπειρο.
Στην μεγάλη νεολαιίστικη έκρηξη του Δεκέμβρη του 2008 και τα ερωτήματα που έθεσε, το ΚΚΕ είδε μόνο την κουκούλα και τους αντιεξουσιαστές.
Τον Δεκέμβρη του 2010, εν μέσω κλιμάκωσης του ταξικού πολέμου ενάντια σε εργαζόμενους, νεολαία και ανέργους, το ΚΚΕ επιχειρεί να συντρίψει τον ‘’αριστερό οπορτουνισμό’’. Υποτάσσοντας ταυτόχρονα την ΚΝΕ σε ένα άχαρο ρόλο απέναντι στην μεταρρύθμιση της Διαμαντοπούλου, την ίδια στιγμή που τρέχει να μαζέψει ψηφίσματα από ΔΣ συλλόγων ενάντια στην ΕΑΑΚ, σε συνεργασία με την ΔΑΠ και την ΠΑΣΠ.
Ελπίζουμε πως κάποια στιγμή, σε ένα μελλοντικό Δεκέμβρη, να έχει ξεπεραστεί το φάντασμα του 1989, που στοιχειώνει ακόμη την ηγεσία του ΚΚΕ.
Το ιερατείο του αλάθητου, θα πρέπει να εξηγήσει στους κομμουνιστές, πως γίνεται να έχουν πάντα δίκιο (μάλιστα οι ίδιοι άνθρωποι);
Και σήμερα που κατηγορούν όλους τους άλλους για ‘’οπορτουνιστές’’. Και όταν κοίταζαν με μισό μάτι την εξέγερση του Νοέμβρη του 1973. Και όταν στην μεταπολίτευση ψάχνανε την κοινή δράση με την ΟΝΝΕΔ. Και όταν μετά ανακάλυψαν τις ‘’δημοκρατικές δυνάμεις’’ και το μορατόριουμ με το ΠΑΣΟΚ. Και όταν διέγραφαν την ΚΝΕ από κοινού με τον ‘’δεξιό οπορτουνισμό’’ και τους έχοντες καριέρα σήμερα στο ΠΑΣΟΚ, για να μην αμφισβητηθεί η συγκυβέρνηση με ΠΑΣΟΚ και ΝΔ που συμμετείχαν.
Είχαν δίκιο και όταν υμνούσαν τον Στάλιν και τον Μπρέζνιεφ και όταν έτρεχαν να φωτογραφηθούν με τον Γκορμπατσόφ και όταν χαιρετούσαν μετά το πραξικόπημα εναντίον του…
Λίγη σεμνότητα, σύνεση και αυτοκριτική, μάλλον είναι απαραίτητη.