Οι ιδιοκτήτες των ΜΜΕ, στους οποίους συγκαταλέγεται η ελίτ του εφοπλιστικού, τραπεζικού και κατασκευαστικού κεφαλαίου, δηλώνουν τώρα ότι αρνούνται να βάλουν χέρι στην «προσωπική τους περιουσία» για να καλύψουν τις ζημιές και να σωθούν θέσεις εργασίας. Αναγκάζουν τους εργαζόμενους να «ματώσουν» για να σωθούν, δήθεν, τα «μαγαζιά». Κι αυτό, παρ’ ότι είναι γνωστό ότι τις προηγούμενες δύο δεκαετίες – με πολιορκητικό κριό τα μέσα που κατείχαν, τις προκλητικές κρατικές επιδοτήσεις και τις δημόσιες συχνότητες που νέμονταν ανεξέλεγκτα – έχουν σωρεύσει κέρδη, έχουν κάνει απίστευτες «αρπαχτές» (νόμιμες και παράνομες) και έχουν αναβαθμίσει συνολικά τη θέση τους στην αστική τάξη. Παρ’ ότι οι ίδιοι, με τις επιλογές τους και τον άγριο ανταγωνισμό, μετέτρεψαν τα μέσα σε περιτύλιγμα διαφημιστικών προσφορών και όργανα πολιτικών και επιχειρηματικών εκβιασμών.
Η άμεση εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής που προβλέπουν ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ έχει στόχο όχι μόνο το εργασιακό ξεζούμισμα των εργαζομένων, αλλά και τον απόλυτο έλεγχο και χρήση των ΜΜΕ σαν ντουντούκας των τροϊκανών ενάντια στο εργατικό κίνημα και τη νεολαία, με χυδαίες συκοφαντικές επιθέσεις ενάντια σε κάθε αγωνιζόμενο κλάδο.
Οι χιλιάδες απλοί εργαζόμενοι στα ΜΜΕ, δέχονται αυτές τις μέρες μια ιδιαίτερα βίαιη επίθεση από την εργοδοσία, με την πλήρη κάλυψη και ενθάρρυνση της κυβέρνησης. Ο αντεργατικός οδοστρωτήρας ισοπεδώνει τα πάντα, δικαιώματα μαζί και ανθρώπους, αγωνιστές, μισθούς και ωράρια, στοχοποιώντας τις αιρετικές φωνές. Μετά την έκλειψη του Ιού από την Ελευθεροτυπία, τώρα απολύεται και ο παραγωγός του Infowar Άρης Χατζηστεφάνου από το ραδιόφωνο του Σκάϊ μαζί με 16 συνολικά εργαζόμενους.
Οι απολύσεις συνδικαλιστικών
Παρατεταμένη «στάση πληρωμών» στους εργαζόμενους του ALTER, σκόπιμη αποσύνθεση των δημοτικών ΜΜΕ ώστε να οδηγηθούν σε μορφές Α.Ε. και να προκύψουν μαζικές απολύσεις, βιομηχανία δικαστικών παρεμβάσεων εναντίον των απεργιών, καθυστερήσεις δεδουλευμένων, είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που συνθέτουν την εικόνα του τοπίου.
Η κυβέρνηση επικαλείται τη δήθεν ανεξαρτησία των μέσων και δηλώνει ότι δεν επεμβαίνει στην ενημέρωση. Οι πάντες όμως γνωρίζουν, ότι τόσο οι νυν κυβερνώντες όσο και οι προκάτοχοί τους είναι εξίσου (αν όχι περισσότερο) υπεύθυνοι για τη δημιουργία ενός τεράστιου και πολυπλόκαμου συστήματος διαπλοκής. Ενός συστήματος που συντηρούνταν με τα χρήματα των φορολογούμενων και των ασφαλισμένων, σε καθεστώς πλήρους αδιαφάνειας. Με στόχο τη δημιουργία σταθερών και όσο το δυνατόν ευρύτερων κοινωνικών συμμαχιών και την ασφυκτική χειραγώγηση της ενημέρωσης – που αφενός θα διασφαλίζει τη σταθερότητα του μπλοκ εξουσίας και, αφετέρου, θα καθιστά συντριπτικά κυρίαρχη την ιδεολογία του κεφαλαίου και της αστικής τάξης.
Και όμως οι εργαζόμενοι δηλώνουν παρόντες. Το απέδειξαν με τη μαζική τους συμμετοχή στην απεργιακή διαδήλωση της 30 Νοέμβρη και τη συμμετοχή τους στις απεργίες του Δεκέμβρη (48ωρη), του Φλεβάρη και του Μάρτη (24ωρες), τις επιμέρους κινητοποιήσεις στον ΑΝΤ1, την Αυριανή, τον Σκάι, τις Αττικές Εκδόσεις, την ΙΜΑΚΟ και όπου αλλού χρειάστηκε. Αυτές οι κινητοποιήσεις, αλλά και η έξαρση της εργοδοτικής-κυβερνητικής επίθεσης, είχαν σαν αποτέλεσμα να έχει ανακοινωθεί η τετραήμερη απεργία της 7,8,9,10 Απρίλη, παρά τις κωλυσιεργίες συνδικαλιστικών δυνάμεων, όμορων με πολιτικούς φορείς που είτε εφαρμόζουν, είτε αποδέχονται σιωπηρά το μνημόνιο, είτε δεν πιστεύουν ότι αυτή η πολιτική μπορεί να ανατραπεί.
Οι εργαζόμενοι στα ΜΜΕ δίνουν αυτή την περίοδο τον δικό τους δύσκολο αγώνα – όπως και χιλιάδες άλλοι συνάδελφοί τους, σε χώρους δουλειάς, σχολεία, πανεπιστήμια, νοσοκομεία και γειτονιές. Στον ΔΟΛ και τον Πήγασο, το ALTER και την Αυριανή, τις Αττικές Εκδόσεις και την ΙΜΑΚΟ, το ΑΠΕ, την ΕΡΤ και τους δημοτικούς ραδιοσταθμούς, καθώς και σε πολλά ακόμη μέσα, επιχειρούν να αποτρέψουν τα σχέδια εργοδοσίας, κυβέρνησης και τρόικας.
Ο αγώνας τους αφορά όλη την κοινωνία που επιμένει στην γραμμή της αντίστασης και της ανυπακοής, μέχρι την αντικαπιταλιστική ανατροπή αυτής της πολιτικής και όσων την εκφράζουν. Πρέπει να σηκωθεί τσουνάμι αλληλεγγύης! Όχι απλώς για λόγους ηθικής συμπαράστασης, αλλά και γιατί η ελεύθερη πρόσβαση σε ποιοτική ενημέρωση αποτελεί βασικό λαϊκό και δημοκρατικό αίτημα της εποχής μας.