Ο ΣΥΝ ΛΟΞΟΚΟΙΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΠΑΣΟΚ, ΤΟ ΚΚΕ ΑΝΑΠΑΡΑΓΕΙ ΤΗΝ ΕΞΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ
Ανεπαρκής εμφανίζεται η ρεφορμιστική Αριστερά απέναντι στις νέες προκλήσεις και δυνατότητες. Ο Συνασπισμός έχει αντιληφθεί νωρίτερα ότι το σκηνικό αλλάζει, αλλά παρεμβαίνει από τη σκοπιά του πλασαρίσματος στις επερχόμενες πολιτικές διεργασίες. Απουσιάζει (και λοιδωρείται) σχεδόν κάθε στρατηγική αναφορά, ενώ δεν τίθεται θέμα ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής, αλλά συσχετισμών. «Οι άλλες πολιτικές δυνάμεις έχουν όρια. Δεν έχουν θέσει στόχο την ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών. Έχουν στόχους πιο μακρινούς, πιο θεωρητικούς. Κανείς δεν μπορεί να περιμένει τη ‘Δευτέρα Παρουσία’ του σοσιαλισμού», λέει ο Α. Τσίπρας στην ‘Εποχή’ (5/1/08). Ο σοσιαλδημοκρατικός ορίζοντας του σίγουρου νέου προέδρου του ΣΥΝ δεν κρύβεται: «Πρέπει να προχωρήσουμε στη συγκρότηση των εναλλακτικών μας θέσεων, θα έλεγα ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου. Βρισκόμαστε στη φάση του πιο επιθετικού νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, όπου οι ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις παίρνουν ένα επαναστατικό χαρακτήρα, εν τέλει». (Μάλλον ισχύει το ανάποδο: Χρειάζεται επαναστατικός αγώνας για ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις). Έτσι, δεν ξαφνιάζουν οι ανοικτές θύρες απέναντι στο ΠΑΣΟΚ, έστω για το μέλλον. «Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι. Αν το ΠΑΣΟΚ αποφασίσει να έρθει σε ρήξη με τον εαυτό του, νομίζω ότι ανοίγει ένα περιθώριο συζήτησης, αλλά όχι σε επίπεδο κορυφών» (στην ίδια συνέντευξη). Το να περιμένεις ότι το αστικά μεταλλαγμένο ΠΑΣΟΚ θα έρθει σε ρήξη με τον εαυτό του, είναι σαν να προσδοκάς να βγει ο ήλιος από τη Δύση.
Το ΚΚΕ αρνείται μια γραμμή μαχητικής εργατικής αντιπολίτευσης, υποβαθμίζει επικίνδυνα το ρόλο της κυβέρνησης Καραμανλή σαν βασικού οργάνου της επίθεσης (στο όνομα των δικομματικών ευθυνών), δεν προωθεί την αναγκαία ταξική ενότητα στη βάση. Το τελευταίο ειδικά διάστημα, η Α. Παπαρήγα και άλλα στελέχη του ΚΚΕ ψηλαφούν τις νέες δυνατότητες που διαμορφώνονται και προσπαθούν να δώσουν στρατηγικές απαντήσεις, από τη σκοπιά της λαϊκής εξουσίας. Το πρόβλημα είναι ότι οι απαντήσεις αυτές χρησιμοποιούνται για να χωρίσουν και όχι να ενώσουν τον κόσμο της δουλειάς, για να ενισχυθεί η εξουσία του κόμματος απέναντι στις τάσεις εργατικής χειραφέτησης, ενώ σφραγίζονται από τον αντιφατικό χαρακτήρα της συγκεκριμένης πρότασης εξουσίας, που επιτρέπει την ηγεμονία (ξανά) των μικροαστικών αντιλήψεων.
ΠΡΙΝ 20/01/2008